Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Η τακτική για τον περιορισμό των «δεξιών» διαρροών και οι εκκλήσεις για συναίνεση
Με στόχο να περιορίσει τις απώλειές της σε μονοψήφιο αριθμό και να πετύχει ένα ποσοστό μεταξύ 32% και 34% θα πορευθεί η Νέα Δημοκρατίας τις εβδομάδες που απομένουν μέχρι τις ευρωεκλογές. Για τον λόγο αυτόν καλλιεργεί ένα συγκεκριμένο αφήγημα «σταθερής πορείας ανάπτυξης» από το οποίο απορρέουν τα διλήμματα που θέλει να θέσει στους ψηφοφόρους.
Στη βάση αυτή το Μέγαρο Μαξίμου αντιμετωπίζει ως… «επιζήμιο θόρυβο» για τη χώρα οποιαδήποτε διαφωνία με την κυβερνητική πολιτική. Όπως άλλωστε είπε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην τελευταία του ομιλία στη Βουλή πριν από την πασχαλινή ανάπαυλα, «οι πολίτες αυτό το οποίο περιμένουν από εμάς είναι προτάσεις για το αύριο της Ελλάδας, της Ευρώπης και όχι μια επανάληψη αυτού του τεχνητού διχασμού που τόσο ακριβά πληρώσαμε στο χθες. Θέλουν αλήθεια, ρεαλισμό, προοπτική, όχι φήμες, σενάρια και διαβολές από το παρελθόν».
Προκειμένου να αντιμετωπίσει τις πηγές της λαϊκής αγανάκτησης απέναντι στην πολιτική της που εστιάζονται κατά βάση στο συνεχώς μειούμενο εισόδημα του κόσμου της εργασίας, η Νέα Δημοκρατία προσπαθεί να διαχωρίσει την ακρίβεια από τους μισθούς. Παρουσιάζοντας την πρώτη ως ένα «παγκόσμιο φαινόμενο» που «θα περάσει» ενώ από την άλλη «πουλάει» ως φιλολαϊκή πολιτική τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό. Έστω κι αν αυτές ούτε κατά διάνοια δεν επαρκούν για την κάλυψη πληθωρισμού-τιμάριθμου ενώ παράλληλα συνοδεύονται με τις αντεργατικές «προσαρμογές» που έχουν γίνει με τα νομοσχέδια κατάργησης δικαιωμάτων που έχουν ψηφιστεί από την κυβέρνηση.
Όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός, «ξέρω πολύ καλά ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να δοκιμάζει τα νοικοκυριά. Ξέρω πολύ καλά ότι θα χρειαστεί επίμονη προσπάθεια, η οποία θα διαρκεί όσο χρειαστεί για να μπορούμε να στηρίξουμε το εισόδημα, ειδικά των ασθενέστερων συμπολιτών μας, σε έναν δρόμο ο οποίος είναι δύσκολος, θα μας φέρει όμως σύντομα στο ξέφωτο». Τονίζοντας μάλιστα πως «κάποια στιγμή όμως η ακρίβεια θα υποχωρήσει και οι αυξήσεις των μισθών θα παραμείνουν. Και το 2027 θα είμαστε εδώ και θα έχουμε υλοποιήσει τη δέσμευσή μας για κατώτατο μισθό 950 ευρώ και μέσο μισθό 1.500 ευρώ».
Στο Μαξίμου πάντως φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η παράταξη «χάνει από τα δεξιά». Για τον λόγο αυτόν φροντίζουν να δρομολογηθεί το κατάλληλο αφήγημα για τους ψηφοφόρους του συγκεκριμένου χώρου. Στην κατεύθυνση αυτή ο Κ. Μητσοτάκης έχει αξιοποιήσει τις σχέσεις που διαμόρφωσε με την εκκλησιαστική ιεραρχία παραπέμποντας συχνά στις κοινές εμφανίσεις και δηλώσεις που έχει κάνει με τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Παράλληλα διατηρεί τη ρητορική της «αμυντικής θωράκισης» της χώρας όπως και του δόγματος «νόμος και τάξη». Μια ρητορεία με την οποία επιδιώκει να περιορίσει τις διαρροές.
Όσον αφορά τον χώρο του λεγόμενο «κέντρου», η ΝΔ αναπτύσσει μια επιθετική ρητορική προς το ΠΑΣΟΚ. Τονίζοντας ότι το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη, παρά το γεγονός ότι δεν έχει σαφείς διαφωνίες, επιλέγει τη λογική της καταψήφισης νομοσχεδίων, όπως αυτό για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και άλλα παρεμφερή, επιδιώκοντας πόλωση του πολιτικού σκηνικού, αντί για την απαραίτητη συναίνεση.
Τέλος, ο πρωθυπουργός προτάσσει και το αφήγημα του ικανού ευρωπαίου διαπραγματευτή υποστηρίζοντας πως η κυβέρνηση «έφερε 72 δισεκατομμύρια ευρώ από το νέο ΕΣΠΑ και από το Ταμείο Ανάκαμψης, έχοντας έναν ρόλο, τα τελευταία χρόνια, σε όλα τα μεγάλα κοινοτικά στοιχήματα».