Κωστής Ζαχαρόπουλος
Το 2023 ήταν το θερμότερο έτος της Γης, από τότε που υπάρχουν μετρήσεις. Η τελευταία δεκαετία ήταν η πιο θερμή επίσης, όπως και οι πρώτοι μήνες του 2024. Οι συγκεντρώσεις CO2 αυξάνονται. Όσο, λοιπόν, το κεφάλαιο προωθεί την κερδοφορία του ανεξέλεγκτο στις πλάτες «των από κάτω» και του περιβάλλοντος, συζητάμε στρεβλά τι πάει λάθος.
Ουδέτεροι όροι, βαριές συνέπειες
Έχουμε αναλογιστεί ποτέ σοβαρά τη διαφορά μεταξύ των όρων «κλιματική αλλαγή» και «υπερθέρμανση του πλανήτη»; Στον δημόσιο διάλογο συχνά οι όροι αυτοί είναι ταυτισμένοι και νοούνται ως ισοδύναμοι. Ο διάβολος, ωστόσο, κρύβεται στις λεπτομέρειες. Το 2019 η αμερικάνικη εταιρεία «SPARKneuro» πραγματοποίησε μία έρευνα σε ένα δείγμα 120 Αμερικάνων δημοκρατικών, ρεπουμπλικάνων και ανεξάρτητων, κατά την οποία δόθηκαν έξι διαφορετικοί όροι που περιγράφουν το φαινόμενο και εμφανίζουν διαβαθμισμένη φόρτιση. Η αντίδραση στις διαφορετικές ορολογίες μετρήθηκε με χρήση ηλεκτροφυσιολογικών ελέγχων στον εγκέφαλο και τα αποτελέσματα φαίνεται να δίνουν μία ένδειξη ως προς την απάντηση. Πράγματι, οι πιο έντονα φορτισμένοι όροι, όπως «κλιματική κρίση» και «περιβαλλοντική καταστροφή» προκάλεσαν εντονότερες αντιδράσεις και μεγαλύτερη σύγχυση στους ερωτηθέντες, ενώ ουδέτεροι όροι, όπως είναι η κλιματική αλλαγή δεν κίνησαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον.
Εδώ βρίσκεται, λοιπόν, και η ουσία αυτών των αποτελεσμάτων. Η κλιματική αλλαγή ενέχει μια κανονικότητα. Κλιματικές αλλαγές συμβαίνουν καθ’ όλη τη μακρά γεωλογική ιστορία του πλανήτη μας και επομένως η σημερινή κατάσταση δεν χρήζει κάποιας ιδιαίτερης προσοχής. Πηγαίνοντας αυτή την σκέψη και ένα βήμα παραπέρα, το κεφάλαιο όχι μόνο δεν φέρει καμία ευθύνη για την «κλιματική αλλαγή», αλλά αντίθετα, εμφανίζεται ως από μηχανής θεός με την «πράσινη ανάπτυξη», ώστε να μας σώσει.
Η ορολογία θέλει πάντα προσοχή. Πίσω από αυτή κρύβεται η ιδεολογία και στη συγκεκριμένη περίπτωση η ιδεολογία ενός συστήματος δολοφονικού, που καταληστεύει τον πλανήτη από τους πόρους του και τον άνθρωπο από τη ζωή του.
Η μάχη της υπεράσπισης του πλανήτη είναι στον πυρήνα της αντικαπιταλιστική και επομένως μόνο ως τέτοια μπορεί να είναι αποτελεσματική
Η κλιματική κρίση εμφανίζει μία ιστορική πρωτοτυπία στην ανθρώπινη ιστορία. Είναι ίσως το μοναδικό πρόβλημα, στο οποίο το χάσμα μεταξύ επιπτώσεων και λύσεων θα μπορούσε χωρίς ιδιαίτερη υπερβολή να χαρακτηριστεί αβυσσαλέο. Ας σκεφτεί κανείς απλά, πως ο ΟΗΕ εκκίνησε επίσημα διαδικασίες χαρτογράφησης της κλιματικής αλλαγής το 1972, σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την ίδρυση του και ενάμιση αιώνα μετά τη βιομηχανική επανάσταση. Έννοιες δε όπως το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» και η «τρύπα του όζοντος» εισχώρησαν αρκετά αργότερα στον δημόσιο διάλογο.
Η εικόνα αυτή σε σχέση με την πραγματικότητα του σήμερα αγγίζει τα όρια της τραγικής ειρωνείας. Οι πυρκαγιές, η καταστροφή οικοσυστημάτων, η απώλεια ζωικών και φυτικών ειδών και κυρίως η διαρκής αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη είναι καθημερινότητα. Τα δεδομένα επικυρώνουν πλήρως τη θέση του ΟΗΕ πως η κλιματική κρίση «είναι η μεγάλη πρόκληση του 21ου αιώνα».
Η ευρωπαϊκή υπηρεσία παρατήρησης της κλιματικής αλλαγής Copernicus (CCCS) κρούει με την έκθεση της για το 2023 τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς το περσινό έτος ήταν το θερμότερο στην ανθρώπινη ιστορία, και μάλιστα με μεγάλη διαφορά. Με μέση θερμοκρασία +1.48οC υψηλότερη από την προ-βιομηχανική εποχή, όταν δεν είχε ακόμα αρχίσει η μαζική χρήση ορυκτών καυσίμων, σύντομα η ανθρωπότητα κινδυνεύει να διαβεί ένα κατώφλι που θα επισφραγίσει την αδυναμία επιστροφής. Το 2015 στη συνθήκη του Παρισιού για την κλιματική κρίση ορίστηκαν κάποιοι διαβαθμισμένοι στόχοι για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Ο αισιόδοξος στόχος θέτει το όριο στους +1.5οC σε σχέση την προβιομηχανική περίοδο, ενώ ο πιο μετριοπαθής στόχος είναι να διατηρηθεί κάτω από τους +2οC. To 2023 έδειξε, πως οι στόχοι αυτοί ανήκουν πολύ περισσότερο στη σφαίρα του ανέφικτου παρά του ρεαλιστικού. Προφανώς δεν μπορεί η περσινή χρονιά να ιδωθεί μεμονωμένα, αλλά ακόμα και αν δούμε το διάγραμμα της μέσης θερμοκρασίας κάθε έτους από το 1940 μέχρι σήμερα, η τάση, ειδικά των τελευταίων 45 χρόνων, είναι αυξητική.
Ο ανεξάρτητος επιστημονικός φορέας CAT (Climate Action Tracker), που έχει ως αντικείμενο την καταγραφή των περιβαλλοντικών πολιτικών και του κλιματικού τους αντικτύπου, επισημαίνει, πως ως το 2100 η πιθανότητα να έχει υπερβεί η ανθρωπότητα τον στόχο των 1,5οC είναι 99,5%! Το πλέον χείριστο σενάριο σύμφωνα με τον CAT, μάλιστα, είναι η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3,4οC (με μέση τιμή τους 2,7 οC), αν συνεχίσει η πορεία των σημερινών κλιματικών πολιτικών, τις οποίες χαρακτηρίζει «πλήρως ανεπαρκείς», πολύ μεγαλύτερη αύξηση δηλαδή και από το ανώτατο όριο που τέθηκε το 2015 στο Παρίσι. Ακόμα και για το «μετριοπαθές» σενάριο, που διόλου ασήμαντο δεν είναι, των 2,1οC, ο CAT προβλέπει πιθανότητα άνω του 50%.
Είναι, λοιπόν, όλα χαμένα; Έχει διασφαλίσει η ανθρωπότητα μία πρόωρη αυλαία γι’ αυτήν και για το σύνολο της ζωής στη Γη όπως την ξέρουμε; Η απάντηση, όπως συνήθως, δεν είναι ξεκάθαρη. Θα μπορούσε να πει κανείς πως η απάντηση βρίσκεται σε μία λεπτομέρεια των ατελείωτων πινάκων, ποσοτικών δεδομένων και ερευνών. Μία λεπτομέρεια διόλου ασήμαντη που εισάγει στη συζήτηση μία εντελώς νέα διάσταση. Αυτή η λεπτομέρεια δεν είναι άλλη από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως διοξειδίου του άνθρακα. Τα αέρια αυτά, που προκύπτουν κυρίως από τη χρήση ορυκτών καυσίμων, είναι ο βασικότερος παράγοντας αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη και επομένως η μελέτη τους είναι κρίσιμης σημασίας. Τι δείχνει, λοιπόν, αυτή η μελέτη; Δεδομένα από τη γερμανική εταιρεία Statista παρουσιάζουν ένα διάγραμμα διαρκώς αυξανόμενης συγκέντρωσης CO2 από το 1940 μέχρι σήμερα. Τρία αξιοσημείωτα στοιχεία από την έρευνα αυτή: Στοιχείο πρώτο, κάθε χρόνο από το 2000, με μοναδική εξαίρεση τη διετία της πανδημίας, καταγράφεται αυξητική συγκέντρωση εκπομπών. Στοιχείο δεύτερο, μόνο το 2023 εκλύθηκαν 37,55Gt CO2. Στοιχείο τρίτο, οι εκπομπές CO2 από το 1990 μέχρι σήμερα αυξήθηκαν κατά 60%
Μία απλή παρατήρηση στις διακρατικές δεσμεύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης και στα παραπάνω δεδομένα οδηγεί σε σοβαρό προβληματισμό. Πώς γίνεται να υπάρχει τέτοια αναντιστοιχία λόγων και έργων είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε αν θέλουμε να κάνουμε ουσιαστική πολιτική. Η απάντηση έχει καθαρά ταξική διάσταση. Το 2017 δημοσίευε ο Guardian πως 100 εταιρείες ευθύνονται για το 71% των παγκόσμιων εκπομπών. Το 2022 σύμφωνα με την έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), το 80% των εκπομπών οφειλόταν στη βιομηχανία ενέργειας, στη «βαριά» βιομηχανία και στην εκμετάλλευση της γης (κτηνοτροφία, γεωργία, κλπ).
Ακόμα και το αφήγημα της πράσινης νέας συμφωνίας, που τόσο συγκίνησε στα προηγούμενα χρόνια, αποδεικνύεται ένα καπιταλιστικό ημίμετρο που δεν θα ευνοούσε τελικά κανέναν άλλον πέρα από μία ανερχόμενη μερίδα του ευρωπαϊκού και του αμερικάνικου κεφαλαίου.
Όσο, λοιπόν, το κεφάλαιο προωθεί την κερδοφορία του ανεξέλεγκτο στις πλάτες «των από κάτω» και του περιβάλλοντος, συζητάμε στρεβλά τι πάει λάθος και η διεθνής κοινότητα μένει σε ευχολόγια. Η καπιταλιστική ανάπτυξη εκ φύσεως είναι ασύμβατη με την αειφορία, αλλά αντίθετα ξεζουμίζει βάρβαρα κάθε φυσικό πόρο χωρίς να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις. Μήπως η επιπολαιότητα με την οποία θυσιάζεται ο πλανήτης δεν μας φέρνει κατά νου τα λόγια του Μαρξ, πως «όταν το κεφάλαιο έχει κέρδος 300% δεν υπάρχει έγκλημα που να μην ριψοκινδυνέψει να κάνει»; Η μάχη της υπεράσπισης του πλανήτη είναι στον πυρήνα της αντικαπιταλιστική και επομένως μόνο ως τέτοια μπορεί να είναι αποτελεσματική.
Ποια απάντηση οφείλει, λοιπόν, να δώσει η αντικαπιταλιστική αριστερά; Η κατάσταση δεν αφήνει περιθώρια ούτε για ημίμετρα, ούτε για συμβιβασμούς. Το δίλημμα το έχει θέσει η ίδια η φύση και πολύ επιτακτικά μάλιστα. ‘Η θα χάσουν οι από πάνω ή θα ζήσουμε νέες σκοτεινές εποχές. Κόντρα στην κυρίαρχη ιδεολογία που θέτει την κλιματική κρίση με όρους διαταξικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, κόντρα στον δήθεν προβληματισμό του κεφαλαίου απέναντι στην λεηλασία της φύσης και προφανώς κόντρα στην σκοταδιστική άρνηση της κλιματικής κρίσης και τις θεωρήσεις πως «πάμε καλύτερα». Η αντικαπιταλιστική αριστερά οφείλει να αναδείξει την υποκρισία αυτή και να επιβάλλει μέσα από ένα ισχυρό κίνημα την προστασία του περιβάλλοντος. Επίσης, η κατάσταση δεν αφήνει χρονικά περιθώρια για μετατόπιση του αγώνα σε ένα ακαθόριστο αύριο. Η αριστερά της Ελλάδας έχει υποτιμήσει το περιβαλλοντικό ζήτημα ήδη αρκετά. Οι πυρκαγιές, το μπάζωμα κάθε βουνοκορφής με ανεμογεννήτριες, οι πρόωροι καύσωνες όμως είναι εδώ για να μας θυμίσουν πως ο αγώνας αυτός πρέπει να δοθεί.
Πλειστόκαινος, Ανθρωπόκαινος, Κεφαλαιόκαινος
Στις 6 Μαρτίου 2024 έλαβε χώρα μία ενδιαφέρουσα ψηφοφορία, η οποία ήρθε να βάλει τελεία σε μία υπερδεκαετή αντιπαράθεση της επιστημονικής κοινότητας. Ο όρος «Ανθρωπόκαινος» για την περιγραφή μίας νέας γεωλογικής περιόδου του πλανήτη απορρίφθηκε στη βάση του ανεπαρκούς διαστήματος για την παρατήρηση ικανοποιητικών ανθρωπογενών γεωλογικών αλλαγών στη σύσταση της Γης. Προφανώς ένας μη ειδικός δεν είναι σε θέση να αποφανθεί ως προς το αν η κίνηση αυτή ήταν σωστή ή λάθος. Ωστόσο, έχει ένα ενδιαφέρον να δούμε ορισμένα «ψιλά γράμματα». Οι επιστήμονες δεν απέρριψαν πλήρως τον όρο. Απέρριψαν την γεωλογική του υπόσταση, αλλά υπογράμμισαν σθεναρά, πως η «Ανθρωπόκαινος» έχει αξία στην επιστήμη των πολιτών και στον δημόσιο λόγο καθώς αποτυπώνει μία τομή στην ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον. Ωστόσο, ίσως είχε νόημα ένας νέος ορισμός. «Κεφαλαιόκαινο» χαρακτηρίζουν ορισμένοι τη σημερινή περίοδο, καθώς η πλήρης υποβάθμιση του περιβάλλοντος δεν είναι αορίστως προϊόν του ανθρώπου, αλλά του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος, που βασίζεται στη λεηλασία της φύσης για την κερδοφορία του. Η γεωλογικού περιεχομένου συζήτηση μπορεί να έχει ολοκληρωθεί. Είναι όμως σημαντικό να τονισθεί η κοινωνική πλευρά της συζήτησης. Να αποτυπωθεί φανερά ποια είναι η αιτία πίσω από την κλιματική κρίση, δηλαδή το βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα.
Ποιοι θα πληρώσουν την κλιματική κρίση;
Την περίοδο της πανδημίας είχε ανοίξει στους κόλπους της κοινωνίας και της αριστεράς μία μεγάλη συζήτηση. Αν μπορούσε κάποιος να τη συνοψίσει σε μία πρόταση θα ήταν «Ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα;». Θα πληρώσει το κεφάλαιο την πανδημία που το ίδιο γέννησε ή θα επωμιστεί το βάρος η συντριπτική πλειονότητα των «από κάτω»; Στο φόντο της παγιωμένης, πλέον, κλιματικής καταστροφής πρέπει να ξανακάνουμε αυτή την αντιπαράθεση. Οικισμοί, χωριά, ακόμα και πόλεις ερημώνονται, εκτάσεις γης καίγονται ή βυθίζονται σε θανατηφόρες πλημμύρες και το κεφάλαιο πλουτίζει.
Την ίδια ώρα που η Θεσσαλία βυθιζόταν έφταναν αναφορές πως στην Αμερική εξελίσσεται μία εσωτερική μετανάστευση δισεκατομμυριούχων. Με ιδιαίτερα μαζικούς όρους οι μεγιστάνες της Δύσης αγοράζουν βίλες μακριά από τις ακτογραμμές, υπό τον φόβο της αυξανόμενης στάθμης της θάλασσας και κατασκευάζουν τεχνητούς παραδείσους για να μην έρθουν κατάματα αντιμέτωποι με την εξαφάνιση κάθε κοιτίδας πράσινου στον πλανήτη. Παράλληλα, οι ίδιοι που χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την κλιματική αλλαγή, τελικά επωφελούνται από αυτή, στρεφόμενοι προς την πράσινη ανάπτυξη, η οποία είναι η νέα πηγή πλούτου για το κεφάλαιο και διόλου δεν λύνει την κρίση. Ο άνθρωπος και το περιβάλλον θα σωθούν μόνο με μία πολιτική από τα κάτω και από τα αριστερά που έρχεται σε ρήξη με το σύστημα αυτό. Την κλιματική κρίση πρέπει να την πληρώσει ο καπιταλισμός.