Γιώργος Μουρμούρης
Να γυρίσει το ρολόι στο μακρινό 2010 μοιάζει να προσπαθεί η κυβέρνηση, εξαπολύοντας μια καταιγιστική επίθεση «από τα παλιά» κατά του Δημοσίου και των δημόσιων υπαλλήλων. Όπως τους τελευταίους προ-μνημονιακούς μήνες ο Γιώργος Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ ξιφουλκούσαν κατά του «μπάχαλου» στο δημόσιο και παρουσίαζαν τους δημόσιους υπαλλήλους ως… στρατιές τεμπέληδων και αργόμισθων, προετοιμάζοντας το έδαφος για την κοινωνική λαίλαπα που θα ακολουθούσε, έτσι σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία επιχειρούν να φορτώσουν στο Δημόσιο και τους υπαλλήλους του όλες τις «αμαρτίες» 15 χρόνων σκληρού και άγριου νεοφιλελευθερισμού. Στο Δημόσιο και τους υπαλλήλους του δηλαδή επιχειρείται να φορτωθούν τα «σπασμένα» μιας (σχεδόν ταυτόσημης παρά την εναλλαγή έξι κομμάτων στα κυβερνητικά σχήματα όλης της 15ετίας) πολιτικής που εγκαινιάστηκε με επίθεση στους δημόσιους υπαλλήλους, της οποία βασική ορίζουσα είναι η παράδοση όλων των κερδοφόρων λειτουργιών του Δημοσίου στους ιδιώτες και η καταδίκη των υπολοίπων, μη κερδοφόρων τμημάτων στο μαράζωμα και την παρακμή διά της υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης.
Μια διαφορά ίσως με το μακρινό 2010 είναι ότι ενώ τότε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ χτυπούσε το Δημόσιο ετοιμαζόμενη να επιτεθεί, από κοινού με την ΕΕ και το ΔΝΤ και κατ’ εντολή του κεφαλαίου, σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ εμφανίζεται «επιθετικά αμυνόμενη» – καθώς τους προηγούμενους μήνες ένιωσε να χάνει «τη γη κάτω από τα πόδια της» με τις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη. Όμως το στριμωγμένο θηρίο είναι το πιο επικίνδυνο… Κάτι που επιβεβαιώθηκε με την ανακοίνωση, από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, της πρόθεσης για αναθεώρηση του άρθρου 103 του Συντάγματος με στόχο την κατάργηση της μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων.
Ο πρωθυπουργός συνέδεσε μάλιστα τη δυνατότητα απόλυσης υπαλλήλων με την άρνηση της αξιολόγησης, σε μια κίνηση που περισσότερο θυμίζει την εποχή των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων. Και αυτό γιατί η «αξιολόγηση» δεν είναι μια ουδέτερη έννοια, απαλλαγμένη από το πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου διενεργείται. Για να το θέσουμε συνοπτικά, άλλα θα ήταν τα κριτήρια αξιολόγησης σε ένα πλαίσιο όπου ύψιστη προτεραιότητα θα αποτελούσε η εξυπηρέτηση των εργατικών-λαϊκών αναγκών από τον «δημόσιο τομέα» (ο όρος για την οικονομία της συζήτησης), άλλα είναι στο πλαίσιο ενός άγριου καπιταλισμού που εμπορευματοποιεί από την υγεία και την παιδεία μέχρι το ρεύμα, το νερό, ακόμα και τον ουρανό πάνω από την Ακρόπολη.
Ακόμα και η αξιολόγηση των δημόσιων υπηρεσιών από τους ίδιους τους πολίτες όμως αποτελεί φενάκη, γιατί ο αξιολογητής κρίνει το αποτέλεσμα και όχι το υπόβαθρο που οδήγησε σε αυτό. Μια δυσμενής αξιολόγηση για τις ενδεχομένως αρνητικές εντυπώσεις από ένα δημόσιο νοσοκομείο, επί παραδείγματι, θα μπορούσε να στηλιτεύει τη μεγάλη αναμονή στα επείγοντα – την οποίαν πιθανώς η κυβέρνηση θα έσπευδε να φορτώσει στους «τεμπέληδες» νοσοκομειακούς. Καμιά αξιολόγηση όμως δεν θα μπορούσε να αναδείξει τα βαθύτερα αίτια της αναμονής: Την έλλειψη γιατρών και νοσηλευτών, τις συνθήκες υπερεντατικής εργασίας υπό τις οποίες λειτουργεί το προσωπικό, την απουσία δημόσιων επενδύσεων σε εξοπλισμό και υποδομές, την υποστήριξη των ιδιωτών που κάνουν μπίζνες στον χώρο της υγείας.
Ας μη ξεχνάμε, άλλωστε, ότι αξιολογήσεις σε δημόσια προσβάσιμες πλατφόρμες γίνονται εδώ και χρόνια. Ας δούμε για παράδειγμα τι έγραφε πριν τρία έτη ένας επιβάτης στην πλατφόρμα της Google, σχολιάζοντας τις συνθήκες στον σταθμό Λαρίσης: «Απαράδεκτη η κατάσταση που υπάρχει στις μοναδικές τουαλέτες του σταθμού: μακάρι μόνο να μην είχε σαπούνι και χαρτί. Εδώ μιλάμε για σπασμένους νιπτήρες και πλήρη απουσία παροχής νερού τόσο στις γυναικείες όσο και στις ανδρικές. Ντροπιαστική συνθήκη για τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Αθήνας».
Τα ίδια σχόλια συνεχίζονται έως σήμερα – επί τρία χρόνια δηλαδή δεν άλλαξε τίποτα. Ίσως οι θιασώτες της αξιολόγησης στην κυβέρνηση να μην πολυδιαβάζουν αξιολογήσεις στην Google. Ή, το πιθανότερο, έχουν γραμμένη στα παλιά τους τα παπούτσια την εμπειρία των επιβατών (όπως και την ασφάλειά τους), και με την αξιολόγηση πουλούν φύκια για μεταξωτές κορδέλες, εμφανιζόμενοι ως «Αριάδνες» που παλεύουν με τον «Μινώταυρο» του Δημοσίου – ενώ οι ίδιοι είναι ο Μινώταυρος…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 24-25 Μάϊου