Μπάμπης Συριόπουλος
▸ Τα διδάγματα του Μεσοπολέμου και οι διαφορές με τη σύγχρονη και «κυβερνώσα» ακροδεξιά
Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά δεν στρέφεται κατά του κεφαλαίου γενικώς, ενώ τη θέση των «επικίνδυνων τάξεων» έχουν πάρει πρόσφυγες και μετανάστες
Η αυξημένη επιρροή των δυνάμεων της ακροδεξιάς, κυρίως της «εξευγενισμένης» εκδοχής της με κυβερνητικές φιλοδοξίες, αλλά και πιο ακραίων νεοφασιστικών εκδοχών της, σαν αποτέλεσμα της ήττας του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς, δεν είναι κάτι νέο. Στην ιστορία, άλλωστε, τίποτα δεν επαναλαμβάνεται, αλλά υπάρχουν σίγουρα αναλογίες ανάμεσα στα ιστορικά φαινόμενα. Στον ευρωπαϊκό Μεσοπόλεμο, η άνοδος του φασισμού σε Γερμανία και Ιταλία –και όχι μόνο– ήταν η συνέπεια της ήττας των διαδοχικών κυμάτων της γερμανικής επανάστασης και των απεργιών και των εργοστασιακών συμβουλίων της ιταλικής «κόκκινης διετίας» (1919-20).
Μετά την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση του 2008 και τη μετατροπή της, μεταξύ άλλων, σε δημοσιονομική κρίση για τον ευρωπαϊκό Νότο, κατέρρευσαν μια σειρά «βεβαιότητες», όπως ότι οι κρίσεις είναι παρελθόν και η αγορά με την κρατική εποπτεία αυτορυθμίζεται, ότι η σταθερή άνοδος του ΑΕΠ κάθε χρόνο σηματοδοτούσε μια αδιατάρακτη ανάπτυξη, ότι η επόμενη γενιά θα ζούσε καλύτερα από τις προηγούμενες, ότι η ΕΕ και η ευρωζώνη θα εξασφάλιζαν αέναο δανεισμό για την κάλυψη αναγκών όπως στέγαση κ.λπ., αντικαθιστώντας το αποσυρόμενο «κράτος πρόνοιας». Η κρίση, τα προγράμματα λιτότητας, η περιστολή εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων πυροδότησαν λαϊκά κινήματα και υπονόμευσαν αστικά κόμματα που ηγεμόνευαν για δεκαετίες. Η λαϊκή διαμαρτυρία είχε κυρίως αριστερό πρόσημο, αλλά τελικά υιοθετήθηκε πλειοψηφικά η πολιτική διέξοδος του αριστερού κυβερνητισμού. Η αποτυχία, όμως, της κυβερνώσας Αριστεράς σε διάφορες εκδοχές και συμμαχίες να ανατρέψει την αστική επίθεση έσπειρε την απογοήτευση και την παραίτηση, συκοφάντησε την ίδια την έννοια της Αριστεράς αλλά και την ιδέα της εργατικής και λαϊκής πάλης και διεξόδου, αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή στον ατομικισμό του «μόνος εναντίον όλων» και τελικά στον κοινωνικό κανιβαλισμό του «ο θάνατός σου η ζωή μου». Αυτό είναι το κοινωνικό εύφορο έδαφος από το οποίο φυτρώνουν ο ανορθολογισμός, η θρησκευτική μισαλλοδοξία, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, η τάση καταφυγής στη θαλπωρή της κοινότητας του έθνους και τελικά οι σύγχρονες εκδοχές της ακροδεξιάς.
Στον Μεσοπόλεμο, η αφετηρία και κοινωνική βάση του φασισμού ήταν τα μικροαστικά στρώματα που στρέφονταν –ρητορικά και συμβολικά πάντα– κατά της μεγάλης ιδιοκτησίας (του «εβραϊκού κεφαλαίου») που ξεπερνούσε τα εθνικά σύνορα, αλλά κυρίως κατά του προλεταριάτου που –ελλείψει ιδιοκτησίας– δεν ταίριαζε στο πρότυπο του «έθνους» των μικροϊδιοκτητών, είχε διεθνιστικές τάσεις και έφερνε το διχασμό, την πάλη των τάξεων, τον εμφύλιο και τελικά την εθνική καταστροφή. Όπως λεγόταν ήδη το 19ο αιώνα, οι εργαζόμενες τάξεις ήταν «επικίνδυνες» τάξεις (classes laborieuses etclasses dangereuses) για την ασφάλεια, την ηθική και την υγεία της κοινωνίας.
Η σύγχρονη ακροδεξιά, όμως, έχει την κοινωνική της βάση, εκτός από τα μικροαστικά στρώματα που βασίζονται στην ιδιοκτησία, σε πληττόμενα, πληβειακά τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Τη θέση των «επικίνδυνων τάξεων» έχουν πάρει οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που φέρνουν ξένες θρησκείες και πολιτισμούς, την εγκληματικότητα και την ανασφάλεια. Αυτοί είναι που απειλούν συμβολικά το «καταφύγιο» του έθνους αλλά η πραγματική απειλή που εκπροσωπούν είναι το μοίρασμα των όποιων κοινωνικών παροχών και αγαθών έχουν απομείνει σε περισσότερα «στόματα». Μετά τις ιδιωτικοποιήσεις και τις περικοπές των κοινωνικών δικαιωμάτων και αγαθών που εμπεδώθηκαν με τη συμβολή της κυβερνώσας Αριστεράς – που δεν διανοήθηκε να αμφισβητήσει τα όρια του ευρωπαϊκού μονόδρομου της ΕΕ και της καπιταλιστικής κερδοφορίας – αυτά που πρόκειται να μοιραστούν (επιδόματα, συντάξεις, θρανία σε σχολεία και κλίνες σε νοσοκομεία) λιγοστεύουν και δεν περισσεύουν για κανένα «ξένο».
Αν αυτή είναι η κοινωνική βάση και το υλικό «κοινωνικό πρόγραμμα» της ακροδεξιάς, ενοποιητικά στοιχεία σε συμβολικό-αξιακό επίπεδο είναι η εθνική-ευρωπαϊκή χριστιανική ταυτότητα, η επιστροφή στις «παραδοσιακές» αξίες και η ισλαμοφοβία (στην Ευρώπη). Η κρατική μέριμνα για την κοινωνική πλειονότητα εστιάζεται στην «ασφάλεια» από την (ξενόφερτη) εγκληματικότητα και βία, στη σκλήρυνση των μηχανισμών καταστολής και του ποινικού δικαίου. Αντί για την εργασιακή ασφάλεια, την κοινωνική εξασφάλιση από τη φτώχεια, την ανεργία, την εγγύηση υγειονομικής περίθαλψης και κοινωνικής ασφάλισης, η σύγχρονη ακροδεξιά (και όχι μόνο) ζητάει «νόμο και τάξη». Αντί για την προστασία από τις «αόρατες» δυνάμεις της αγοράς και του κεφαλαίου, περιορίζεται στην ασφάλεια στο δρόμο, στη γειτονιά και στο σπίτι.
Αν στον Μεσοπόλεμο δεν έλειπε από το φασισμό η αντικαπιταλιστική ρητορεία (εξ ου και ο εθνικο-«σοσιαλισμός») ενάντια στο «εβραϊκό κεφάλαιο», σήμερα καταγγέλλονται από την ακροδεξιά η «παγκοσμιοποίηση» (χωρίς επίθετο), το Νταβός και η Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, η τραπεζική τοκογλυφία, οι ελίτ γενικά, οι πολιτικοί, τα κόμματα (τα άλλα, φυσικά!) και το «σύστημα» γενικά. Αναδεικνύεται, επίσης, ο αντιδημοκρατικός χαρακτήρας της ΕΕ και καταγγέλλονται (όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση βέβαια) τα προγράμματα λιτότητας. Ωστόσο, δεν στρέφεται ποτέ κατά του κεφαλαίου γενικά (χωρίς εθνικούς προσδιορισμούς), ιδίως κατά του εγχώριου παραγωγικού κεφαλαίου, δεν θα ζητήσει ποτέ φορολόγηση των εφοπλιστών, δεν θα διεκδικήσει εθνικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση των κοινωνικά αναγκαίων επιχειρήσεων. Ο ευρωσκεπτικισμός της περιορίζεται όσο επιδιώκει τη συμμετοχή της σε κυβερνητικά σχήματα και τελικά συμμορφώνεται με τους κανόνες και τις οδηγίες της ΕΕ και της ΕΚΤ με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Μελόνι στην Ιταλία.
Πανδημοκρατικά μέτωπα ή επαναστατική ελπίδα;
Η σύγχρονη ακροδεξιά, γενικά και εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν επιδιώκει να ανατρέψει τους τυπικούς κανόνες της αστικής δημοκρατίας. Δεν κάνει πραξικοπήματα ούτε διαλύει κοινοβούλια. Βολεύεται με τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό και το διαρκές κράτος έκτακτης ανάγκης που προωθούν το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος. Όσοι κουνούν το σκιάχτρο των φασιστικών δικτατοριών του Μεσοπολέμου για την αντιμετώπιση του οποίου χρειάζονται –υποτίθεται– πανδημοκρατικά μέτωπα, βγάζουν λάδι την υποβάθμιση των αντιπροσωπευτικών θεσμών και την παραβίαση των συνταγμάτων που συντελούνται σήμερα από τις κυβερνήσεις του «δημοκρατικού τόξου». Όσοι περιορίζουν το ρατσισμό και την ξενοφοβία στην ακροδεξιά, αθωώνουν τη «Ευρώπη-φρούριο» και την Άννα Διαμαντοπούλου που φοβάται «να μην γίνει δια της βίας η Ευρώπη σκουρόχρωμη».
Ο πραγματικός κίνδυνος από την ακροδεξιά είναι η ενίσχυση και η διάδοση του σκοταδισμού και της μισαλλοδοξίας στα φτωχά λαϊκά στρώματα, η μεταστροφή της λαϊκής δυσαρέσκειας σε έναν εμφύλιο μεταξύ των φτωχών προς όφελος της αστικής επίθεσης στην εργαζόμενη πλειονότητα συνολικά. Η ακροδεξιά δεν καταπολεμάται με νομοθετικές απαγορεύσεις, αποκλεισμούς και λογοκρισία. Το μόνο που καταφέρνουν αυτές οι πρακτικές της φιλελεύθερης-δημοκρατικής πτέρυγας της αστικής πολιτικής είναι να ηρωοποιούν και να προσδίδουν αντισυστημικό χαρακτήρα στην ακροδεξιά, καθώς και να εξοικειώνουν την κοινή γνώμη με αντιδημοκρατικά μέτρα ενάντια στο «ριζοσπαστισμό», στα «άκρα» και σε όσους «επιβουλεύονται την κοινοβουλευτική δημοκρατία». Η ακροδεξιά, το ρεύμα της αντεπαναστατικής απελπισίας, καταπολεμάται σε καιρούς κρίσης και αβεβαιότητας από το αντίστροφο ρεύμα της επαναστατικής ελπίδας. Αντί για τον εμφύλιο για τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κερδών, η διεκδίκηση του πλούτου και της εξουσίας από το κεφάλαιο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (3.2.24)
Νέο πολιτικό τοπίο στην ΕΕ: Ανοίγοντας δρόμο για την ακροδεξιά…