Γιώτα Ιωαννίδου
Οι Έλληνες καταγράφονται ως ο πιο απαισιόδοξος λαός της Ευρώπης, διαψεύδοντας τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης για την πορεία της οικονομίας. Η πραγματική ζωή, η φτωχοποίηση και η εκμετάλλευση του κόσμου της εργασίας, παίρνει εκδίκηση από την κυβερνητική προπαγάνδα.
Πώς γίνεται και «οι Έλληνες εμφανίζονται ως ο πιο απαισιόδοξος λαός της Ευρώπης, παρά το γεγονός ότι η χώρα προπορεύεται στους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης έναντι της ΕΕ»; «Γιατί δε συμμερίζονται την αισιοδοξία των ελληνικών επιχειρήσεων;» αναρωτιούνται κάποιοι δημοσιογράφοι με αφορμή τα ευρήματα του τελευταίου Ευρωβαρόμετρου.
Σίγουρα οι Έλληνες δεν είναι οι μόνοι «απαισιόδοξοι», σε σχέση με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους στο μέλλον, εν μέσω «αισιόδοξων» Ευρωπαίων. Όπως δείχνει η σχετική έρευνα, ένας στους τρεις στην ΕΕ εκτιμούν ότι το επίπεδο ζωής τους θα χειροτερέψει τα επόμενα χρόνια. Δεν πρόκειται για τωρινό εύρημα. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται παγκόσμια, η έλλειψη προσδοκιών και η απαισιοδοξία για το μέλλον, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων.
Όταν το 63% των νοικοκυριών στην Ελλάδα μόλις τα βγάζει πέρα, ο μισθός -αν υπάρχει – τελειώνει στο πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα, η ακρίβεια θερίζει, η στέγη με ανεκτό νοίκι γίνεται δυσεύρετη, η ευελιξία – επισφάλεια τσακίζουν ωράρια και αντοχές και ο ελεύθερος χρόνος γίνεται είδος προς εξαφάνιση, ποιος μπορεί να κατηγορηθεί ότι «δεν αντιμετωπίζει το εργασιακό του μέλλον με θετικό πνεύμα»;
Ψιλά γράμματα θα πει κάποιος για τις Αντουανέτες της εξουσίας, που θεωρούν την οικονομική βία θεόσταλτη αρχή της αγοράς. Ανησυχούν όμως πραγματικά, μήπως τυχόν δεν μπορούν πλέον να πείθουν ότι η φτώχεια και η εκμετάλλευση των πολλών είναι η «φυσική» ροή των πραγμάτων.
Η αλήθεια είναι ότι έχουν κάπως «καλομάθει». Διότι, λίγο ως πολύ, για μια ολόκληρη εποχή, κατάφερναν να κατασκευάζουν στη συνείδηση των ανθρώπων «έναν κόσμο ανάποδα», όπως έγραφε ο Γκαλεάνο. Να διαμορφώνουν δηλαδή μια ψευδή συνείδηση. Να αξιοποιούν την ευημερία των αριθμών για να χειραγωγούν μακροπρόθεσμα τους ανθρώπους. Να παρουσιάζουν την καλοζωία λίγων και εκλεκτών, όχι ως προϊόν κλοπής, βίας, εκμετάλλευσης και αδικίας, αλλά «αχρηστίας» και φυγοπονίας των πολλών.
Η αστική εξουσία πάντα εξασφάλιζε την κυριαρχία της, πείθοντας για πράγματα που δεν ίσχυαν με βάση τα πραγματικά στοιχεία αλλά καθήλωναν ως αυτονόητα την εργατική συνείδηση . «Ποιοι φταίνε για τους χαμηλούς μισθούς στον ιδιωτικό τομέα; Αυτοί του Δημοσίου». «Οι μετανάστες φέρνουν ανεργία και εγκληματικότητα». «Οι εκπαιδευτικοί φταίνε για τα χάλια της εκπαίδευσης». «Οι αγρότες κατέστρεψαν την αγροτική παραγωγή, αφού βούτηξαν τις επιδοτήσεις της ΕΕ». «Η έλλειψη αστυνόμευσης φταίει για τη βία»… Ο κατάλογος είναι ατελείωτος…
Να όμως που στις μέρες μας κάτι αλλάζει. Δεν πείθουν. Έχει ειπωθεί άλλωστε: «μπορείς να εξαπατάς πολλούς για λίγο καιρό, λίγους για πολύ καιρό, όχι όμως όλους για πάντα». Απόδειξη αποτελεί η ένταση του αυταρχισμού και της καταστολής του αστικού κράτους, που πάντα είναι αντιστρόφως ανάλογη με την ικανότητα της αστικής ιδεολογίας να χειραγωγεί.
Και αν ακόμη η λαϊκή ευπιστία σε πολλούς μύθους της κυρίαρχης πολιτικής καλά κρατεί, είναι το πεδίο των υλικών συμφερόντων εκείνο στο οποίο η αστική τάξη υποχωρεί στην ικανότητά της να αντιστρέφει την πραγματικότητα. Η αδυσώπητη, πολύπλευρη καπιταλιστική κρίση της μειώνει τα περιθώρια να εμφανίζει τα δικά της συμφέροντα ως συμφέροντα όλης της κοινωνίας.
Την απαισιοδοξία των εργαζόμενων και της νεολαίας προβάλλουν τα ΜΜΕ προσπαθώντας να κρύψουν πίσω της τη διογκούμενη και βαθύτερη δυσαρέσκεια. Την απονομιμοποίηση του συστήματος, την αδυναμία του -σε οποιαδήποτε μορφή διαχείρισής του- να δώσει μια στοιχειώδη προοπτική στη ζωή των ανθρώπων, ακόμη και στις βιοτικές τους ανάγκες, προσπαθούν να καλύψουν. Πρόκειται για μια ρωγμή που απειλεί την αστική κυριαρχία όσο και αν προσπαθούν να τη μπαζώσουν με τον κανιβαλισμό της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού. Διότι διατηρεί ένα φορτίο που συνεχώς ενισχύεται από τις υλικές συνθήκες της εργασιακής βαρβαρότητας και μιας ζωής στερημένων αναγκών.
Από αυτή τη ρωγμή ξεπηδούν δυνατότητες που αναμετριούνται με τη δυσκολία υλοποίησής τους. Πρόκειται για ένα πεδίο μάχης γι αυτούς που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο. Είναι πρόκληση να μετατραπεί η απαισιοδοξία σε ουσιαστική αισιοδοξία χωρίς να είναι κακέκτυπο. Να αναιρεθεί στην λαϊκή συνείδηση ότι είναι αναπόφευκτο κοινωνικό και ατομικό αδιέξοδο, το αδιέξοδο του καπιταλισμού που σαπίζει.
Η αισιοδοξία βρίσκεται στη γνώση της πραγματικότητας, στην επίγνωση των δυσκολιών αλλά και στο άδραγμα των δυνατοτήτων. Και πάνω από όλα στην ομορφιά του συλλογικού αγώνα, μαχόμενων προσδοκιών κι ελπίδων με επαναστατικό έρμα για να μην γίνονται λάφυρο του ανέμου.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 17-18 Μαϊου