Συνέντευξη στην Ελένη Τριανταφυλλοπούλου
Για τους δρόμους συγκρότησης κινήματος για το δικαίωμα στην κατοικία μιλούν στο Πριν η Τόνια Κατερίνη, αρχιτεκτόνισσα, πρώην πρόεδρος ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ, μέλος της Ενωτικής Πρωτοβουλίας κατά των Πλειστηριασμών και ο Κώστας Βουρεκάς, αρχιτέκτονας -πολεοδόμος, πρόεδρος ΣΑΔΑΣ Αττικής και μέλος του Συντονισμού Σωματείων και Συλλογικοτήτων για τη Στέγαση.
Ποια είναι τα βασικά προβλήματα γύρω από το ζήτημα της κατοικίας στην Ελλάδα σήμερα;
Τ.Κ.: Τα βασικά ζητήματα μπορούμε να τα συνοψίσουμε σε τέσσερις κατηγορίες. Πρώτο, σήμερα στην Ελλάδα οι πολιτικές παραγωγής δημόσιας και κοινωνικής κατοικίας είναι μηδενικές, ιδιαίτερα μετά και το κλείσιμο του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας το 2011. Δεύτερο, είμαστε σε μία κατάσταση όπου όλη η οικονομία αναπτύσσεται γύρω από τον τουρισμό και την εμπορευματοποίηση του χώρου κατ’ επέκταση και αυτό έχει επιπτώσεις τόσο στις τιμές της αγοράς όσο και στις τιμές των ενοικίων. Το τρίτο είναι το ζήτημα των πλειστηριασμών, δηλαδή της υφαρπαγής των ακινήτων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Τέλος, είμαστε σε μια χώρα που έχει 650.000 κενά ακίνητα και δεν υπάρχει κανενός είδους πολιτική που να τα αξιοποιεί προς όφελος όσων έχουν ανάγκη από κατοικία.
Κ.Β.: Συνοπτικά, θα λέγαμε ότι τα κύρια ζητήματα είναι τα ακριβά ενοίκια, η δύσκολη πρόσβαση στην ιδιόκτητη κατοικία, ειδικά για τους νέους και τις νέες αλλά όχι μόνο, και το υψηλό κόστος της κατοίκησης που συμπεριλαμβάνει και τους λογαριασμούς όπως τη θέρμανση, τον ηλεκτρισμό κ.ά. και συνιστούν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του εισοδήματος, ειδικά των χαμηλότερων οικονομικών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως παίρνει μέτρα για να λύσει το πρόβλημα. Τι αντίκτυπο έχουν οι παρεμβάσεις της;
Τ.Κ.: Μέχρι σήμερα επικρατούσε μια ελλειμματική πολιτική που αφορούσε μικρά επιδόματα για τους ακραία φτωχούς. Χωρίς να υποτιμάμε τη χρησιμότητά τους, τα επιδόματα δεν λύνουν το πρόβλημα της στέγης στον βαθμό που δεν υπάρχει έλεγχος ενοικίου. Παράλληλα, προωθήθηκε ένα μικρό πρόγραμμα στεγαστικής αποκατάστασης προσφύγων, το οποίο έληξε με την εκδίωξη τους όταν υποτίθεται ότι πήραν άσυλο. Το «χτίζω και ανακαινίζω», είναι ένα ακόμα πρόγραμμα όπου δίνονται κάποια χρήματα στους ιδιοκτήτες κλειστών ακινήτων για να τα ανακαινίσουν με τη δέσμευση να δοθούν ακολούθως για ενοικίαση για τρία χρόνια, χωρίς να μπαίνει πάλι κανένας περιορισμός, κανένα πλαφόν ενοικίου. Τέλος, αν διαβάσει κανείς τον ψηφισμένο νόμο για το πρόγραμμα κοινωνικής αντιπαροχής θα δει ότι πρόκειται να ωφελήσει τους εργολάβους, δίνοντάς τους δημόσια γη με το σύστημα της αντιπαροχής. Ένα τμήμα της δημόσιας γης θα επιστραφεί σαν κοινωνική κατοικία, αλλά το υπόλοιπο κομμάτι του ακινήτου θα μείνει στον εργολάβο και θα χρησιμοποιηθεί σαν κανονική εμπορική κατοικία, χωρίς κανένα πλαφόν ή έλεγχο για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η εκμετάλλευση του.
Κ.Β.: Η κυβέρνηση παίρνει εκείνα τα μέτρα που πιστεύει ότι δεν θα θίξουν όσους δραστηριοποιούνται στην κτηματαγορά αντιμετωπίζοντας το ακίνητο ως επενδυτικό προϊόν. Συνεπώς όλες οι παρεμβάσεις της είναι στην καλύτερη περίπτωση αποσπασματικές και στην ουσία τροφοδοτούν τον κύκλο της κερδοφορίας. Για παράδειγμα η επιδότηση ενοικίου χωρίς περιορισμούς στο ύψος του ενοικίου, εύκολα μπορεί να καταλήξει σε νέες αυξήσεις και αντί για τους ενοικιαστές να επιδοτεί τελικά τους ιδιοκτήτες.
Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε πως αναπτύσσονται μια σειρά από κινηματικές πρωτοβουλίες. Με ποιο τρόπο μπορεί σήμερα να συγκροτηθεί συλλογική απάντηση; Τι διδάγματα μπορούμε να πάρουμε από τη διεθνή εμπειρία;
Το κρίσιμο είναι να βάλουμε καθαρά αιτήματα και προτεραιότητες και να ανοίξουμε διαδικασίες συνελευσιακές
Τ.Κ.: Μέχρι το 2010 και την κρίση τα κινήματα στέγης ήταν εξαιρετικά περιορισμένα και σημειακά. Εδώ και πολλά χρόνια υπάρχει πρωτοβουλία για τους πλειστηριασμούς που έχει κάνει μια σημαντική δουλειά στο να προστατεύσει κάποια υπερχρεωμένα νοικοκυριά από το να χάσουν τα σπίτια τους. Στη Θεσσαλονίκη έχουμε ένα πολύ καλό παράδειγμα δημιουργίας ενός σωματείου ενοικιαστών, ακολουθώντας το παράδειγμα του εξωτερικού, ενώ μία αντίστοιχη πρωτοβουλία έχει ξεκινήσει και στην Αθήνα και χρειάζεται να στηθεί σε κάθε πόλη και κάθε γειτονιά καθώς οι συνθήκες ενοικίασης από μέρος σε μέρος αλλάζουν. Παράλληλα, υπάρχει ο συντονισμός σωματείων και συλλογικοτήτων που ξεκίνησε με μία πρωτοβουλία του ΣΑΔΑΣ Αττικής και πιο παλιά «οι γειτονιές για το δικαίωμα στη στέγη» κτλ. Είναι σημαντικό να δημιουργηθεί ένα οριζόντιο κίνημα στέγης, να υπάρξει ένας συντονισμός μεταξύ τους μέσα από συνελευσιακές διαδικασίες. Έχουμε πολύ καλά παραδείγματα από το εξωτερικό, όπως το μεγάλο δημοψήφισμα στο Βερολίνο για την απαλλοτρίωση των ιδιοκτησιών των μεγάλων εταιριών ή τις περιπτώσεις της Λισαβόνας και της Βαρκελώνης όπου μετά από μεγαλειώδεις διαδηλώσεις πάρθηκαν μέτρα ενάντια στο Airbnb. Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα δεν είχαμε συγκέντρωση ακινήτων σε μεγάλες εταιρίες. Μέσα όμως από τη διαδικασία των πλειστηριασμών αρχίζουμε να έχουμε μεγάλες real estate εταιρίες συσχετισμένες με τα fund, οι οποίες μαζεύουν πάρα πολλά ακίνητα. Το κρίσιμο είναι να βάλουμε καθαρά αιτήματα και προτεραιότητες και να ανοίξουμε διαδικασίες συνελευσιακές, όπου θα καλέσουμε όλο τον κόσμο σε μια κοινή δράση.
Σημαντικό είναι να κατοχυρωθεί στις συνειδήσεις ότι η στέγαση είναι πλέον δικαίωμα, αντικείμενο συλλογικής διεκδίκησης και όχι ατομική υπόθεση
Κ.Β.: Η συγκρότηση συλλογικής απάντησης σε μία χώρα σαν την Ελλάδα η οποία δεν έχει παράδοση κινημάτων για τη στέγαση σημαίνει κατά τη γνώμη μου ότι πολλά πράγματα θα πρέπει να επινοηθούν εκ του μηδενός, από το περιεχόμενο των κινητοποιήσεων έως εκείνες τις μορφές πάλης που θα επιδείξουν κάποια αποτελεσματικότητα. Και η λύση υποψιάζομαι θα δοθεί μόνο στην πράξη, δοκιμάζοντας πράγματα και αν αυτά αποτύχουν δοκιμάζοντας ξανά. Σημαντικό είναι να κατοχυρωθεί στις συνειδήσεις ότι η στέγαση είναι πλέον δικαίωμα, αντικείμενο συλλογικής διεκδίκησης και όχι ατομική υπόθεση όπως έχει εμπεδωθεί στην ελληνική κοινωνία εδώ για πολλές γενιές. Στην κατεύθυνση αυτή το Τμήμα Αττικής του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων καλεί εργατικά σωματεία και συλλογικότητες γειτονιάς για τη συγκρότηση ενός συντονιστικού που θα αναλάβει πολύμορφη δράση υπεράσπισης του δικαιώματος στην κατοικία. Η διεθνής εμπειρία είναι πλούσια ειδικά σε χώρες όπου το ζήτημα της κατοικίας αποτέλεσε ιστορικά αντικείμενο πολιτικής και κοινωνικής διεκδίκησης. Η μεταφορά της όμως θέλει προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα από όλες τις απόψεις.