του Γιάννη Ελαφρού
Ο Φιντέλ Κάστρο ακόμα και μετά το θάνατό του συγκέντρωσε το μίσος των κυρίαρχων. «Τύραννος», «δικτάτορας» χαρακτηρίστηκε από όσους μετατρέπουν ακόμα και την αστική δημοκρατία σε πουκάμισο αδειανό και κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό. Απ’ όσους θεωρούν απαραβίαστες «Δέκα εντολές» τις επιταγές της «αγοράς», δηλαδή των πολυεθνικών πολυκλαδικών μονοπωλίων και του κεφαλαίου. Απ’ όσους δεν μπορούν να βήξουν καν χωρίς να πάρουν την άδεια της Μέρκελ ή του ΣΕΒ. Το συγκλονιστικό τελευταίο αντίο που επιφύλαξε ο λαός της Κούβας στον κομαντάντε Φιντέλ είναι η καλύτερη απάντηση.
Σε αρκετές πιο ζυγιασμένες τοποθετήσεις επιλέγεται για τον Φιντέλ Κάστρο ο χαρακτηρισμός «Ο τελευταίος επαναστάτης» ή «Ο τελευταίος κομμουνιστής». Αναγνωρίζεται δηλαδή πως ήταν επαναστάτης αλλά σημειώνεται ως ο τελευταίος. Η εποχή των επαναστάσεων και του κομμουνισμού έχει κλείσει μαζί με τον «αιώνα των άκρων» (κατά Χομπσμπάουμ), τον 20ό αιώνα. Από κοντά και η αριστερή γελοιογραφία του Αλ. Τσίπρα, που προσπάθησε να προσθέσει ένα «επαναστατικό άρωμα» πάνω στη βρώμα των μνημονίων. Η επανάσταση στην Κούβα ήταν ίσως η πιο προωθημένη από τις αντιιμπεριαλιστικές επαναστάσεις μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του μονοπωλιακού σταδίου του καπιταλισμού (ιμπεριαλισμός). Στράφηκε αποφασιστικά κατά του δικτατορικού καθεστώτος του Μπατίστα (άρα είχε έντονο το στοιχείο της πάλης για δημοκρατικές ελευθερίες), απαίτησε και πήρε στην πορεία τον έλεγχο συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, ερχόμενη σε σύγκρουση και τελικά σε ρήξη με τις ΗΠΑ (άρα είχε ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο), ενώ έθετε διαρκώς και σε ανώτερο επίπεδο τα αιτήματα των εργαζομένων, των φτωχών αγροτών κλπ. Η νίκη της επανάστασης επιτεύχθηκε μέσα από την αποφασιστική δράση του Κινήματος της 26ης Ιούλη (με ηγέτη τον Φιντέλ Κάστρο, τον Ραούλ, τον Τσε, τον Καμίλο Σιενφουέγος) στο αντάρτικο στην ύπαιθρο, αλλά και την ευρύτερη υποστήριξη και κινητοποίηση στις πόλεις του Επαναστατικού Διευθυντηρίου Φοιτητών, του Λαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (έτσι ονομαζόταν το φιλοσοβιετικό κομμουνιστικό κόμμα, το οποίο όμως ήταν πολύ συγκρατημένο στην ανάπτυξη του επαναστατικού αγώνα) κι ενός ευρύτατου ρεύματος συνδικάτων (η Κούβα είχε σημαντικό τμήμα εργατικής τάξης για χώρα της Κεντρικής Αμερικής). Ο Φιντέλ διακηρύσσει για πρώτη φορά δημόσια το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης, μετά την περίτρανη νίκη ενάντια στην αμερικανοκίνητη απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων (Απρίλης 1961): «Οι ιμπεριαλιστές δεν μπορούν να μας συγχωρέσουν που οικοδομούμε την επανάστασή μας, μία σοσιαλιστική επανάσταση, ακριβώς στο υπογάστριο των Ηνωμένων Πολιτειών». Γιατί εξακολουθούν να γοητεύουν ο Τσε και ο Φιντέλ και δεν έχουν βυθιστεί στη λήθη και στην καταισχύνη των ηγετών των τελευταίων δεκαετιών του ανύπαρκτου σοσιαλισμού; Είναι η τομή της επανάστασης, που σε ένα βαθμό έμεινε ανοικτή, που αντηχεί αυτή την μελωδία του μέλλοντος. Γιατί ο Φιντέλ και οι σύντροφοί του δεν ήταν πραξικοπηματίες, αλλά προσδοκούσαν να λειτουργήσει το αντάρτικο ως κριός της πρωτοπορίας, ως πυροκροτητής της κοινωνικής έκρηξης. Αλλά δεν ήταν κι απ’ αυτούς που παρατηρούσαν τους δυσμενείς συσχετισμούς για να δικαιολογήσουν τη συμμόρφωσή και την υποταγή τους.
Ο 21ος αιώνας, που σφραγίζεται ήδη από την μεγάλη δομική καπιταλιστική κρίση ιστορικού βάθους, παρότι έχει δώσει ήδη μεγάλα κινήματα αντίστασης, δεν έχει αποκαλύψει ακόμα την επαναστατική του δυναμική. Βαραίνει ακόμα καθοριστικά η ήττα του προηγούμενου επαναστατικού κύματος, η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και του ηττημένου κομμουνιστικού κινήματος, η εξευτελιστική ενσωμάτωση των ρεφορμιστικών και διαχειριστικών τάσεων και κυρίως η αναδόμηση του καπιταλισμού στο ολοκληρωτικό του στάδιο, με την κυριαρχία της βαρβαρότητας και της εργασιακής σκλαβιάς, που δεν έχει βρει ακόμα απάντηση σε ένα αντίπαλο δέος με την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και ενός νέου προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Η ιστορία θα περιγελάσει ξανά όποιον προβλέψει το τέλος της, το τέλος της επανάστασης και της τάσης της εργατικής χειραφέτησης. Η εποχή μας εμπεριέχει εκρηκτικές νέες δυνατότητες, που τροποποιούν την επαναστατική περιπέτεια από την εποχή του Φιντέλ και του Τσε. Οι αντιθέσεις έχουν γίνει ακόμα πιο δραματικές, με την τρομερή συσσώρευση πλούτου από την μια και φτώχειας από την άλλη. Την ίδια ώρα ο καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί και κυριαρχήσει σε κάθε γωνιά του κόσμου, εδώ και μερικά χρόνια η πλειονότητα των ανθρώπων κατοικεί σε πόλεις (για πρώτη φορά στην ιστορία), η εργατική τάξη διεθνώς είναι η μεγαλύτερη, πιο μορφωμένη, πιο ομογενοποιημένη αλλά και πιο κατακερματισμένη από ποτέ, ένας πολύχρωμος πολυκόσμος που ο κόσμος του ανήκει. Γι’ αυτό η επανάσταση στην εποχή μας θα είναι της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, αντικαπιταλιστική με κομμουνιστικό προσανατολισμό, απαντώντας και στα νέα ακόμα βαθύτερα προβλήματα της ελευθερίας και της δημοκρατίας, της απελευθέρωσης των λαών και της ειρήνης, της σωτηρίας του περιβάλλοντος και του πλανήτη, που μόνο με αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Η επανάσταση είναι σήμερα ακόμα πιο αναγκαία, καθώς το σύγχρονο κράτος δεν είναι απλώς η Μονκάδα ούτε καν τα Χειμερινά Ανάκτορα, αλλά μιας συμπαγής λειτουργία εξουσίας, με κοινοβουλευτισμό μανδύα και ενημερωτική τύφλωση, που στηρίζεται όμως στη βία των όπλων και των τραπεζών, διαπλεκόμενο στενά με την αστική εξουσία στο εργοστάσιο και στα διεθνή συμπλέγματα, τύπου ΕΕ ή άλλων ολοκληρώσεων και ΝΑΤΟ. Και πρέπει να ανατραπεί, να τσακιστεί από τον εργατικό λαϊκό αγώνα και τα όργανα πάλης και αντιεξουσίας. Γι’ αυτό θα χρειαστεί όλη η δύναμη της πρωτοπορίας που κινητοποίησαν ο Φιντέλ και ο Τσε. Τα «αντάρτικα» όμως της νέας εποχής δεν θα στηθούν στα βουνά ή στις αγροτικές περιοχές (με τη γκεβαρική θεωρία του Φοκισμού, δηλαδή της δημιουργίας Κέντρου σε κάποια απομονωμένη περιοχή) αλλά μέσα στις εργατικές μητροπόλεις, με χρήση των όπλων του μαζικού επαναστατικού αγώνα.