Διαγραφές φοιτητών στο φόντο της ευρύτερης αντιεκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης
Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, από τον νόμο 815 μέχρι την προμνημονιακή περίοδο του ‘06-‘07 και τις μνημονιακές δεσμεύσεις του 2011, οι διαγραφές φοιτητών αποτελούν -μεταξύ άλλων- στρατηγικού τύπου αναδιαρθρωτικό μέτρο, συμπληρωματικό πάντα προς τις εκάστοτε κατευθύνσεις των υπερεθνικών οργανισμών και ολοκληρώσεων για την παιδεία. Η πολιτική της επιχειρηματικοποίησης, της ιδιωτικοποίησης και του «εκσυγχρονισμού» της δημόσιας και δωρεάν παιδείας και το χιλιοπαιγμένο αφήγημα της διαγραφής αιωνίων που «λιμνάζουν» στα ελληνικά πανεπιστήμια εις βάρος του δημοσίου, πλέκουν το νήμα που συνδέει τις χρόνιες απόπειρες του αστικού στρατοπέδου να εφαρμόσει το μέτρο. Η ψήφιση του νόμου και οι εξαγγελίες της ΝΔ για διαγραφές από το Σεπτέμβρη του 2025, εντάσσεται καταρχάς στη στρατηγική επιδίωξη της κυβέρνησης για καταστρατήγηση των δημόσιων δωρεάν πανεπιστημίων κάτω από το τρίπτυχο «διάλυση – ιδιωτικοποίηση – επιχειρηματική ανασυγκρότηση», που εφαρμόζει πιστά σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής.
Όπως το μέτρο των διαγραφών, λοιπόν, συνδέεται με τη συνολική επιδίωξη περαιτέρω επιχειρηματικοποίησης της εκπαίδευσης, έτσι και η μάχη ενάντια σε αυτό, πρέπει να κεντράρει στον πυρήνα της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης. Ομοίως, όπως η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση αποτελεί τμήμα της ευρύτερης αναδιάρθρωσης των δημοσίων φορέων (Υγεία, Παιδεία, Ρεύμα, Νερό), έτσι και το φοιτητικό κίνημα οφείλει να αναδείξει τις δράσεις του ως πτυχή της κοινωνικής αντιπαράθεσης με τη συνολική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της επιχειρηματικοποίησης.
Ο στόχος αυτός δεν είναι εύκολος, στις υπάρχουσες συνθήκες της Αριστεράς εντός και εκτός σχολών. Δυνάμεις εντός της, αδυνατούν να πιστέψουν πολιτικά στη δυνατότητα σύνδεσης και συνολικοποίησης των κοινωνικών αντιστάσεων. Πρωταρχικό μέλημα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στο δοσμένο κοινωνικό πλαίσιο και τους υπάρχοντες πολιτικούς συσχετισμούς, αποτελεί η συγκρότηση μίας ανάλυσης και ενός αφηγήματος που θα καταφέρει ακριβώς αυτό. Δηλαδή να εντάξει τον αγώνα του φοιτητικού κινήματος στο ψηφιδωτό των ευρύτερων κοινωνικών κινητοποιήσεων.
Στο «στόχαστρο» η εργατική νεολαία και το δημόσιο πανεπιστήμιο
Το διαχρονικό οικονομικό «ξεζούμισμα» των δημόσιων πανεπιστημίων μέσω του «κουτσουρέματος» της κρατικής χρηματοδότησης, δίνει τη σκυτάλη στην ψήφιση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, η οποία και αυτή με τη σειρά της στοχεύει στην «αναδιαμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των δημόσιων ΑΕΙ», με την εισβολή των Συμβουλίων Ιδρυμάτων που αποτελούνται από εξωπανεπιστημιακούς φορείς της αγοράς. Ομοίως, η Ενιαία Βάση Εισαγωγής πετάει κάθε χρόνο εκτός πανεπιστημίου τα πιο ταξικά παιδιά και θέτει τα θεμέλια για την εισαγωγή ενός πλαισίου ανταγωνισμού μεταξύ των πανεπιστημίων με κριτήριο τους δείκτες αποδοτικότητας και… έπαθλο την οικονομική επιβίωση. Οι διαγραφές περίπου 300.000 φοιτητών συμπληρώνουν το παραπάνω παζλ.
Η επιχειρηματικοποίηση ως στόχος
Η κυβέρνηση ορίζει την αναλογία φοιτητών – καθηγητών ως ένα από τα ανταποδοτικά κριτήρια για το ύψος της χρηματοδότησης κάθε τμήματος, συνεχίζοντας το πάγωμα των προσλήψεων ακαδημαϊκού προσωπικού εξαιτίας των μνημονιακών δεσμεύσεων και της επιτροπείας, οδηγώντας σε οικονομικό στραγγαλισμό όσα τμήματα δεν εφαρμόσουν το μέτρο. Θυμίζει… μπράβους της νύχτας, που πρώτα σε απειλούν, για να σε αναγκάσουν στη συνέχεια να αγοράσεις την προστασία τους. Τα πανεπιστήμια αναγκάζονται, λοιπόν, να προσαρμοστούν στη λογική του κόστους – οφέλους, βασίζοντας έτσι τη λειτουργία τους σε ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια σύμφωνα με τις νόρμες της αγοράς, όπως ορίζει η ΕΕ και ο ΟΟΣΑ. Σε κάθε κρίσιμη αντιπαράθεση μεταξύ κυβερνήσεων και φοιτητικού κινήματος, οι διαγραφές φοιτητών αποτελούσαν κομμάτι ενός συνολικότερου σχεδίου καταστρατήγησης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου, που στόχο είχε εν τέλει την περαιτέρω επιχειρηματικοποίησή του.
Το κόστος των «αιώνιων» φοιτητών δεν υπερβαίνει αυτό μίας κόλλας αναφοράς
Ταξικοί Φραγμοί
Το μέτρο των διαγραφών ενισχύει το κυβερνητικό αφήγημα ότι το πανεπιστήμιο είναι για λίγους! Τα παιδιά των πιο λαϊκών στρωμάτων δεν χωράνε εντός του, καθώς πλήττονται άμεσα από την ταξικά μεροληπτική πολιτική του κεφαλαίου. Τους αρμόζουν τα κατακερματισμένα προγράμματα σπουδών μεταλυκειακής εκπαίδευσης και η μαθητεία! Φυσικά, πάντα με το αντίστοιχο οικονομικό αντίτιμο, το οποίο -παρότι μικρότερο από όσα θα δαπανήσουν εν τέλει για να περάσουν σε ΑΕΙ- κατευθύνεται και αυτό συχνά στην «τσέπη» ιδιωτών – όπως Επαγγελματικές Ακαδημίες μέσω ΣΔΙΤ. Με τα ποσοστά των φοιτητών που εργάζονται όσο σπουδάζουν να εκτοξεύονται, και έχοντας πλέον τον «βραχνά» της διαγραφής πάνω από το κεφάλι τους, η παραίτηση από την προοπτική των σπουδών τους σε δημόσιο ίδρυμα αποτελεί μονόδρομο για πολλούς/ες.
Ένα κατάφωρο ψέμα…
Το βασικό επιχείρημα περί «αιωνίων» που κοστίζουν στο δημόσιο, κυκλοφορεί ανά τα χρόνια
με σκοπό τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και την ανάδειξη των πιο αντιδραστικών αντανακλαστικών, ποντάροντας στην ενεργοποίηση του κοινωνικού αυτοματισμού. Οποιοσδήποτε, όμως, μπορεί να μάθει ότι το κόστος φοιτητικών παροχών των λεγόμενων «αιώνιων» δεν υπερβαίνει το κόστος μίας κόλλας αναφοράς μία φορά το εξάμηνο στην εξεταστική περίοδο! Μάλιστα, όλα αυτά λέγονται ενόσω η συνολική φοιτητική μέριμνα περικόπτεται και ιδιώτες κάνουν «πάρτι» με τις απευθείας αναθέσεις. Τομείς όπως στέγαση, σίτιση, μεταφορές, πέφτουν κατά βάση στις πλάτες των φοιτητών, εν ενεργεία και μη, επειδή είτε δεν καλύπτονται από το κράτος είτε το κράτος προχωράει σε εικονικούς ιδιωτικούς διαγωνισμούς, δίνοντας υπέρογκα ποσά για χαμηλής ποιότητας και ανταποδοτικές παροχές – όπως για παράδειγμα σίτιση σε εργολάβους που χρεώνουν τη μερίδα.
Ο εργαζόμενος λαός και η νεολαία, πάντως, γνωρίζουν από πρώτο χέρι το κόστος των ιδιωτικοποιήσεων, της μετακύλησης των ανύπαρκτων κρατικών παροχών, των ματωμένων πλεονασμάτων και των εξοπλιστικών προγραμμάτων, της ακρίβειας και της φοροληστείας υπέρ των μεγάλων μερίδων του κεφαλαίου.
Να βαθύνει η ρήξη!
Ο πυρήνας της αντιπαράθεσης με τα αστικά επιτελεία πρέπει να βαθύνει. Στο στόχαστρο του κινήματος πρέπει να μπει η αγοραία λογική του κεφαλαίου, που βάζει την ανθρώπινη ζωή στο «ζύγι» με τα κέρδη. Αυτή άλλωστε αποτελεί και την ουσία των εκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων τόσων χρόνων, που στη συγκεκριμένη περίοδο αποκρυσταλλώνονται στο ζήτημα των διαγραφών. Το φοιτητικό κίνημα δεν μπορεί να αρκείται σε μια αποκαλυπτική λογική «Αφού δεν κοστίζουμε, γιατί να διαγραφούμε;», αλλά οφείλει να περάσει σε ένα θετικό αντιπρόταγμα για το καθολικό δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία. Απαιτείται εφ’ όλης της ύλης σύγκρουση με τα σχέδια διαμόρφωσης ενός εργαζομένου σώματος κατακερματισμένου, όπου το διαρκές ζήτημα της επιβίωσης απαντιέται με δια βίου προγράμματα ημικατάρτισης και πιστοποιήσεων, χωρίς δυνατότητα σφαιρικής μόρφωσης και εποπτείας, έτοιμο να στελεχώσει τη νέα εργατική βάρδια που έχει ανάγκη η πολύπλευρη κρίση του καπιταλισμού, τη στιγμή μάλιστα που η σύγχρονη εργατική τάξη (μπορεί να) είναι πιο μορφωμένη από ποτέ.
Ζήτημα μιας ολόκληρης κοινωνίας
Για αυτό το μέτωπο των διαγραφών και γενικότερα της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Η αντιπαράθεση με τα βασικά αστικά ιδεολογήματα πρέπει να μετατραπεί σε ευρεία κινηματική έκρηξη. Δεν είναι τυχαίο ότι δυνάμεις εντός των κόλπων της Αριστεράς αδυνατούν να περιγράψουν μία τέτοια λογική, είτε γιατί δεν θέλουν να αναμετρηθούν με την κυοφορούσα δυναμική που εκφράστηκε ήδη από την περσινή κινηματική χρονιά ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, είτε γιατί τα «μυωπικά γυαλιά» τους δεν τους αφήνουν να δουν πέρα από τα όρια της αστικής συνταγματικής νομιμότητας. Έτσι όμως, αδυνατίζουν το εκτόπισμα που μπορεί να έχει το φοιτητικό κίνημα, προκρίνοντας αγώνες χαμηλών πτήσεων και συμπερασμάτων.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά οφείλει να αναδείξει ακόμα περισσότερο το αίτημα για καθολική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των παιδιών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Απέναντι στην ποσοτικοποίηση των σπουδών και τη μετατροπή τους σε στείρα «πακέτα» γνώσεων, που μετριούνται σε ανταποδοτικούς δείκτες (χρόνος περάτωσης, πιστωτικές μονάδες, βαθμολογία κλπ.), πρέπει να αναδείξει τον απελευθερωτικό χαρακτήρα της μόρφωσης που έχει ανάγκη η νεολαία, με αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών στη βάση των σύγχρονων αναγκών, κόντρα στις επιταγές της αγοράς και του κεφαλαίου, των πολέμων του και της κερδοφορίας του στις πλάτες μας.
Μόνο έτσι, θα μπορέσει το φοιτητικό κίνημα να απεγκλωβιστεί από τα «σκοινιά» και να φωνάξει: «Σε ένα ταχέως εξελισσόμενο κόσμο, παλεύουμε για να τον ερμηνεύσουμε και -εν τέλει- να τον αλλάξουμε»!
Παντελής Παπαχρόνης
Ενδοθεσμικές αντιδράσεις στο φόντο της κυβερνητικής επιθετικότητας
Να μην εφαρμοστεί -τουλάχιστον με τη σημερινή του μορφή- το μέτρο των διαγραφών φοιτητών που υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα έτη ζητάει και μεγάλο μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αυτό αποτυπώνεται ήδη σε αποφάσεις και ανακοινώσεις μιας συγκλήτου και μιας σειράς κοσμητειών και τμημάτων σχολών. Πρόκειται για τη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου Αθηνών και το τμήμα Φυσικής του ιδρύματος, τα τμήματα Μεταλλειολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ, Διοίκησης Επιχειρήσεων, ΤΕΠΕΚΕ και Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, του Πολυτεχνείου Κρήτης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, του Ιστορικού-Αρχαιολογικού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Αντίστοιχη στάση κρατούν οι κοσμητείες ΣΘΕ και Φιλοσοφικής του ΑΠΘ και Ανθρωπιστικών Επιστημών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Την αντίθεση τους έχουν εκφράσει, ακόμα, με κοινή τους ανακοίνωση οι πρόεδροι τμημάτων σχολών Μαθηματικών από όλη την Ελλάδα, ενώ η λίστα συνεχώς μεγαλώνει.
Οι κινήσεις αυτές, παρά την μερική αντίθεση τους στο μέτρο, δείχνουν πως οι αγώνες και οι πιέσεις του φοιτητικού κινήματος δεν περνάνε απαρατήρητες και μπορούν να παίξουν ρόλο στις εξελίξεις. Από την απόφαση της Συνόδου Πρυτάνεων εξάλλου είχε φανεί πως, ενώ οι διοικήσεις των σχολών δεν θα επιλέξουν την ευθεία σύγκρουση με το υπουργείο Παιδείας, δεν μπορούν να ταχθούν πλήρως και κατάφωρα με την αντιεκπαιδευτική πολιτική που προωθεί. Να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με τον ψηφισμένο νόμο προβλέπεται να τεθούν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 333.741 φοιτητές, δηλαδή το 47,97% του συνόλου! Φαίνεται, λοιπόν, πως η επιθετικότητα της κυβέρνησης, όπως εκφράζεται και με το μέτρο των διαγραφών, δεν μπορεί να χαίρει ευρείας αποδοχής.
Αρκούν, όμως, τα παραπάνω στον αγώνα ενάντια στις διαγραφές; Φυσικά και όχι. Στόχος του φοιτητικού κινήματος δεν είναι η άτυπη «συμμαχία» με θεσμικούς φορείς που υπηρετούν τη λογική της επιχειρηματικοποίησης της παιδείας. Οι ανακοινώσεις αυτών, κατά των διαγραφών, δεν δίνουν περιθώρια «συνεύρεσης» με το μαχόμενο φοιτητικό κίνημα, παρά μόνο μπορούν να αξιοποιηθούν ως σημείο αντιπαράθεσης με το υπουργείο. Μόνος δρόμος για την καθολική ακύρωση των διαγραφών, είναι η πολιτική σύμπλευση του φοιτητικού κινήματος με τα υπόλοιπα κομμάτια του πανεκπαιδευτικού και εργατικού κινήματος. Άλλωστε, η στάση «καθησυχασμού» των φοιτητών από πιο «προοδευτικές» διοικήσεις θα μπορούσε να καταλήξει και στα αντίθετα αποτελέσματα!
Το επόμενο διάστημα αναμένεται η αντιπαράθεση για τις διαγραφές να μπει σε πρώτο πλάνο. Στοίχημα για το φοιτητικό κίνημα είναι να τεθούν τα αιτήματα που θα αμφισβητήσουν στο πυρήνα της την αντιεκπαιδευτική κατεύθυνση υπουργείου-κυβερνήσεων-ΕΕ και θα συγκροτήσουν ένα πλατύ ρεύμα εργαζομένων-φοιτητών που θα θέσει εμπόδια στην εφαρμογή όλων των αντιδραστικών διατάξεων στην παιδεία.
Φοίβος Κακαμανούδης