Φώτης Σπυρόπουλος
Η επανέκδοση του Ιστορία και ταξική συνείδηση είναι μια ευκαιρία για γνωριμία με έναν από τους μεγαλύτερους μαρξιστές φιλοσόφους του 20ου αιώνα, τον Γκεόργκ Λούκατς. Είναι ευκαιρία για γνωριμία με τις απαντήσεις που έδωσε ο μαχόμενος διανοούμενος σε ερωτήματα που απασχολούν και σήμερα και αφορούν την υλιστική διαλεκτική και την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης.
Το Ιστορία και ταξική συνείδηση του Γκέοργκ Λούκατς είναι ένα ιστορικό έργο που επανεκδόθηκε στα ελληνικά τον Μάιο του 2023 από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων σε μετάφραση της Ευαγγελίας Τομπορή. Το συγκεκριμένο βιβλίο γραμμένο πριν από σχεδόν 100 χρόνια, είχε κυκλοφορήσει στο παρελθόν στην Ελλάδα το 1975, από τις εκδόσεις Οδυσσέας. Πρόκειται για μια διαβόητη συλλογή κειμένων, με την υποσημείωση 6, όπου ο Λούκατς τραβάει μια κόκκινη γραμμή στο πεδίο εφαρμογής της διαλεκτικής μεταξύ κοινωνίας και φύσης ή για τη γενικότερη κριτική που του γίνεται ως ιδεαλιστή. Ο Λούκατς μετά τον Μαρξ επιστρέφει στον Χέγκελ με σκοπό να προχωρήσει, κατά την άποψή του, τον ιστορικό υλισμό άρα και να γυρίσει πάλι πίσω στον Μαρξ. Τέτοια σχήματα εμφανίζονται συχνά σε διαλεκτικά κείμενα, αλλά η περιπλοκότητα ή δυστροπία τους δεν πρέπει να αποθαρρύνει τον αναγνώστη από την τριβή με αυτά και το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα καλό εναρκτήριο σημείο ανάγνωσης.
Η πρώτη θεματική («Τι είναι ο ορθόδοξος μαρξισμός») αφορά την διττή υπόσταση του μαρξισμού σαν μεθοδολογικό εργαλείο και οντολογικό σύστημα, εισάγοντας εξ αρχής ένα διαλεκτικό στοιχείο το οποίο διαποτίζει όλο το έργο. Συνεχίζει με το αναγκαίο αίτημα (και σκοπό) του μαρξισμού, τη σύνδεση θεωρίας και πράξης. Η συγκεκριμένη θέση ξεκινά από την παρουσίαση της απόστασης μεταξύ θεωρίας και πρακτικής σε θεωρίες προ του μαρξισμού και συνεχίζει με την παρουσίαση της δυνατότητας του μαρξισμού να ενώσει οργανικά αυτές τις δύο έννοιες. Σε επόμενα κεφάλαια αναπτύσσονται θέματα μηχανιστικής αντίληψης της ιστορίας, με κριτική σε εκφραστές, τόσο αστούς όσο και σοσιαλδημοκράτες, παρουσιάζοντας τα αδιέξοδα που προκύπτουν, ενώ αναδεικνύει την εργατική τάξη σαν το υποκείμενο που τα υπερβαίνει και μέσω αυτής τη διαδικασία υπερβαίνει και αναιρεί τον εαυτό του.
Ορισμένα από τα ιστορικά τέλματα που προκύπτουν επιστρέφουν στη συζήτηση ως γνωσιοθεωρητικά ζητήματα, όπως το κατά πόσο ο καπιταλισμός αποτελεί ανυπέρβλητο «φυσικό νόμο», θέματα εξορθολογισμού του καπιταλισμού κυρίως ως προς τον καταμερισμό της εργασίας και εν τέλη στην αδυναμία θεώρησης ενός όλου μέσα από την αστική φιλοσοφία. Στα παραπάνω, συγκροτείται η έννοια της ταξικής συνείδησης, η οποία αντιστοιχεί στην τάξη σαν υποκείμενο και όχι σε κάποιο μεμονωμένο άτομο.
Η αυτοκριτική οφείλει να είναι στοιχείο της ζωής του προλεταριάτου, διότι μόνο η αλήθεια μπορεί να επιφέρει τη νίκη του
Έχοντας πιάσει αρκετές φόρες το «νήμα» της τάξης νομοτελειακά, θα μπορούσε να πει κάποιος, παρουσιάζεται στα κείμενα και ο ιστορικός υλισμός. Αρχικά σαν αναλυτικό εργαλείο ειδικά στα πρώτα κεφάλαια και έπειτα ως συνθετικό και καθοδηγητικό στοιχείο όταν αναφέρεται η ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης ως ιστορική ανάγκη και χρέος. Με αυτόν περιγράφεται η εναλλαγή μορφών, οι οποίες είναι φαινομενικά αμετάβλητες δίχως τη χρήση του. Στρέφοντας όμως το βλέμμα από το παρελθόν στο μέλλον, στην ίδια βάση ανοίγονται θέματα όπως η νομιμότητα και η παρανομία, το κράτος και η επανάσταση και η θέση του κράτους εντός της και τέλος το ζήτημα της οργάνωσης ως προς τον εαυτό της αλλά και πιο πλατιά προς της μάζες. Θεματολογίες πάντοτε επίκαιρες, ειδικά τώρα, μόλις μερικά βήματα πριν από το συνέδριο της Πρωτοβουλίας για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, οι οποίες έχουν αξία να επανεξεταστούν. Όχι σαν απλές στιγμές σκέψης ενός θεωρητικού αλλά σαν αποτύπωση μιας ιστορικής κατάστασης όπου κάτι ιστορικά καινούργιο δομείται και ο συγκεκριμένος θεωρητικός προσπαθεί να περιγράψει, ποιες τάσεις το έφτασαν σε εκείνο το σημείο και έπειτα που θα το οδηγήσουν.
Ιδιαίτερα το ζήτημα της συνείδησης και του ρόλου της στην ταξική πάλη έχει διαχρονική σημασία: «Το προλεταριάτο πραγματώνεται καταργώντας τον εαυτό του, δημιουργώντας την αταξική κοινωνία μέσα από την ολοκλήρωση του ταξικού του αγώνα. Ο αγώνας για αυτή την κοινωνία, στον οποίο η δικτατορία του προλεταριάτου είναι απλώς μια φάση, δεν είναι μόνο ένας αγώνας εναντίον του εξωτερικού εχθρού, αλλά ταυτόχρονα ένας αγώνας του προλεταριάτου εναντίον του εαυτού του: εναντίον των καταστρεπτικών και ταπεινωτικών επιρροών του καπιταλιστικού συστήματος στην ταξική συνείδηση. […] Το προλεταριάτο δεν πρέπει να αποφύγει την αυτοκριτική. Η αυτοκριτική οφείλει να είναι στοιχείο της ζωής του, διότι μόνο η αλήθεια μπορεί να επιφέρει τη νίκη του».
ΓΚΕΟΡΓΚ ΛΟΥΚΑΤΣ
Ενότητα φιλοσοφίας και πολιτικής δράσης
Ο Γκέοργκ Λούκατς (1885-1971), γεννημένος στη Βουδαπέστη, ήταν από τους κορυφαίους μαρξιστές φιλοσόφους του 20ου αιώνα. Ήταν επίσης κριτικός και ιστορικός της λογοτεχνίας. Σε αντίθεση με το κυρίαρχο σήμερα μοντέλο «καταμερισμού εργασίας», όπου οι θεωρητικοί στοχάζονται και οι πολιτικοί ηγέτες δρουν στη βάση κάποιας κοντόθωρης τακτικής και του «ρεαλισμού», ο Λούκατς εντάχθηκε στο ΚΚ Ουγγαρίας το 1918 και έγινε Λαϊκός Επίτροπος Παιδείας στην τετράμηνη σοβιετική κυβέρνηση του Μπέλα Κουν. Μετά την συντριβή της ουγγρικής επαναστατικής εξουσίας κατέφυγε στη Βιέννη όπου συνελήφθη, αλλά στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος μετά από διεθνή εκστρατεία για την απελευθέρωσή του. Από το 1931 ήταν στο Βερολίνο, απ’ όπου απελάθηκε μετά την άνοδο των ναζί, καταφεύγοντας στην ΕΣΣΔ μέχρι το τέλος του πολέμου. Συμμετείχε στην κυβέρνηση του Ίμρε Νάγκι το 1956 επιδιώκοντας να συμβάλλει στην ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλισμού στη χώρα του.
Μετά την ανατροπή της κυβέρνησης του Νάγκι από το σοβιετικό στρατό απελαύνεται στη Ρουμανία απ’ όπου επιστρέφει ένα χρόνο μετά. Εντάχθηκε ξανά στο ΚΚ παραμένοντας μέλος του μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1968 καταδίκασε τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Το 1969 έγραψε: Είμαι ακόμα και σήμερα, παρά τις αλλαγές που έφερε η εξέλιξη, το ίδιο πιστός κομμουνιστής όπως τότε, στα 1918, όταν προσχώρησα στο κόμμα. Η σαφήνεια στην άρνηση των σταλινικών μεθόδων, που την κατέκτησα σιγά σιγά και την εξέφρασα στα γραπτά μου, ποτέ δεν σήμαινε απομάκρυνση απ’ τον σοσιαλισμό.
Μπάμπης Συριόπουλος