ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να μην αποτελέσει μια παρένθεση, αλλά να καθιερωθεί ως καθεστωτική δύναμη, ως ο δεύτερος, ο προοδευτικός πόλος του δικομματισμού. Υλοποιεί γι’ αυτό τους αντιδραστικούς αστικούς μετασχηματισμούς, συμμαχεί με την ΕΕ αποδεχόμενος το δεσμευτικό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης και μια μακρόχρονη επιτροπεία, κυρίως μέσω της διευθέτησης και μακρόχρονης ρύθμισης του χρέους.
ΨΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ
Την πιο ακραία δικαίωση της διετούς πλέον διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε ο πάλαι ποτέ ευρωκομμουνιστής Αλ. Φλαμπουράρης. Συγκεκριμένα, ως απόδειξη της επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ επικαλέστηκε την υποτιθέμενη εμπειρική παρατήρησή του ότι «δεν βλέπει ανθρώπους ν’ αναζητούν αποφάγια στους κάδους απορριμμάτων». Πρόκειται για ακραίο λαϊκισμό, τον οποίο επιχείρησε να διασκεδάσει ο ίδιος ο εκφραστής του. Συμπυκνώνει, ωστόσο, την κεντρική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ ότι παρά το «δύσκολο πρόγραμμα» (συριζαϊκή μετωνυμία της εξαθλίωσης, η διακυβέρνησή του είναι πολύ καλύτερη απ’ αυτήν της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, η οποία θα φόρτωνε 20 δισ. ευρώ περίπου στους ώμους της κοινωνίας με τα πρωτογενή πλεονάσματα του 4,5% που είχε αποδεχτεί. Αυτή η απολογητική, πρώτον, αυτοαναιρεί τον ΣΥΡΙΖΑ ως «αριστερή» πολιτική, αφού επιχειρεί να εμφανίσει την «αριστερή» πολιτική απλώς ως λιγότερη κακή απ’ την καραδεξιά πολιτική της ΝΔ!
Δεύτερο και κυριότερο: Πρόκειται για ιταμό ψεύδος. Οι δεινοί προπαγανδιστές του αντιπαραθέτουν τη μνημονιακή πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων στο δικό τους μνημόνιο, ενώ πρέπει να συνδέουν παλιά και νέα μνημόνια. Εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάργησε ούτε μια κεραία απ’ τα προηγούμενα μνημόνια, αντικειμενικά, τα υιοθετεί. Έχει ευθύνη λοιπόν όχι μόνο για τα νέα, αλλά και για τα παλιά μνημόνια που σωρεύονται στις πλάτες του καθημαγμένου λαού.
Τρίτο, υποκρισίας εγκώμιο: Ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπολύει μύδρους για τα υψηλά πλεονάσματα κατά της ΝΔ, ενώ ο ίδιος τα έχει αποδεχτεί, ρητά για το 2018 και εφεξής για άγνωστο αριθμό ετών (δέκα κατά τους Γερμανούς).
Τέταρτο, ο ΣΥΡΙΖΑ απορρίπτει την «ιδιοκτησία» του μνημονίου του, το οποίο αποδέχτηκε «εκβιαστικά» για να σώσει τη χώρα απ’ τον όλεθρο. Κανείς όμως δεν τον υποχρέωσε. Ήταν επιλογή της εξουσιολαγνείας του, της οποίας ανυπέρθετος όρος ήταν η ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών. Υπήρχε άλλος δρόμος: Η σύγκρουση για την οποία, όπως απέδειξε το προδομένο δημοψήφισμα, διψούσε ο λαός. Αλλά οι ιθύνοντες του ΣΥΡΙΖΑ είχαν ήδη διαβεί τον Ρουβίκωνα της καπιταλιστικής διαχείρισης…
Πέμπτο και εξωφρενικό: η συριζαϊκή προπαγάνδα ισχυρίζεται ότι η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ παρά την «καταναγκαστική υιοθέτηση» του μνημονίου εμπεριέχει και φιλολαϊκά στοιχεία (δίκαιη κατανομή βαρών – παράλληλο πρόγραμμα) και ότι σε ορατό χρόνο οδηγεί στο «ξέφωτο» της ανάπτυξης, που δεν θα έχει απλώς φιλολαϊκό πρόσημο, αλλά υπερφίαλα θα ανοίγει το δρόμο για το «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα»! Η δήθεν δίκαιη κατανομή βαρών όμως είναι αέρας κοπανιστός, αφού επιβάλλει αφόρητα βάρη στα πιο φτωχά στρώματα με την κατάργηση του ΕΚΑΣ, τη μείωση του αφορολόγητου, τον «υποκατώτατο» μισθό κ.ά. Το μετά χορδών και τυμπάνων διαφημισμένο παράλληλο πρόγραμμα μονότονα πλέον περιορίζεται στην ιατροφαρμακευτική κάλυψη των ανασφάλιστων και στο Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ωστόσο, το πρώτο είχε καθιερωθεί βασικά από προγενέστερες κυβερνήσεις. Το δεύτερο είναι πολιτική της ΕΕ για αντιστάθμιση του κατακρημνισμένου κράτους πρόνοιας. Στα καθ’ ημάς αποδίδεται με περικοπή άλλων επιδομάτων και ομολογείται ότι αφορά την ακραία – ακραία φτώχεια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συμβάλλει δυναμικά στην προώθηση των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων
Η μεγάλη ιδέα του ΣΥΡΙΖΑ πλέον είναι η καπιταλιστική ανάπτυξη εντός ευρώ και ΕΕ, που διακηρύσσει ότι θα είναι κοινωνικά «δίκαιη», δηλαδή με μια αναδιανομή κεϊνσιανού τύπου. Αυτή την πολιτική μεγαλόστομα χαρακτηρίζει «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα», αν και η ηγεσία του σπάνια χρησιμοποιεί αυτό τον όρο. Την ευόδωση αυτού του στόχου προωθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σε αγαστή συνεργασία με το ελληνικό κεφάλαιο, την ΕΕ και τα μονοπώλιά της και ενάντια στα εργατολαϊκά συμφέροντα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ως πρώτο κρίκο επιδιώκει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τη ρύθμιση του χρέους, χωρίς καμιά περικοπή, την ένταξη της χώρας στο μηχανισμό νομισματικής χαλάρωσης του Ντράγκι. Αυτές οι διευθετήσεις θα δημιουργήσουν κλίμα εμπιστοσύνης, ώστε να υπάρξει ροή επενδύσεων από το εξωτερικό, ή χώρο να προσφύγει στις αγορές με προσιτό επιτόκιο και να αποτινάξει έτσι τα μνημόνια, την επιτροπεία, την απαλλοτρίωση της «εθνικής» κυριαρχίας. Ευελπιστεί ότι η πολιτική αυτή θα ευοδωθεί μ’ έναν έντιμο συμβιβασμό με τους δανειστές, ώστε να υποχωρήσουν σ’ ορισμένες απ’ τις απαιτήσεις τους, αποφεύγοντας τη δέσμη των ανάλγητων μέτρων που προβάλλουν. Αυτά τα σενάρια αποτελούν όνειρα θερινής νυκτός και επιχείρηση διαχρονικής εξαπάτησης του ελληνικού λαού.
Ακατάσχετη αιμορραγία θα αποτελεί για την ελληνική οικονομική η αποπληρωμή του χρέους σε ποσοστό 15% του ΑΕΠ, που θεωρείται ευνοϊκό! Και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που στο βωμό της αναπτυξιακής υπέρ του κεφαλαίου πολιτικής θα επιβαρύνουν τα εργατολαϊκά στρώματα.
Η προώθηση της οικονομικής και πολιτικής ενιαιοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα συμφέροντα της Γερμανίας και των δορυφόρων της, χωρίς όμως σύγκλιση των οικονομιών και αποπληρωμή του χρέους των αδυνάτων, θα ενισχύει την ανισόμετρη ανάπτυξη υπέρ της ΕΕ «της πρώτης ταχύτητας» εις βάρος της ανάπτυξης της δεύτερης ταχύτητας, των χωρών, δηλαδή της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης. Έτσι, η Γερμανία θα αντισταθμίζει τις εγγενείς αδυναμίες του σύγχρονου καπιταλισμού (μείωση ή ανεπαρκή αύξηση του ποσοστού κέρδους) με τον επεκτατισμό και την άντληση υπεραξίας απ’ την προβληματική ενδοχώρα της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης. Για του λόγου το αληθές: Η Γερμανία εξάγει το 60% της παραγωγής της στις χώρες της ΕΕ, ενώ ήδη το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών της αγγίζει τα 300 δισ. δολάρια και είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο, με δεύτερο αυτό της Κίνας (245 δισ.), εξ ου και η απειλή εμπορικού πολέμου απ’ τον Τραμπ εναντίον και της ΕΕ.
Είναι ευνόητο ότι σ’ αυτές τις μακρόχρονες συνθήκες η όποια ανάπτυξη σημειώνει η ελληνική οικονομία, στα διαλείμματα των κρίσεων, θα είναι οριακή και οι όποιες ωφέλειες θα κατανέμονται με αυξανόμενη ανισότητα υπέρ των πλουσίων.
Τα μνημόνια είναι μια μορφή, η πιο ακραία, των νεοφιλελεύθερων διαρθρώσεων που επιβάλλει το κεφάλαιο στο σύνολο των χωρών της ΕΕ. Οι χώρες που τελούν υπό καθεστώς μνημονίου θα διατηρούν τις αλλαγές που επιβλήθηκαν με το μνημόνιο, θα τις τροποποιούν, θα τις αυξάνουν ανάλογα με τις διαμορφούμενες συνθήκες. Είναι υποκρισία του ΣΥΡΙΖΑ και των συντηρητικών δυνάμεων να επαίρονται ότι θα καταργήσουν το μνημόνιο, αλλά και αριστερών δυνάμεων που θέτουν την κατάργησή του στο κέντρο της πολιτικής τους, χωρίς να διευκρινίζουν ότι δεν αναφέρονται απλώς στην άρση αυτής της πολιτικής μορφής, αλλά πρώτιστα στο μνημονιακό της αντιδραστικό περιεχόμενο.
Η μετάλλαξη του καπιταλισμού στο ολοκληρωτικό στάδιό του δεν έχει συγκυριακό ή και παροδικό, αλλά πάγιο, δομικό και στρατηγικό χαρακτήρα. Αφορά τη μεταβατική περίοδο απ’ το 1975 ως σήμερα, αλλά και την ουσία του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, χωρίς αυτό να συνεπάγεται την περάτωση της εξέλιξής του, όπως αποδεικνύει η ακροδεξιά και «εθνοκεντρική» τάση του.
Στην ουσία, τα μνημόνια αποτελούν μια μορφή βίαιης προσαρμογής του ελληνικού καπιταλισμού στο οικονομικοπολιτικό σύστημα του ευρωπαϊκού ολοκληρωτικού καπιταλισμού υπό την ηγεμονία και προς το συμφέρον, κυρίως, του γερμανικού κεφαλαίου. Αν και ανεπτυγμένη η ελληνική καπιταλιστική οικονομία, είχε σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα (υψηλό χρέος, δημοσιονομικό έλλειμμα, διογκωμένο δημόσιο, κυριαρχία της μικρομεσαίας επιχείρησης, μισθούς και συντάξεις υψηλές για τα νεοφιλελεύθερα πρότυπα). Έτσι, η αδυναμία αποπληρωμής του ομολόγου του 2010 δεν αντιμετωπίστηκε με χαμηλότοκο δάνειο απ’ την ΕΕ, αλλά με τη βίαιη αναδόμηση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας μέσω της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής μεθόδου.
Αυτή την πολιτική, παρά τη στομφώδη ρητορική του, υιοθέτησε και ασκεί και ο ΣΥΡΙΖΑ, με την καθοδήγηση και τη μορφή που επιβάλλει η ΕΕ. Πρώτα απ’ όλα, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να μην αποτελέσει μια παρένθεση, αλλά να καθιερωθεί ως καθεστωτική δύναμη, ως ο δεύτερος, προοδευτικός, πόλος του δικομματισμού. Υιοθετεί γι’ αυτό σε μακροπρόθεσμη βάση τους νεοφιλελεύθερους μετασχηματισμούς, συμμαχεί με την ΕΕ αποδεχόμενος το δεσμευτικό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης και μια μακρόχρονη επιτροπεία, κυρίως μέσω της διευθέτησης και μακρόχρονης ρύθμισης του χρέους. Η θεσμικότητά του οδήγησε τον Τσίπρα στη συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών (25/1) να υιοθετεί την αγοραία κινδυνολογία της Δεξιάς στο θέμα της εξόδου από την ΕΕ και να υπερθεματίζει, θεωρώντας προδοσία(!) την υποκίνηση του θέματος της εξόδου απ’ το ευρώ. Βοηθούντος και του Καμμένου, εντάσσεται βαθύτερα εντός του ΝΑΤΟ, προσδοκώντας σε αναβάθμιση της αστικής τάξης, στην περιοχή ως πιστός δορυφόρος του ΝΑΤΟ, αναβαθμίζοντας τον στρατηγικό για το ΝΑΤΟ ρόλο της Σούδας και προχωρώντας και σε άλλες διευκολύνσεις προς αυτό.
Σφυρηλατεί σταθερούς δεσμούς με το μεγάλο κεφάλαιο, ελληνικό και ξένο. Με τον αναπτυξιακό νόμο προσφέρει δωρεάν χρηματοδότηση και φοροαπαλλαγές σε εγχώριες και ξένες επενδύσεις, προβαίνει σε αποκρατικοποιήσεις στρατηγικών τομέων έναντι πινακίου φακής, προχώρησε σε κεφαλαιοποίηση των τραπεζών, προσφορά στο ξένο κεφάλαιο, που αγόρασε την πλειοψηφία των μετοχών τους, σε ευτελή τιμή. Η διαγραφή ενός μέρους του χρέους που αποτελούσε επαγγελία του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τις εκλογές του Γενάρη του 2015, αποτελεί μακρινή ανάμνηση για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντ’ αυτής η μακρόχρονη διευθέτησή του μέχρι το 2060, που χαλκεύει δεσμά για την ελληνική οικονομία. Παράλληλα, η δημόσια περιουσία εκχωρήθηκε στο Υπερταμείο το οποίο στην ουσία ελέγχεται απ’ τους ξένους με μια λεόντεια συμφωνία 99 ετών, βάσει της οποίας τα περιζήτητα τμήματά της θα εκποιούνται χωρίς το Δημόσιο να δικαιούται να παρέμβει αποτρεπτικά.
Σ’ όλους τους τομείς συνεχίζει και αναπτύσσει ο ΣΥΡΙΖΑ νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις αιματηρές για το λαό. Οι μισθοί έχουν καταβαραθρωθεί. Ο κατώτατος μισθός θα συμπληρωθεί με τον «υποκατώτατο». Οι εργαζόμενοι μένουν απλήρωτοι για μήνες και δουλεύουν απλήρωτες υπερωρίες. Παράλληλα, η ελαστικοποιημένη εργασία και η εργασία βάσει ολιγόμηνων προγραμμάτων του ΟΑΕΔ, με την καταβολή μάλιστα των επιδομάτων όχι στους απασχολούμενους ανέργους, αλλά στους εργοδότες τους, τείνουν να κυριαρχήσουν. Ήδη στις εργασιακές θέσεις που δημιουργούνται το 60% πλέον καλύπτεται από ελαστικές μορφές. Εξάλλου, επεκτείνεται επικίνδυνα η μαύρη εργασία (περίπου 30%), ενώ η Επιθεώρηση Εργασίας έχει αποψιλωθεί απ’ το απαιτούμενο προσωπικό. Το ποσοστό ανεργίας στη χώρα είναι σταθερά άνω του φρικαλέου 20%. Μάλιστα, η πλειοψηφία των ανέργων, 800 χιλιάδες περίπου, είναι μακροχρόνια άνεργοι…
Η ανεργία έχει μειωθεί επί ΣΥΡΙΖΑ κατά λίγες μονάδες (απ’ το 27% στο 23%) μείωση για την οποία κομπάζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Όμως η μικρή αυτή μείωση οφείλεται είτε σε λαθροχειρία – δεν υπολογίζονται οι 450.000 (κυρίως νέοι επιστήμονες), που μετανάστευσαν στο εξωτερικό προς αναζήτηση εργασίας, όπως και οι καταστρεφόμενοι μικρομεσαίοι – είτε στην κάθετη αύξηση της ελαστικής εργασίας και των προγραμμάτων απασχόλησης του ΟΑΕΔ.
Στις καλένδες έχουν παραπεμφθεί και οι συλλογικές συμβάσεις. Έχει επιβληθεί και παγιωθεί βαρύτατη φορολογία στα εισοδήματα, που θα κλιμακωθεί με την αναμενόμενη νέα πτώση του αφορολόγητου, αλλά και στην ακίνητη περιουσία (ΕΝΦΙΑ), που από έκτακτος εξελίχθηκε σε μόνιμο και με σταθερό ποσοστό (2,65%). Εξοντωτική φορολογία επιβάλλεται στους μεσαίους (επιστήμονες, επαγγελματίες, αγρότες) με κάθετη αύξηση των φόρων, εισφορών υγείας, προκαταβολών και των εξόδων εργασίας (κυρίως για τους αγρότες). Παράλληλα, αυξήθηκαν υπέρμετρα οι κατ’ εξοχήν αντιλαϊκοί φόροι, οι έμμεσοι και απόλυτα και σχετικά με τους άμεσους φόρους.
Πάγια νεοφιλελεύθερη ρύθμιση προωθείται και στην ασφάλιση. Οι δανειστές απαιτούν να μειωθεί πολύ κάτω του 10% του προϋπολογισμού η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων, παραβλέποντας ότι τα ταμεία υφίστανται μακρόχρονη λεηλασία απ’ το κεφάλαιο, το PSI, τη μαύρη εργασία και την ανεργία, ιδίως στα χρόνια του μνημονίου. Οι συντάξεις, ακόμη και οι κατώτερες κατακρεουργούνται, ενώ προβλέπονται επιπλέον μειώσεις στα πλαίσια της τελευταίας αξιολόγησης. Με το νέο ενιαίο ασφαλιστικό υπερταμείο (ΕΦΚΑ) ουσιαστικά επιδιώκεται, όπως συνέβη και με τις επικουρικές, η αναδιανομή απ’ τις κάπως ανώτερες αποδοχές υπέρ των κατώτερων.
Έχει χρεοκοπήσει το αστικό πολιτικό σύστημα
ΠΑΡΑΠΑΙΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, ΔΕΝ ΕΜΠΝΕΕΙ Η ΝΔ, ΣΤΟΝ ΠΑΓΚΟ ΤΟ ΠΑΣΟΚ
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ πνέει τα λοίσθια. Εάν συνεχίσει να κυβερνά, θα παραπαίει μετεωριζόμενη μεταξύ της πλήρους υποταγής στις εξωφρενικές απαιτήσεις των θεσμών και μεταξύ όχι της αποσόβησής τους βέβαια αλλά μιας στοιχειώδους άμβλυνσής τους, που θα της επιτρέψει όπως νομίζει, να περιβληθεί τη λεοντή μιας «ηρωικής ψευδορήξης». Αν προσφύγει πρόωρα σε εκλογές κινδυνεύει χωρίς ένα στοιχειωδώς πειστικό αφήγημα να υποστεί σοβαρή ήττα, που θα αμφισβητήσει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως προοδευτικού πόλου του δικομματισμού. Ως εναλλακτική λύση εμφανίζεται η ΝΔ υπό την ηγεσία του υιού Μητσοτάκη. Ο αρχηγός της ΝΔ παρά το «φιλολαϊκό» προσωπείο που έχει φορέσει, διατηρεί το μέταλλο του σκληρού νεοφιλελεύθερου αντιμεταρρυθμιστή. Ως αιχμή του προγράμματός του έχει τη γενναία μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου, την επιτάχυνση και ολοκλήρωση των αποκρατικοποιήσεων, την άνευ όρων υποταγή στις απαιτήσεις των εταίρων, στάση που διαφημίζει ως αξιόπιστη, την οποία αυτοί θα εκτιμήσουν θετικά, μειώνοντας τις απαιτήσεις. Τα ψιχία που επαγγέλλεται στο λαό τα μετονομάζει στάση «ευθύνης» και «αλήθειας», ενώ απλώς αντανακλούν τη σκληρότητα της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.
Στο ΠΑΣΟΚ καταβάλλεται προσπάθεια ανασύνταξης και «ανανέωσης» του κεντροαριστερού χώρου με τα φθαρμένα όμως υλικά του παλιού ΠΑΣΟΚ, με επιστράτευση και του πολιτικά ανυπόληπτου Γ. Παπανδρέου και του φιλικού προς τη ΝΔ Βενιζέλου. Ακολουθώντας την τακτική της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εκδηλώνουν τάσεις προσέγγισης προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με όρους αυτοτέλειας και όχι ουράς, σε περίπτωση συγκυβέρνησης. Η στάση όμως του ΠΑΣΟΚ κυρίως ετεροκαθορίζεται απ’ τις ανάγκες του συστήματος. Μ’ αυτή την έννοια δεν αποκλείεται ν’ αποτελέσει εκ νέου κυβερνητικό εταίρο της ΝΔ, αν χρειαστεί. Ήδη ένα τμήμα, μικρότερο, ενδιαμέσων δυνάμεων προσχωρεί (Δράση) στη ΝΔ ή στρέφεται προς αυτήν (Ποτάμι, στελέχη του ΠΑΣΟΚ). Η Χρυσή Αυγή, που διατηρεί και ενισχύει τις δυνάμεις της, δεν θα έχει θέση στις εξελίξεις του πολιτικού συστήματος, αν δεν μετασχηματιστεί, σε ευρωπαϊκού τύπου ακροδεξιό κόμμα. Ο λαός πρέπει να κλείσει μάτια κι αφτιά στις μεταμορφώσεις και τα πλάνα λόγια των γνωστών τεράτων…
ΟΡΟΣ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗΣ
Αντικαπιταλιστική
ηγεμονία
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ
Η κυνομαχία των αστικών κομμάτων με αγοραίες αλληλοκατηγορίες και ατμόσφαιρα ποδοσφαιρικού ντέρμπι στη συζήτηση στη Βουλή (1/2) για τη δανειοδότηση – διαπλοκή των κομμάτων, αποτύπωσε τη διαφθορά και φθορά του πολιτικού συστήματος. Πυρά δέχτηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ (και ο Συνασπισμός) για χαριστικές ρυθμίσεις σ’ ένα πεδίο που έπαιζε χωρίς αντίπαλο. Με τη στρατηγική της έντασης όμως τα αστικά κόμματα μπορεί να τρέφουν το φανατισμό των κομματικών στρατών, αλλά προκαλούν αισθήματα αποστροφής και απαξίας σε τεράστιες λαϊκές μάζες, που δυστυχώς αντιδρούν με την αποπολιτικοποίηση και αποστράτευση, σε μεγάλο βαθμό.
Ιδιαίτερα, η αστική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι πηγή απογοήτευσης για αριστερόστροφες μάζες, που δεν αποστοιχίζονται απλώς απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αμφιβάλλουν γενικότερα για τη δυνατότητα ενός αριστερού δρόμου επίλυσης των προβλημάτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετατρέποντας το αριστερό σε δεξιό, αλλά επιμένοντας να μεταμφιέζει και το δεξιό σε αριστερό, όπως επισημαίνει και η φιλόσοφος Έλενα Σίχαν (Εφ. Συν. 21-22/1), προκαλεί μια γενικότερη αμφισβήτηση για τις αριστερές προτάσεις και για τη δυνατότητα ενός πραγματικού αριστερού δρόμου. Αυτή την τάση θα την αντισταθμίζει ένα κύμα αυθόρμητης κινηματικής αγωνιστικότητας, απ’ την απόγνωση της συσσωρευμένης μνημονιακής λαίλαπας και την απογοήτευση από τις αστικές και μικροαστικές πολιτικές, που με την παρέμβαση της μαχόμενης Αριστεράς θα αναπτύξει τη χειραφετητική συνείδηση και θα πείθεται ότι μοναδική φιλολαϊκή λύση αποτελεί η συσπείρωση των μαζών σε μια ρεαλιστική αντικαπιταλιστική πρόταση, που θ’ αποτελέσει τον κυματοθραύστη της μνημονιακής επίθεσης.
Γι’ αυτό είναι αναγκαία η ηγεμονία των αντικαπιταλιστικών ιδεών και πολιτικών, όρος που προϋποθέτει μια ισχυρή και ιδεολογικοπολιτκά συγκροτημένη κομμουνιστική πρωτοπορία, που όπως τόνιζε ο Λένιν δεν πρέπει να ρίχνεται απομονωμένη στη μάχη. Απεναντίας, πρέπει να αποτελεί τον πυρήνα των αντικαπιταλιστικών, αντιΕΕ, αντιδιαχειριστικών δυνάμεων, που θα ανυψώνει τη συνείδηση των πιο ανεπτυγμένων αγωνιστικά τμημάτων του κινήματος και σταδιακά των ευρύτερων μαζών. Αντικειμενική βάση για την ηγεμονία της αντικαπιταλιστικής πρότασης αποτελεί η προϊούσα αποδέσμευση αγωνιστών και απλών εργαζόμενων απ’ τις αστικές και ρεφορμιστικές αυταπάτες. Το διαμορφούμενο ριζοσπαστικό ρεύμα πρέπει να συνειδητοποιεί την αναγκαιότητα των αντικαπιταλιστικών στόχων, της εξόδου απ’ το ευρώ και την ΕΕ, τη διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση στρατηγικών τομέων της οικονομίας, την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των λεηλατημένων απ’ τα βάρβαρα μνημόνια εργατολαϊκών στρωμάτων. Πρέπει να απορρίψει τις αναθερμασμένες και καλλωπισμένες αστικές προτάσεις, τις ρεφορμιστικές αυταπάτες, τη δυνατότητα ενός καπιταλισμού με «ανθρώπινο πρόσωπο», της αριστερής κυβέρνησης στο πλαίσιο ενός πανίσχυρου αστικού κράτους και των μηχανισμών του ιμπεριαλισμού. Πρέπει ακόμη να απορρίψει το σεχταρισμό και την αναγωγή των αναγκαίων αντικαπιταλιστικών στόχων στις καλένδες του σοσιαλισμού. Ακόμη μέσα απ’ την ιδεολογική διαπάλη πρέπει να ανασκευαστεί η αντίληψη πολιτικών δυνάμεων, όπως η ΛΑΕ, αλλά και αγωνιστών, που ενώ χειραφετούνται απ’ τον συριζαϊκό ρεφορμισμό, θεωρούν ότι η αποτυχία της αριστερής κυβέρνησης οφείλεται στην προδοσία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και ότι η ευόδωση μιας αριστερής διακυβέρνησης παραμένει ζωντανή.