Αιμιλία Καραλή
Οι τύραννοι πάντα περιφρονούν τον κόσμο της εργασίας, τους δουλευτές. Πάντα παρασιτούσαν εις βάρος τους. Και δυστυχώς τους έχουν πείσει πολλές φορές για το αντίθετο. Με τους μηχανισμούς που διαθέτουν και τους πρόθυμους συμμάχους-στηρίγματά τους στην εξουσία.
Η Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση είναι μια από τις πιο γνωστές τραγωδίες της κρητικής λογοτεχνίας. Γράφτηκε στα τέλη του 16ου αιώνα και εκδόθηκε το 1637 στη Βενετία. Τρία είναι τα βασικά πρόσωπα του έργου. Ο βασιλιάς και σφετεριστής του θρόνου -έχει σκοτώσει τον αδελφό του και νόμιμο βασιλιά- Φιλόγονος, η κόρη του Ερωφίλη και ο αγαπημένος της Πανάρετος. Σημαντικό ρόλο -όπως και στις κλασικές τραγωδίες- παίζει ο χορός. Απηχεί αυτό που θα λέγαμε σήμερα φωνή του λαού. Σχολιάζει τη στάση των ηρώων, παίρνει το μέρος των ερωτευμένων, αντιτίθεται στον αυταρχισμό του βασιλιά που δεν δέχεται τον δεσμό των δύο ερωτευμένων και είναι αυτός που δίνει τη λύση στο δράμα. Αποτελείται από γυναίκες, στενά δεμένες με την Ερωφίλη.
Ο Φιλόγονος αποτελεί μια αρχετυπική μορφή τυράννου. Αντίφαση με τις πράξεις του συνιστά αρχικά το όνομά του. Ενώ σημαίνει αυτόν «που αγαπά τους γόνους» του, την ίδια στιγμή κάνει ό,τι μπορεί για να δυστυχήσει το παιδί του. Σκοτώνει με μαρτυρικό τρόπο, διαμελίζοντάς τον, τον Πανάρετο -αυτόν που έχει όλες τις αρετές. Οδηγεί στην αυτοχειρία την κόρη του Ερωφίλη -αυτήν που αγαπά τον έρωτα- καθώς της δίνει για γαμήλιο δώρο, υποκρινόμενος ότι είχε αποδεχτεί τις επιλογές της, το κομματιασμένο σώμα του Πανάρετου. Ο «Μισόγονος» βασιλιάς φέρθηκε όπως ακριβώς φέρονται όσοι απεχθάνονται την ομορφιά που δίνουν στη ζωή η αρετή κι ο έρωτας. Δεν τα έχουν και δεν τα νιώθουν γι’ αυτό και δεν μπορούν να τα προσφέρουν.
Όπως εκείνος θέλουν να κυριαρχούν με τον φόβο: «Ο φόβος πως τση βασιλειούς φυλάσσει λογαριάζω». Δεν τους ενδιαφέρει το τι είναι δίκαιο ή άδικο γιατί πιστεύουν πώς: «Όπου ’ν τα πλούτη οι αρετές κ’ οι χάρες κατοικούσι/ κ’ εις πάσα τόπο φρόνιμοι πάντα κρατούντ’ οι πλούσιοι». Ενώ για όποιον δεν έχει ανάγκη τον τρόμο για να υπάρξει περιφρονητικά τον προτρέπουν να γίνει «δουλευτής»· «Και τότες όλαις τσ’ εντροπαίς του κόσμου ας απομένη».
Οι τύραννοι πάντα περιφρονούν τον κόσμο της εργασίας, τους δουλευτές. Πάντα παρασιτούσαν εις βάρος τους. Και δυστυχώς τους έχουν πείσει πολλές φορές για το αντίθετο. Με τους μηχανισμούς που διαθέτουν και τους πρόθυμους συμμάχους-στηρίγματά τους στην εξουσία διαστρέφουν τα αίτια της δυστυχίας, της φτώχιας και της ανέχειάς τους. Νέμονται τον πλούτο που οι δουλευτές παράγουν. Και με τον φόβο που σκορπίζουν, κερδίζουν· από την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα για την ανάγκη της επιβίωσης. Αυτοί που δεν έχουν δουλέψει αποφασίζουν τι είναι καλό και δίκαιο, τι και πόσο χρειάζεται για να ζήσει κάποιος. Ντροπιάζουν τους υπηκόους τους με ψίχουλα και συνεχείς στερήσεις. Προσπαθούν να τους πείσουν και ότι ευτυχώς που υπάρχουν -όπως υπάρχουν- γιατί τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα. Αποθεώνοντας τους εαυτούς τους ταπεινώνουν καθημερινά με τις αποφάσεις τους τις ζωές των «από κάτω».
Ο χορός των γυναικών δεν ανέχτηκε τελικά την αλαζονεία και την προσβολή στην ομορφιά και στην ευγένεια των δύο εραστών
Στις ιστορικές αποσκευές των τυράννων περιλαμβάνεται πάντα και η σπορά της αντιπαλότητας μεταξύ των «δουλευτάδων». Έτσι τους κρατούν χωρισμένους και αδύναμους, ακίνδυνους για την κραταίωσή τους. Προσποιούμενοι τον «φίλο», όπως ο βασιλιάς στην Ερωφίλη, προσπαθούν να προσεταιριστούν τμήματά τους. Κι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν εμπλουτίζονται καθώς η μακρόχρονη εμπειρία τους το επιτρέπει. Άλλοτε με το καρότο κι άλλοτε με το μαστίγιο εφευρίσκουν διαφορές μεταξύ των «δουλευτάδων» και τις μετατρέπουν σε τείχη που πρέπει να αλωθούν για να υπάρξει ασφάλεια, τάξη και ησυχία στην επικράτειά τους. Αυτές μπορεί να είναι το είδος της εργασίας που κάποιος ή κάποια ασκεί, η γλώσσα που μιλά, το φύλο, ο θεός που πιστεύει ή δεν πιστεύει, η ηλικία, η κατάσταση της υγείας, ακόμη και οι ιδέες. Εξαπολύουν και τους ραβδούχους τους που μαστιγώνουν σώματα και μυαλά που αντιστέκονται. Το σχέδιο εξόντωσης του «έρωτα» για την «αρετή» έχει πολλές όψεις και μορφές.
Θυμόμαστε όμως και το τέλος της ιστορίας της Ερωφίλης. Ο χορός των γυναικών δεν ανέχτηκε τελικά την αλαζονεία και την προσβολή στην ομορφιά και στην ευγένεια των δύο εραστών. Όρμησε στον Φιλόγονο και τον σκότωσε. Σκότωσε την «απονιά», τη φαυλότητα, την υποκρισία, την αδικία, την υπεροψία του πλούτου και της εξουσίας. Καταφρόνησε όσα εκπροσωπούσε η δύναμή του. Περιφρόνησε τον φόβο γιατί προτίμησε τον «έρωτα του καλού» και με «αρετή και τόλμη» την ελευθερία.
Πολύ διδακτική και πολύτιμη ιστορία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 29-30 Μαρτίου