Γιώργος Παυλόπουλος
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή. Για το αμερικανικό κεφάλαιο, φυσικά, που τελικώς αποφάσισε να συμπαραταχθεί ανοιχτά μαζί του, αναγνωρίζοντας ότι είναι αυτός που μπορεί να επιβάλει τα συμφέροντά του και να εδραιώσει την ηγεμονία του, τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων.
Επιστροφή στην εξουσία με λαϊκή πλειοψηφία
Από αυτό το Σαββατοκύριακο μέχρι και το βράδυ της ερχόμενης Δευτέρας, 20 Ιανουαρίου, οπότε και θα ολοκληρωθεί η επίσημη τελετή, η Ουάσιγκτον θα κινείται και θα αναπνέει στον ρυθμό της ορκωμοσίας του νέου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής: του Ντόναλντ Τραμπ. Του αδιαμφισβήτητου ηγέτη των Ρεπουμπλικάνων, ο οποίος πέτυχε μια ρεβάνς που φάνταζε στους περισσότερους αρκετά δύσκολη ως και απίθανη όταν ανακοίνωνε την υποψηφιότητά του, και του επέτρεψε να γίνει ο δεύτερος πολιτικός στην ιστορία της χώρας – μετά τον (Δημοκρατικό) Γκρούβερ Κλίβελαντ, το 1893 – που καταφέρνει να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο μετά από μία εκλογική ήττα.
Ταυτόχρονα, ο Τραμπ θα έχει καταφέρει να κατακτήσει μια σειρά πρωτιές: Είναι ο μοναδικός υποψήφιος του συγκεκριμένου κόμματος εδώ και δύο δεκαετίες που, εκτός από την πλειοψηφία στο σώμα των εκλεκτόρων, έλαβε περισσότερες ψήφους από τον Δημοκρατικό αντίπαλό του (την Κάμαλα Χάρις) – κάτι που δεν είχε πετύχει ούτε ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος το 2004 με αντίπαλο τον Αλ Γκορ, ούτε όμως και ο ίδιος το 2016 απέναντι στη Χίλαρι Κλίντον. Γίνεται, επίσης, ο πρώτος που κερδίζει την προεδρία παρ’ ότι διαθέτει πλούσιο «μητρώο» εγκληματικών πράξεων, για τις οποίες άλλωστε έχει κατηγορηθεί – κι αυτό, ενώ δεν έχει υπάρξει άλλος τέως πρόεδρος ο οποίος να έχει κριθεί ένοχος και καταδικαστεί για κακούργημα.
Τα παραπάνω δεδομένα έρχονται να επιβεβαιώσουν, ειδικά για εκείνους και εκείνες που διατηρούν ακόμη αμφιβολίες, ότι ο Τραμπ δεν αποτελεί ένα «ατύχημα» ή μία «παρένθεση», αλλά την προσωποποίηση ενός ολόκληρου κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού ρεύματος της εποχής μας.
Ο καπιταλισμός των ΗΠΑ σε φάση ακραίας επιθετικότητας, επιταχύνει το βίαιο ξεκαθάρισμα λογαριασμών σε παγκόσμιο επίπεδο
Από την 6η Νοεμβρίου, όταν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών είχε γίνει γνωστό και δεν επιδεχόταν κανενός είδους αμφισβήτησης, ενώ παράλληλα διαφαινόταν ότι και το Κογκρέσο θα περνούσε εξ’ ολοκλήρου στον έλεγχο των Ρεπουμπλικάνων, η βίλα του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα μετατράπηκε σε κέντρο υποδοχής αιτημάτων, υποβολής δηλώσεων πίστης και σεβασμού και εκδήλωσης καλών προθέσεων για μελλοντική συνεργασία. Και μάλιστα, όχι από κάποιους τυχάρπαστους, από ανθρώπους δηλαδή που ήλπιζαν να κάνουν μια αρπαχτή και να πιάσουν την καλή, αλλά από επώνυμους οι οποίοι ανήκουν στην αφρόκρεμα του αμερικανικού κεφαλαίου. Ανάμεσά τους, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ της Meta (Facebook, Instagram κ.λπ.), ο Τζεφ Μπέζος της Amazon, ο Τιμ Κουκ της Apple, ο Σούνταρ Πίτσαϊ της Alphabet (Google), ο Τεντ Σαράντος της Netflix και άλλοι – παγκοσμίως γνωστοί και οικονομικά πανίσχυροι.
Η παραπάνω εικόνα έκανε μέχρι και τον Τζο Μπάιντεν, στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του, να επισημάνει την απειλή που συνιστά η συγκέντρωση της εξουσίας και του πλούτου στα χέρια πολύ λίγων ανθρώπων – χωρίς να μας πείσει, φυσικά, καθώς κατά τη θητεία του είχε αγαστές σχέσεις με πολλούς από αυτούς που τώρα καταγγέλλει, όπως αποδεικνύει και η λίστα των χορηγών του. Όσο για τους Financial Times, έθεσαν το εξής ερώτημα: «Ακολουθεί η επιχειρηματική Αμερική την κατεύθυνση της MAGA;», της λέξης δηλαδή που προκύπτει από τα αρχικά του συνθήματος «Κάνουμε Ξανά Μεγάλη την Αμερική» (Make America Great Again). Αφού δε απαρίθμησαν μια σειρά κινήσεων «καλής θέλησης» των Αμερικανών ολιγαρχών προς τον νέο πρόεδρο, καθώς συνειδητοποιούν ότι κινδυνεύουν να χάσουν όλο το «χαρτί» από τον Ίλον Μασκ, επιχείρησαν να δώσουν και την απάντηση.
«Οι εκλογές αυτές επιτάχυναν μια ευρύτερη στροφή προς πιο συντηρητικές κοινωνικές και πολιτικές θέσεις, καθώς και προς τον καπιταλισμό χωρίς περιορισμούς. Οι εταιρείες καταργούν τμήματα που έχουν να κάνουν με την ισότητα, τη διαφορετικότητα και τη συμπεριληπτικότητα, περιορίζοντας τη συμμετοχή τους σε ιδρύματα που αντιμετωπίζουν τις φυλετικές διαφορές και ομάδες που αφορούν την κλιματική αλλαγή. Επίσης, καταργούν ή συμπιέζουν οτιδήποτε θα μπορούσε να εκληφθεί ως μέρος της ατζέντας woke – από δημόσιες δηλώσεις, εσωτερικά έγγραφα και διαφήμιση. Οι εκλογές αυτές έδωσαν την ευκαιρία σε αρκετά κορυφαία στελέχη να αρχίσουν να μιλούν ανοιχτά υπέρ συντηρητικών πολιτικών, είτε πρόκειται για μειώσεις φόρων είτε για τον παραδοσιακό ρόλο των φύλων στην κοινωνία», τονίζουν χαρακτηριστικά.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και η συνέχεια της ίδιας ανάλυσης: «Εταιρείες, διευθυντικά στελέχη και αναλυτές – σημειώνει – εκτιμούν πως τα κίνητρα που βρίσκονται πίσω από τις παραπάνω αλλαγές είναι περίπλοκα και αντανακλούν πολύ περισσότερα από την διάθεση να συμβαδίσουν με τον νέο πρόεδρο ή να γίνουν αρεστοί σε αυτόν». «Είμαι αισιόδοξος ότι αυτή η κυβέρνηση θα εφαρμόσει μια πολιτική που θα είναι πολύ, πολύ ευνοϊκή για την ανάπτυξη», είπε από την πλευρά του στο Reuters ο Ντέιβιντ Σόλομον, επικεφαλής της Goldman Sachs. «Νιώθω απελευθερωμένος», αναφώνησε με τη σειρά του άλλος κορυφαίος τραπεζίτης της Wall Street.
Τι θα σημάνουν, άραγε, όλα τα παραπάνω για τους απλούς Αμερικανούς, για την παλιά και νέα εργατική τάξη, εκατομμύρια μέλη της οποίας ψήφισαν τον Τραμπ για πρόεδρο; Ας παραθέσουμε την εκτίμηση που κάνει μέσα από το Project Syndicate ο νομπελίστας και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Σάιμον Τζόνσον: «Οι βασικές του πολιτικές δεν προμηνύουν οτιδήποτε θετικό για τους λιγότερο εκπαιδευμένους εργαζόμενους, ούτε πρόκειται να βελτιώσουν σημαντικά τις ζωές των περισσότερων Αμερικανών. Αντιθέτως, οι πλούσιοι θα γίνουν πλουσιότεροι, οι πολύ πλούσιοι θα γίνουν πολύ πλουσιότεροι, ενώ όλοι οι υπόλοιποι το πιθανότερο είναι να βρεθούν αντιμέτωποι με τον υψηλότερο πληθωρισμό, τις περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες και παροχές και τις συνέπειες της γενικευμένης απορρύθμισης».
Εφόσον αυτά ισχύουν – και ισχύουν! – μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο αμερικάνικος καπιταλισμός εισέρχεται σε μια φάση ακραίας επιθετικότητας, στην οποία τα ολοκληρωτικά του χαρακτηριστικά είναι πλέον εμφανή και αδιαφιλονίκητα, με τον Τραμπ να είναι αυτή τη στιγμή ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση (όπως, τηρουμένων των αναλογιών, είναι και ο Αργεντίνος πρόεδρος Μιλέι). Πρόκειται για μια φάση στην οποία το κεφάλαιο, με την πλήρη στήριξη της κυβέρνησης και όλων των θεσμών, θα επιδιώξει μια νέα και ακόμη πιο βίαιη αναδιανομή πλούτου στις ΗΠΑ, που παραμένουν μακράν η πιο πλούσια και ισχυρή καπιταλιστική χώρα στον πλανήτη.
Όλα δείχνουν, μάλιστα, ότι η απόπειρα της αναδιανομής θα κυριαρχήσει και εκτός συνόρων, αυτή τη φορά υπέρ των ΗΠΑ και σε βάρος αντιπάλων αλλά και εταίρων τους. Είναι αυτή η πλευρά, άλλωστε, που έχει ήδη σημάνει συναγερμό στις τάξεις τους, με πρώτη και καλύτερη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία «στα χαρτιά» έχει το μέγεθος που την έκαναν να ελπίζει σε μια ισότιμη συνεργασία εντός της Δύσης, αλλά πλέον νιώθει ξεκρέμαστη και απειλούμενη. Αυτή η πλευρά είναι που έχει προκαλέσει πανικό στα επιτελεία των Βρυξελλών, του Βερολίνου και του Παρισιού και όχι βεβαίως ο μισογυνισμός, η αθυροστομία και άλλα αντιδραστικά στοιχεία που σφραγίζουν την προσωπικότητα του Τραμπ, ούτε η δήθεν απειλή που συνιστά για τη δυτικού τύπου δημοκρατία (η οποία έτσι κι αλλιώς βρίσκεται σε περίοδο γενικευμένης αμφισβήτησης, από τα κάτω και από τα πάνω).
Αυτή η πλευρά, επίσης, σε συνδυασμό φυσικά με τη διαρκή ενίσχυση της Κίνας και των «δορυφόρων» της, τη σαφέστερη οριοθέτηση του αντίπαλου μπλοκ, καθώς και τον καθοριστικό ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης, θα αποδειχθεί ο καταλύτης που θα οδηγήσει στην επιτάχυνση του ξεκαθαρίσματος λογαριασμών στον κόσμο του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Καθώς δε τα «γάντια» έχουν ήδη βγει – όπως αποδεικνύουν οι εν εξελίξει πόλεμοι, οι εντατικές πολεμικές προετοιμασίες και η στροφή στην πολεμική οικονομία, οι κραυγές αγωνίας για «απεξάρτηση» της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, όπως επίσης η ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης Πεκίνου-Μόσχας και της ομάδας των G20 – είναι σαφές ότι θα πρόκειται για μια διαδικασία ιδιαιτέρως βίαιη και επώδυνη, τη χρονική διάρκεια της οποίας ουδείς είναι σε θέση να προβλέψει σήμερα.
Όποτε, όμως, και αν ολοκληρωθεί, είτε ο Τραμπ εξακολουθεί να είναι παρών και εν ζωή είτε όχι, είτε εμείς εξακολουθούμε να αναπνέουμε είτε όχι, ένα πρέπει να θεωρείται βέβαιο: Ο κόσμος της Νέας Τάξης Πραγμάτων θα είναι θανάσιμα εχθρικός για την πλειοψηφία των λαών, για το φυσικό περιβάλλον και, τελικά, για την ίδια την ανθρωπότητα, η οποία θα βρίσκεται αλυσοδεμένη πάνω σε βόμβες τρομακτικής ισχύος (μεταφορικά και κυριολεκτικά) που είναι σε θέση να σημάνουν το οριστικό τέλος της. Η μοναδική διέξοδος από αυτό το δυστοπικό σενάριο βρίσκεται σε ένα νέο απελευθερωτικό αφήγημα και μια εξέγερση με παγκόσμια δυναμική. Γι’ αυτό και όχι γιατί αποτελεί μια εμμονή στα μυαλά κάποιων «κολλημένων», ο κομμουνισμός είναι η ελπίδα και η φωτεινή πυξίδα για το μέλλον.
Ο Τραμπ και ο πόλεμος στην Ουκρανία
Πιο κρίσιμο μέτωπο για τις ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή
Είναι γνωστό πως ένα από τα επιχειρήματα που πρόβαλαν ο Τραμπ και το επιτελείο του προεκλογικά και έπιασε τόπο στους ψηφοφόρους αφορούσε στον άμεσο τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και στη διακοπή της οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς το Κίεβο – επισήμως πλησιάζει τα 200 δισ. δολάρια – ώστε τα χρήματα αυτά να διατεθούν εντός συνόρων. Ο νέος πρόεδρος, μάλιστα, είχε φτάσει να ισχυριστεί πως θα μπορούσε να τελειώσει τον πόλεμο αυτό μέσα σε ένα 24ωρο, αξιοποιώντας τόσο την πίεση που μπορεί να ασκήσει στον Ζελένσκι όσο και την καλή του σχέση με τον Πούτιν.
Με το που εξελέγη, βεβαίως, τα πράγματα άλλαξαν – όπως είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αλλάξουν και με πολλές άλλες εξαγγελίες του, σε όλα τα επίπεδα. Πλέον, το χρονοδιάγραμμα που διαρρέεται ανεπισήμως έχει βάθος έξι μηνών, στην καλύτερη περίπτωση, ενώ πολλά θα κριθούν από τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Ρωσίας, η οποία έχει ουσιαστικά προαναγγελθεί, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει γνωστό τίποτα περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θα καθορίσει τις εξελίξεις δεν είναι οι διαθέσεις του ίδιου του Τραμπ, αλλά οι προτεραιότητες και τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Κι εδώ τα πράγματα είναι αρκετά περίπλοκα, πολύ περισσότερο από ό,τι στη Μέση Ανατολή – όπου αυτή την εβδομάδα επιβλήθηκε η υπογραφή μιας (εύθραυστης) εκεχειρίας – η οποία αντιμετωπίζεται σήμερα από τους Αμερικανούς ως μια σοβαρή περιφερειακή σύγκρουση και όχι ως μία αναμέτρηση που έχει ζωτική σημασία για τους ίδιους. Σε αντίθεση με την Ουκρανία, όπου διεξάγεται εδώ και τρία σχεδόν χρόνια μια πρόβα παγκοσμίου πολέμου, με εμπλοκή των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και όλων των συμμάχων τους απέναντι στο αντίπαλο στρατόπεδο, όπου ηγεμονεύουν Ρωσία και Κίνα.
Ο Τραμπ και η διεθνής της σύγχρονης Ακροδεξιάς
Από τη στιγμή που ο Τραμπ αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του προέδρου, είναι προφανές ότι θα συνομιλεί και θα αναπτύξει θεσμικές σχέσεις με όλους τους επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων, ανεξαρτήτως πολιτικού «χρώματος» – πλην πολύ λίγων εξαιρέσεων. Η προτίμησή του, ωστόσο, είναι δεδομένη και αφορά στους εκπροσώπους της σύγχρονης Ακροδεξιάς, κάθε απόχρωσης – οι οποίοι, εξάλλου, αναμένεται να έχουν ηχηρή παρουσία και περίοπτη θέση ανάμεσα στους επίσημους προσκεκλημένους για την τελετή ορκωμοσίας (Μελόνι, Μιλέι, Ζεμούρ και άλλοι).
Δεν πρόκειται για κάποια σύμπτωση και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ούτε για κάτι που θα αλλάξει εύκολα. Κι αυτό διότι ο Τραμπ εκπροσωπεί το ίδιο πολιτικό-ιδεολογικό-οικονομικό ρεύμα, που μοιάζει πλέον να κερδίζει το πάνω χέρι στα σαλόνια της αστικής εξουσίας, στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, αλλά και σε κάθε σχεδόν γωνιά του πλανήτη. Πρόκειται για ένα ρεύμα η ουσία του οποίου μπορεί να συμπυκνωθεί στο τρίπτυχο «σκοταδισμός-εθνικισμός-εκμετάλλευση», το οποίο τελικώς ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες του κεφαλαίου την εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και της κρίσης του, όπως αυτή αποτυπώνεται στην ένταση των ανταγωνισμών και τον πολλαπλασιασμό των συγκρούσεων.
Σίγουρα δε, πρόκειται για ένα ρεύμα εχθρικό προς τα συμφέροντα της λαϊκής πλειοψηφίας η οποία, προδομένη καθώς αισθάνεται από τους φυσικούς συμμάχους της και ελλείψει πυξίδας και προσανατολισμού, κινδυνεύει να βρεθεί δεμένη στο άρμα των εκμεταλλευτών και των δημίων της. Η «ακτινογραφία» εκείνου του τμήματος του εκλογικού σώματος το οποίο επέλεξε να στηρίξει τον Τραμπ τον περασμένο Νοέμβριο είναι, αν μη τι άλλο, αποκαλυπτική και συνάμα εξαιρετικά ανησυχητική.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 18-19 Ιανουαρίου
Ίλον Μασκ: Το αποκρουστικό πρόσωπο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού