Μπάμπης Συριόπουλος
Σε έναν πόλεμο άδικο κι απ’ τις δύο πλευρές, όπως ο Α΄ Παγκόσμιος, η εργατική πολιτική επιδιώκει την ήττα και των δύο αστικών στρατοπέδων, με υπονόμευση της πολεμικής προσπάθειας και επανάσταση. Στον Β΄ Παγκόσμιο το ζητούμενο ήταν η νίκη επί του φασιστικού Άξονα και η επικράτηση των σοσιαλιστικών επαναστάσεων ενάντια στις «συμμαχικές» αστικές τάξεις.
Πόλεμος: Η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα
Η 28η Οκτωβρίου του 1940, με την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας, είναι η μέρα της εισόδου της Ελλάδας στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Η δεκαετία που εγκαινίασε αυτή η ημερομηνία για τη χώρα μας σήμαινε θάνατο, πείνα, δυστυχία αλλά και αγώνα, αντίσταση, ελπίδα και επανάσταση. Σε κάθε πόλεμο η παρέμβαση των λαϊκών μαζών -της εργατικής τάξης πρώτα απ’ όλα- εξαρτάται από την εκτίμηση για το χαρακτήρα του πολέμου και συνακόλουθα για την πολιτική στάση απέναντί του. Αυτή ακριβώς η στάση και η πολιτική υποταγή ή ανεξαρτησία από τις αστικές επιδιώξεις είναι που αποφασίζει τελικά για την αποτελεσματικότητα της εργατικής πολιτικής, για τις νίκες και τις ήττες της, για τις επαναστάσεις που γίνονται ή ματαιώνονται, κερδίζονται ή χάνονται.
Οδηγός για μια τέτοια εκτίμηση είναι το απόφθεγμα του Κλαούζεβιτς «Ο πόλεμος είναι συνέχιση της πολιτικής με άλλα (συγκεκριμένα: με βίαια) μέσα». Ο Λένιν υιοθετώντας αυτή τη λογική την επεκτείνει τονίζοντας «το βασικό ζήτημα, δηλαδή ποιος είναι ο ταξικός χαρακτήρας του πολέμου, από ποια αιτία ξέσπασε αυτός ο πόλεμος, ποιες τάξεις τον διεξάγουν, ποιες ιστορικές και ιστορικο-οικονομικές συνθήκες τον προκάλεσαν» (τ. 32, σελ. 77). Προχωρώντας ακόμα παραπέρα, διαχώρισε τους πολέμους σε άδικους, ιμπεριαλιστικούς, ληστρικούς κι απ’ τις δύο πλευρές και σε «αστικοπροοδευτικούς», εθνικοαπελευθερωτικούς, επαναστατικούς, δίκαιους πολέμους, πολέμους που το εργατικό κίνημα επιδιώκει τη διεξαγωγή τους και τη νίκη της μιας πλευράς. Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος ποια χαρακτηριστικά είχε, ποια ήταν η στάση του κομμουνιστικού κινήματος και ποια είναι τα σημερινά διλήμματα που βρίσκουμε μπροστά μας;
Οι επαναστάτες σε δίκαιους και άδικους πολέμους
Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός, αντιδραστικός και άδικος και απ’ τα δύο στρατόπεδα, της «Αντάντ» από τη μία (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, ΗΠΑ στη συνέχεια κ.ά.) και των Κεντρικών Δυνάμεων από την άλλη (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Τουρκία κ.ά.), ένας πόλεμος για το ξαναμοίρασμα των αποικιών ανάμεσα σε νέους και παλιούς «ληστές» σύμφωνα με τον Λένιν. Όπως είπε: «Φανταστείτε όμως ότι ένας δουλοκτήτης που έχει 100 δούλους, πολεμάει μ’ ένα δουλοκτήτη που έχει 200 δούλους, για ένα πιο δίκαιο ξαναμοίρασμα των δούλων. Είναι φανερό ότι η χρησιμοποίηση σε μια τέτοια περίπτωση της έννοιας αμυντικός πόλεμος ή υπεράσπιση της πατρίδας θα ήταν καθαρή πλαστογραφία της ιστορίας […]» (Άπαντα τ. 26 σελ. 319). Σ’ ένα τέτοιο πόλεμο «οι σοσιαλιστές πρέπει να επωφεληθούν από τον αγώνα ανάμεσα στους ληστές, για να τους ανατρέψουν όλους» (τ. 26, σελ. 321).
Σε έναν άδικο και αντιδραστικό πόλεμο κι απ’ τις δύο πλευρές, η «υπεράσπιση της πατρίδας» και η υποστήριξη ενός «αμυντικού» πολέμου από ένα σοσιαλιστικό ή κομμουνιστικό κόμμα σημαίνει απλά την προσχώρηση στο στρατόπεδο της αστικής τάξης της χώρας του. Η ανεξαρτησία της εργατικής πολιτικής σημαίνει την επιδίωξη της «μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο», τον τερματισμό του πολέμου με επανάσταση. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει την αποκάλυψη των προσχημάτων και των μύθων της αστικής προπαγάνδας για τους σκοπούς του πολέμου, πρώτα απ’ όλα το πρόσχημα της υπεράσπισης της πατρίδας. «Πρώτα μέτρα» σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι, μεταξύ άλλων «απόλυτη άρνηση» της ψήφισης των πολεμικών δαπανών, «ολοκληρωτική ρήξη με την πολιτική της “εθνικής ειρήνης”» και «υποστήριξη της κάθε είδους επαναστατικής μαζικής δράσης του προλεταριάτου γενικά» (τ. 26, σελ. 164), ακόμα κι αν αυτή η κατεύθυνση επιφέρει την ήττα της εμπόλεμης κυβέρνησης.
Αυτή τη γραμμή υποστήριξε η επαναστατική σοσιαλδημοκρατία του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, ανάμεσά τους οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία, οι Σπαρτακιστές στη Γερμανία με τον Καρλ Λίμπκνεχτ και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, οι βούλγαροι «στενοσοσιαλιστές», τα σοσιαλιστικά κόμματα Ιταλίας και Σερβίας καθώς και μειοψηφίες στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της υπόλοιπης Ευρώπης. Η πλειοψηφία όμως της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και του εργατικού κινήματος έμεινε πιστή στις κυβερνήσεις των χωρών της, με διάφορες αποχρώσεις, πάντα για την υπεράσπιση της πατρίδας και την άμυνα απέναντι στους εισβολείς.
Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν σίγουρα ιμπεριαλιστικός, ληστρικός, απάνθρωπος από την πλευρά των δυνάμεων του Άξονα και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Ταυτόχρονα αυτές οι δυνάμεις (Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία κ.ά.) εκπροσωπούσαν παγκόσμια τον φασισμό, μια μορφή απροκάλυπτης και βάρβαρης αστικής δικτατορίας με την οποία φλέρταραν οι αστικές τάξεις σ’ όλον τον κόσμο. Ήταν σαφής ο ξεκάθαρα αντεπαναστατικός, αντικομμουνιστικός ρόλος του ναζισμού (μην ξεχνάμε ότι το επίσημο όνομά του Άξονα ήταν «Σύμφωνο Αντικομιντέρν»), ο απάνθρωπος χαρακτήρας του -ως ιδεολογία και ως πρακτική- με την προγραμματισμένη εξόντωση εκατομμυρίων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, η βάρβαρη κατοχή σχεδόν ολόκληρης της Ευρώπης και της νοτιοανατολικής Ασίας (με καταλήστευση, πείνα και σφαγές).
Από την άλλη πλευρά όμως των πολέμιων του Άξονα ποιος ήταν ο χαρακτήρας του πολέμου; Οι αστικές δυνάμεις των «Συμμάχων», πρώτα απ’ όλα οι άρχουσες τάξεις της Βρετανίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ, έδιναν μια μάχη ζωής και θανάτου για τη διαφύλαξη της θέσης τους στον παγκόσμιο καπιταλιστικό ανταγωνισμό, για να διατηρήσουν τις αποικίες τους και τα προτεκτοράτα τους. Ιδίως ο πόλεμος από την πλευρά τους στην Βόρεια Αφρική, στην Ασία και στον Ειρηνικό είχε τέτοιο χαρακτήρα. Ωστόσο οι δυνάμεις του Άξονα είχαν κι άλλους αντιπάλους. Ήδη από τον ισπανικό εμφύλιο οι επαναστατικές δυνάμεις αντιμετώπισαν την γερμανική αεροπορία και το ιταλικό πεζικό. Στην Κίνα από το 1937 ενάντια στον ιαπωνικό στρατό εισβολής πολεμούσε ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) του ΚΚ Κίνας κάνοντας προσωρινή ανακωχή με τις αστικές δυνάμεις του Κουόμιτανγκ με ηγέτη τον Τσανγκ-Κάι-Σεκ («εθνικιστές»). Οι αστικές τάξεις της Βρετανίας και της Γαλλίας και γενικά των Συμμάχων έβλεπαν αρχικά με καλό μάτι τον φασισμό ως αντίπαλο δέος απέναντι στη Σοβιετική Ένωση και κυρίως απέναντι στο εργατικό κίνημα των χωρών τους, όταν όμως απειλήθηκε η παγκόσμια ηγεμονία τους από τις δυνάμεις του Άξονα προέκυψε όχι ένας πόλεμος όλων των καπιταλιστικών κρατών κατά της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά η συγκρότηση ενός προσωρινού συνασπισμού ενάντια στον Άξονα που συμπεριλάμβανε και τη Σοβιετική Ένωση -με τις υπονομευμένες κατακτήσεις του Οκτώβρη- καθώς και τα λαϊκά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα με σοσιαλιστικές τάσεις στην Ευρώπη και στην Ασία.
Επειδή ένας παγκόσμιος πόλεμος έχει μια συνολική δυναμική παρά τις αντιφάσεις και τις διαφορές από μέτωπο σε μέτωπο ανάλογα με τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που συμμετέχουν, έτσι κι ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος είχε χαρακτηριστικά δίκαιου απελευθερωτικού πολέμου. Κανένας κομμουνιστής ή επαναστάτης όπου κι αν βρισκόταν δεν μπορούσε να αδιαφορήσει για το ποια πλευρά έπρεπε να ηττηθεί, γι’ αυτό και οι κομμουνιστές γιορτάζουν την 9η Μάη του 1945, τη μέρα της αντιφασιστικής νίκης. Με αυτή την έννοια «ο λαός της Ελλάδας» διεξήγαγε «έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στον φασισμό του Μουσολίνι», από τις 28 Οκτώβρη του 1940, σύμφωνα με το γράμμα του Ζαχαριάδη στις 31/12.
Απ’ τη στιγμή που η επιδίωξη της ήττας των δυνάμεων του Άξονα ήταν αδιαπραγμάτευτη, το ζήτημα που έμπαινε ήταν από ποιες δυνάμεις και με ποιο τρόπο θα ηττούνταν ο φασισμός
Απ’ τη στιγμή που η επιδίωξη της ήττας των δυνάμεων του Άξονα ήταν αδιαπραγμάτευτη, το ζήτημα που έμπαινε ήταν από ποιες δυνάμεις και με ποιο τρόπο θα ηττούνταν ο φασισμός· από τη Σοβιετική Ένωση και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα ή από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Βρετανίας και των ΗΠΑ; Κυρίως όμως, ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις θα κυριαρχούσαν στον μεταπολεμικό κόσμο· η Σοβιετική Ένωση και οι νικηφόρες κοινωνικές επαναστάσεις ή ένας νέος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός διακανονισμός (με την ηγεμονία ΗΠΑ- Βρετανίας) με αστικοδημοκρατικά καθεστώτα στην καλύτερη περίπτωση;
Οι αστικές δυνάμεις των Συμμάχων είχαν τα δικά τους σχέδια για τον μεταπολεμικό κόσμο, ετοίμαζαν τις δικές τους «εθνικές» κυβερνήσεις, υπονόμευαν όσο μπορούσαν τα αντάρτικα με αριστερό προσανατολισμό (ΕΛΑΣ), ενισχύοντας «αξιόπιστες» γι αυτούς δυνάμεις (ΕΔΕΣ). Ο Δεκέμβρης του 1944 είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα, όπου η Βρετανία απέσυρε χιλιάδες στρατιώτες από την Ιταλία όπου πολεμούσαν τους Γερμανούς για να πολεμήσουν τον ΕΛΑΣ στην Αθήνα όπου οι Γερμανοί είχαν φύγει.
Αντίθετα τα ΚΚ έδειξαν συχνά ευπιστία και υποχωρητικότητα απέναντι στις αστικές τάξεις στο όνομα του κοινού αντιφασιστικού αγώνα. Την κεντρική κατεύθυνση έδωσε η αυτοδιάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς τον Μάη του 1943, που επικύρωνε συμβολικά την απεμπόληση της παγκόσμιας επανάστασης και την υποταγή του κομμουνιστικού κινήματος στα στενά κρατικά συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης.
Αυτοκριτική για το παρελθόν, υπεράσπιση της πατρίδας τώρα
Ανακοίνωση του ΚΚΕ για τα 80χρονα της Απελευθέρωσης
Η ΚΕ του ΚΚΕ στην ανακοίνωση για τα 80 χρόνια από την Απελευθέρωση της Αθήνας αναγνωρίζει ότι το ΚΚΕ «δεν κατόρθωσε να συνδέσει την πάλη για την απελευθέρωση από τα κατοχικά στρατεύματα με την πάλη για την ταξική απελευθέρωση από τα καπιταλιστικά δεσμά. Αντίθετα, συνέχισε να καλεί σε εθνική-αντιφασιστική ενότητα, την ώρα που το σύνολο των εγχώριων αστικών δυνάμεων και οι ‘’σύμμαχοι’’ Βρετανοί προετοίμαζαν μεθοδικά το τσάκισμα του ίδιου και του εργατικού – λαϊκού κινήματος». Έτσι, «το ΕΑΜ και το ΚΚΕ υπέγραψαν τις απαράδεκτες Συμφωνίες του Λιβάνου (Μάης 1944) και της Καζέρτας (Σεπτέμβρης 1944), με τις οποίες άνοιξαν τον δρόμο της επιστροφής στην Ελλάδα στην εξόριστη αστική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου».
Αυτές οι σωστές διαπιστώσεις πως μεταφράζονται σήμερα; Στη γνωστή κατεύθυνση για τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας που κινδυνεύουν από την επιθετική Τουρκία, η ανακοίνωση βλέπει ότι το «Αιγαίο και η Κύπρος βρίσκονται στο επίκεντρο σκληρών παζαριών» και ότι ΗΠΑ-ΝΑΤΟ «είναι ενδοτικοί στις τουρκικές διεκδικήσεις σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας». Με βάση αυτή την αντίληψη ερμηνεύει και την ιστορία: «Η Ιστορία του ιμπεριαλιστικού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, της Τριπλής Φασιστικής Κατοχής και της Απελευθέρωσης διδάσκει ότι κανένας λαός δεν μπορεί να στηρίζει την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας του στην αστική τάξη και στα κόμματά της».
Η ανακοίνωση επαναλαμβάνει πολλές φορές «ο ιμπεριαλιστικός Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος» για να μην το ξεχάσουμε αποφεύγοντας να αναδείξει τις διαφορές του από τον Α΄. Ήταν ο Β΄ άδικος και αντιδραστικός κι απ’ τις δύο πλευρές; Σβήνοντας κάθε άλλη διαχωριστική γραμμή το μόνο κριτήριο για τους λαούς είναι «η υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας».
Το ΝΑΡ, ο Λένιν, οι ΑΟΖ και ο κοσμοπολιτισμός
Αν «ο πόλεμος είναι συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα» και το «βασικό ζήτημα» είναι ποιος είναι ο «ταξικός χαρακτήρας του», τότε «ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας έχει ταξική-εκμεταλλευτική βάση και είναι άδικος, αντιδραστικός, επιθετικός και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου» (Θέσεις και προγραμματικές αρχές της Πρωτοβουλίας για σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα). Το επίδικο και για τις δύο αστικές τάξεις είναι η πρωτοκαθεδρία στη -γεωστρατηγικά και οικονομικά- κρίσιμη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, οι υδρογονάνθρακες και οι εμπορικοί και ενεργειακοί δρόμοι… Το ΚΚΕ τα εξαφανίζει όλα αυτά. Όπως έγραψε ο Λένιν «Ο μικροαστός δεν καταλαβαίνει ότι ο πόλεμος είναι “συνέχιση της πολιτικής” και γι αυτό περιορίζεται να λέει ότι ο “εχθρός επιτίθεται”, “o εχθρός εισέβαλε στη χώρα μου”, χωρίς να εξετάζει γιατί διεξάγεται ο πόλεμος, από ποιες τάξεις και για ποιόν πολιτικό σκοπό» (τ. 30, σελ. 83).
Το ΚΚΕ υποτάσσεται σήμερα στην αστική πολιτική στο κεντρικό θέμα του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, επιστρέφοντας στην πολιτική της εθνικής ενότητας της σοσιαλδημοκρατίας 110 χρόνια πριν. Ο Ριζοσπάστης (18/10) καταγγέλλει το ΝΑΡ για «κοσμοπολιτισμό» και διακηρύσσει ότι «η πατρίδα που υπερασπίζεται το ΚΚΕ είναι αυτή των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων». Έχει ΑΟΖ αυτή η πατρίδα;
Ας δώσουμε το λόγο στον κοσμοπολίτη Λένιν: «Τι είναι, γενικά, “υπεράσπιση της πατρίδας”; Είναι μήπως καμιά επιστημονική έννοια παρμένη από τον τομέα της οικονομικής ή της πολιτικής κτλ.; Όχι. Είναι μονάχα η πιο διαδομένη, συνηθισμένη και κάποτε απλώς μικροαστική έκφραση που σημαίνει δικαιολόγηση του πολέμου» (τ. 30, σελ. 82).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (26.10.24)