Νίκος Πελεκούδας
Ρατσιστικό πινγκ-πονγκ
Την ίδια μέρα που παραλίγο στη Μανωλάδα να είχαμε ένα μαζικό κρατικό και εργοδοτικό έγκλημα με την πυρκαγιά στους καταυλισμούς των εργατών γης (κυρίως από το Μπαγκλαντές), ο καγκελάριος της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτς, στη συνάντηση με τον Κ. Μητσοτάκη προανήγγειλε τη σκλήρυνση της Γερμανίας γενικά απέναντι στους μετανάστες και ειδικά απέναντι στους πρόσφυγες που ζητούν άσυλο στη Γερμανία. Προανήγγειλε μαζικές επιστροφές αιτούντων άσυλο προσφύγων προς την Ελλάδα. «Κατέστησα σαφές πως θα πρέπει να μειωθεί η δευτερογενής μετανάστευση από την Ελλάδα στη Γερμανία, να αυξηθούν οι επανεισδοχές και να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση». Η Ελλάδα, από τη μια μεριά της, εκφράζεται μέσω του υπουργού Αντι-μεταναστευτικής Πολιτικής Μ. Βορίδη που εξαγγέλλει ότι δε θα γίνουν δεκτοί οι 40.000 περίπου πρόσφυγες που προτίθεται να διώξει η Γερμανία, ενώ ο Μητσοτάκης παρόντος του Μερτς ζητά κατανόηση και διαπραγματεύεται οικονομικά το ζήτημα υποσχόμενος, τί άλλο, νέες αγορές όπλων με μεγάλο μερίδιο από τη Γερμανία.
Στην πραγματικότητα ανοίγει ένας νέος κύκλος αντιμεταναστευτικής ρητορικής αλλά και πράξεων, όπου μπορεί η Γερμανία να φαίνεται η κυρίως υπεύθυνη, αφού πράγματι πατάει το γκάζι ως αποτέλεσμα ανάμεσα σε άλλα και της πολιτικής και εκλογικής ενίσχυσης του AfD, αλλά ο ένοχος είναι η ίδια η ΕΕ όπως θα καταδείξουμε παρακάτω. Στο νέο αντιμεταναστευτικό και αντιπροσφυγικό ντελίριο, με τη συμμετοχή σε κυβερνήσεις και ακροδεξιών κομμάτων, συμμετέχει και η ελληνική κυβέρνηση. Τέλος Μάρτη ο Βορίδης δήλωσε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 80.000 «παράνομοι» μετανάστες που θα πρέπει να απελαθούν, δηλώνοντας την ίδια στιγμή ότι δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία γι’ αυτό!
Δέκα χρόνια μετά την έναρξη του πολεμικού μακελειού στη Συρία και του μαζικού κύματος προσφύγων, είναι αναγκαία η ανάγνωση των εξελίξεων από την επαναστατική κομμουνιστική αριστερά με στόχο τη διατύπωση προγραμματικής τοποθέτησης και άμεσων διεκδικήσεων υπέρ των μεταναστών και προσφύγων, οργανωμένα και έμπρακτα.

Στα τέλη του 2023 η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξε στο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου. Προβλήθηκε ως μια εξαιρετική επιτυχία της ΕΕ κυρίως γιατί έδωσε ένα τέλος στα ατέρμονα παζάρια μεταξύ των κυβερνήσεων της. Το Σύμφωνο αποτελεί μνημείο σκλήρυνσης απέναντι σε όσους ζητούν να ζήσουν σε χώρα της Ευρώπης και πρακτικά δίνει το σήμα της αποτροπής περαιτέρω αποδοχής μεταναστών. Το ξεσκαρτάρισμα γίνεται αμέσως μόλις φτάσουν πρόσφυγες στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, με τον χαρακτηρισμό των προσφύγων ανάλογα με την χώρα προέλευσης (το περίφημο περί ασφαλούς τρίτης χώρας), την ταυτοποίηση και το φακέλωμα όλων με την αναλυτική καταγραφή βιομετρικών στοιχείων. Είναι σαφές δηλαδή ότι το δικαίωμα στη «νόμιμη» εγκατάσταση το χάνουν αμέσως εκατοντάδες και χιλιάδες πρόσφυγες. Αυτοί κρίνονται ότι δεν έχουν καν το δικαίωμα αίτησης για άσυλο! Όταν η συντριπτική πλειοψηφία τους εδώ και μια δεκαετία προέρχεται κυρίως από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρωταγωνιστεί στους σχετικούς πολέμους, εξωθεί σε ξεριζωμούς, και στο τέλος αρνείται τα αποτελέσματα της πολιτικής της. Γεγονός που επιδρά ακόμα και στους «νόμιμους» μετανάστες γιατί εγείρει ένα κλίμα συνολικά αντιμεταναστευτικό.
Η λεγόμενη «υποχρεωτική αλληλεγγύη» μεταξύ των μελών, σημαίνει ότι κάθε χώρα που αντιμετωπίζει υποτίθεται αυξημένο πρόβλημα προσφυγικών ροών, θα έχει το δικαίωμα 30.000 μετεγκαταστάσεων, δηλαδή προώθησής τους κάπου αλλού, και πληρωμής 20.000 ευρώ για κάθε άτομο που του απορρίπτουν το άσυλο.
Ουσιαστικά η ΕΕ δίνει μαεστρικά έναν αντιμεταναστευτικό και αντιπροσφυγικό «πιλότο», ιδιαίτερα στα ζητήματα της «υποχρεωτικής αλληλεγγύης», του δικαιώματος αίτησης για άσυλο καθώς φυσικά και για το ποιες είναι οι ασφαλείς τρίτες χώρες. Άλλωστε η ίδια η Κομισιόν από τον Φεβρουάριο έχει θέσει προς συζήτηση τους λεγόμενους Κόμβους Επιστροφής, δηλαδή οργανωμένα ευρωπαϊκά Γκουαντάναμο εκτός εδαφών Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου θα στοιβάζονται για άγνωστο χρονικό διάστημα «παράνομοι» μετανάστες και πρόσφυγες, που τα αιτήματά τους για άσυλο εξετάζονται. Προφανώς θα είναι μια ζώνη απουσίας οποιουδήποτε ανθρώπινου δικαιώματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κράτη μέλη στη σχετική συζήτηση συμφώνησαν (ένθερμα και η Ελλάδα), ενώ μόνο το Βέλγιο και η Ιρλανδία προβληματίστηκαν ώστε η εφαρμογή του μέτρου να είναι εφαρμόσιμη και ρεαλιστική (!) και να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό είναι το ανθρωπιστικό όριο της ΕΕ!
Η ίδια η Γερμανία από τον περασμένο Ιανουάριο διαρρέει συνεχώς την κατάσταση κήρυξη έκτακτης ανάγκης στη χώρα λόγω του μεταναστευτικού με το αιτιολογικό ότι οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί είναι δυσλειτουργικοί! Προαναγγέλλει δηλαδή την αποκλειστικά εθνική διαχείριση του ζητήματος.
Η επίσπευση του χρονικού διαστήματος αναμονής για την απόφαση σχετικά με το αίτημα ασύλου σε λιγότερο ακόμα και από τις 12 εβδομάδες που προβλεπόταν στο Σύμφωνο, και η επίκληση της αργοπορίας της δεύτερης φάσης εξέτασης αιτήσεων ασύλου, είναι αυτή που ωθεί τις εθνικές κυβερνήσεις «άμεσου ενδιαφέροντος» να εγείρουν ζητήματα εκκένωσης των προσφυγικών camps και μαζικότερης απόρριψης αιτημάτων ασύλου.
Σε αυτό σημαιοφόρος είναι η ελληνική κυβέρνηση.

Ελλάδα: Κάθε είδους τείχη στους μετανάστες
Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων 10 χρόνων φέρουν ακέραιη την ευθύνη μιας αντιμεταναστευτικής και αντιπροσφυγικής πολιτικής, πάντα συμβατής με την πολιτική της ΕΕ, που συνδυάζει την αποτροπή εγκατάστασης μεταναστών με τις επιλεκτικές συμφωνίες για συγκεκριμένη χρονικά εκμετάλλευση εργαζομένων με δουλεμπορικούς όρους (κυρίως από Μπαγκλαντές, Πακιστάν, Αίγυπτο). Από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης κανονικά κολαστήρια για τους πρόσφυγες, το μαζικό έγκλημα της Πύλου, την τρομοκρατία στον Έβρο πριν μερικά χρόνια, τις τωρινές απειλές ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες, το ελληνικό κράτος με σταθερότητα υπηρετεί αυτή την κατεύθυνση.
Αλλά ακόμα και αν ένας άνθρωπος καταφέρει και περάσει αυτό τον λαβύρινθο και μπει στη διαδικασία της «νόμιμης» μετανάστευσης με άδεια εργασία και διαμονής, για να αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια (που σημαίνει πολλά ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα ασφαλιστικά δικαιώματα) θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις, πάντα υπό τον όρο της παρέλευσης επταετίας:
Πρώτο, να γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα, δηλαδή να επιτύχει στις εξετάσεις της ντροπής για την ελληνομάθεια πληρώνονται και τα σχετικά παράβολα.
Δεύτερο, να γνωρίζει επαρκώς την ελληνική ιστορία και γεωγραφία, τον ελληνικό πολιτισμό και τις συνήθειες του ελληνικού λαού, καθώς και τον τρόπο λειτουργίας των θεσμών του πολιτεύματος της χώρας· η αποθέωση δηλαδή ενός ισοπεδωτικού αφομοιωτικού μοντέλου και της εξάλειψης οποιασδήποτε εθνικής ή πολιτισμικής ταυτότητας του μετανάστη.
Τρίτο, να έχει την ικανότητα να συμμετέχει ενεργά και ουσιαστικά στην πολιτική ζωή της χώρας. Πώς μπορεί να γίνει αυτό άραγε με τα πολλαπλά φίλτρα πολιτικής συμμετοχής, αλλά και με την πρακτική ομηρία των μεταναστών στο να μπορούν να συνδικαλιστούν και να σταθούν ενάντια στον εργοδότη τους;
Τέταρτο, να έχει ενταχθεί ομαλά στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, έχοντάς την καταστήσει συνεχές κέντρο των βιοτικών του δραστηριοτήτων (αυτό αγγίζει οριακά εντελώς αυταρχικές και άμεσα εθνικιστικές θεωρήσεις σχετικά με τους μετανάστες).
Είναι σαφές πως το δίλημμα είναι πλήρης αφομοίωση και «εξελληνισμός» ή ζωή μέσα σε διαρκή φόβο για την καθημερινότητα και το ενδεχόμενο της απέλασης.
Η ελληνική κυβέρνηση κινούμενη εντελώς μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγείρει σήμερα το άδειασμα των στρατοπέδων συγκέντρωσης από όσους δεν θα πάρουν άσυλο. Όπως και η ΕΕ υπηρετώντας την «πολεμική οικονομία» και το σίγουρα επερχόμενο κύμα νέας προσφυγιάς και μετανάστευσης, σηκώνει υλικά αλλά και ιδεολογικά τείχη απέναντι στα θύματα αυτής της πολεμικής πολιτικής. Το μοντέλο της Γάζας που θα γίνει Ριβιέρα, δηλαδή η εξόντωση των «περισσευούμενων» πληθυσμών, ανομολόγητα γίνεται πυξίδα για τις σχεδιαζόμενες αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Σε ένα περιβάλλον που σε κάθε περίπτωση χαρακτηρίζεται από τη νέα όξυνση της κρίσης του συστήματος και την υποχώρηση της ίδιας της ΕΕ στο διεθνή συσχετισμό.
Η πάλη για την υπεράσπιση των προσφύγων και μεταναστών μπορεί να είναι οδηγός για μια πραγματικά ανατρεπτική επαναστατική κομμουνιστική πολιτική.
Κομμουνιστική τοποθέτηση, εργατική παρέμβαση
Η σύγχρονα επαναστατική κομμουνιστική πολιτική πρόταση θεωρεί κριτήριο για τη θέση συνολικά της εργατικής τάξης στη χώρα την καλυτέρευση της θέσης προσφύγων και μεταναστών και την ισότιμη ύπαρξή τους στην ελληνική κοινωνία. Ζητά στέγαση, μόρφωση, τροφή και νερό, υγειονομική περίθαλψη τώρα χωρίς όρους, το τσάκισμα όλου του νομοθετικού χαρτοβασίλειου κατακερματισμού των μεταναστών, ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα σε όλους χωρίς όρους, όχι από μια υποκριτική θέση που αναζητά απαντήσεις στα περιθώρια, αυτοαναιρούμενα και αυτά, της αντιμεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ. Εντάσσει την πάλη της στον αγώνα για απελευθέρωση της εργατικής τάξης από τα καπιταλιστικά δεσμά.
Η πάλη για αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ τώρα είναι όρος για μια πολιτική υπέρ των μεταναστών και των προσφύγων. Η πολεμική οικονομία της ΕΕ προετοιμάζει νέους προσφυγικούς ξεριζωμούς και πογκρόμ μεταναστών. Ιεραρχεί ψηλά την εναντίωση στους πολέμους, παλεύει για την έξοδο της Ελλάδας από αυτούς, δεν υπερασπίζεται εθνικά δίκαια βλέποντας τους μετανάστες και τους πρόσφυγες ως πρόβλημα που δίνει πόντους στην Τουρκία (ΚΚΕ για τα επεισόδια στον Έβρο το 2020) υιοθετώντας την κυβερνητική ρητορική περί τουρκικής εργαλειοποίησης των προσφύγων. Παλεύει να πέσει το τείχος του Έβρου τώρα, για πραγματικά ανοιχτά σύνορα για την προσφυγιά.
Για την ακύρωση όλων των εξοπλιστικών προγραμμάτων χωρίς αστερίσκους και προϋποθέσεις για το ποια εξυπηρετούν εθνικούς στόχους και ποια όχι. Η ελληνική εξωτερική και στρατιωτική πολιτική είναι αξεδιάλυτα δεμένη με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Υπερασπίζεται την εθνική, θρησκευτική και πολιτισμική διαφοροποίηση των μεταναστών και των προσφύγων χωρίς όρους. Γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος για το ξεπέρασμα αυτών των διαφορών μέσα στο σώμα της εργατικής τάξης, για το χτίσιμο ειλικρινών σχέσεων μεταξύ ελλήνων και ξένων εργατών. Δίνει τη δυνατότητα για μια ευρύτερη πολιτική απεύθυνση των κομμουνιστών για την ανάγκη υπέρβασης των συνόρων και των θρησκευτικών δογμάτων μέσα από την έμπρακτη αλλαγή της πραγματικότητας. Θεωρεί δύναμη για τη σύγχρονη πολυεθνική εργατική τάξη μέσα στη χώρα την ισότιμη συνύπαρξή των μεταναστών εργατών με τους ντόπιους, με τη συνάντηση διαφορετικών παραστάσεων και παραδόσεων, αγωνιστικής μνήμης και έμπρακτης αλληλεγγύης. Η «πολυχρωμία» είναι δύναμη συγκεντρωμένη στη γροθιά της μάχης με το κράτος και τα αφεντικά. Διαφορετικά είναι αφορμή κατακερματισμού. Κι αυτό αφορά κάθε διαφοροποίηση: ηλικιακή, μορφωτική, δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα κλπ.
Όχι στην υπόκλιση σε θρησκευτικές ή εθνικές προκαταλήψεις, που είναι βέβαιο ότι στρέφονται ενάντια σε άλλους μετανάστες. Απόκρουση της προσπάθειας τόνωσης του μίσους μεταξύ των μεταναστών εργατών που φροντίζει να υποθάλπει η αστική εξουσία. Δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε οι εργάτες στα Βαλκάνια και όπου αλλού. Η εργατική πολιτική δεν αναζητά συμμαχίες στους αστικούς πολιτικούς ή αστικοποιημένους κοινωνικούς θεσμούς, σε όσους ανέχονται, αξιοποιούν ή τάσσονται ενεργητικά με τις φιλοΕΕ και κυβερνητικές πολιτικές. Δίνει μάχη για τη μαζική και άνευ όρων εγγραφή στα σωματεία και συμμετοχή και στις διοικήσεις για όλους/ες τους μετανάστες/ριες.