Μαριάννα Τζιαντζή
Είναι πολλά αυτά που διαρκώς τα συνηθίζουμε. Συνηθίσαμε τον μισθό που τελειώνει γύρω στις 15 του μήνα, τις αιματηρές οικονομίες στο ρεύμα, τη στέρηση των αναγκαίων. Όμως η αλαζονεία, η πόζα των εκπροσώπων της κυβέρνησης, όπως και των παπαγάλων της στα ΜΜΕ δεν συνηθίζεται, δεν αντέχεται.
Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν μπορούμε να τα συνηθίσουμε κι ας έλεγε ο Σεφέρης, το 1940, «δε βρίσκω τίποτε που να μην το συνηθίσατε». Δεν γίνεται να τα συνηθίσουμε, παρόλο που οι επίσημες φωνές μάς πιέζουν ποικιλοτρόπως να τα αποδεχτούμε. Η πλειονότητα του λαού δεν αποδέχτηκε την κυβερνητική γραμμή για το έγκλημα στα Τέμπη και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα με τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις του Γενάρη και τις πρόσφατες πορείες μαθητών και φοιτητών σε όλη την Ελλάδα. Η προτροπή «αφήστε τη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της» αυτόματα μεταφράζεται στο «αφήστε τους νεκροθάφτες να συνεχίσουν τη δουλειά τους», να μπαζώσουν τη μνήμη και τη συνείδησή μας. Το γεγονός ότι δύο χρόνια μετά και παρά τις πασιφανείς κυβερνητικές και παρακυβερνητικές προσπάθειες συγκάλυψης και εφησυχασμού, οι νεκροί μιλούν είναι ένα ελπιδοφόρο σημάδι ότι κάποια πράγματα δεν συνηθίζονται. Μιλούν και «κάτω από το χώμα με τα σταυρωμένα χέρια τους κρατάνε της καμπάνας το σχοινί», και ας έχουν γίνει μια χούφτα κάρβουνο, μια χούφτα σκόνη, και ας μην μπόρεσε κανείς να τους σταυρώσει τα χέρια, να τους κλείσει τα μάτια. Μιλούν και τους ακούει όλη η Ελλάδα. Kαι τους απαντά.
Όμως είναι πολλά αυτά που διαρκώς τα συνηθίζουμε, που διαρκώς τα προσπερνάμε. Συνηθίσαμε τον μισθό που τελειώνει γύρω στις 15 του μήνα, τις αιματηρές οικονομίες στο ρεύμα, τη στέρηση των αναγκαίων. Όμως η αλαζονεία, η πόζα των εκπροσώπων της κυβέρνησης, όπως και των παπαγάλων της στα ΜΜΕ δεν συνηθίζεται, δεν αντέχεται. «Η Ελλάδα είναι ένας συνδιαμορφωτής των ευρωπαϊκών εξελίξεων» γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη καθώς «έχει καταρτίσει μία συνεκτική εθνική στρατηγική», λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης φτάνοντας στο Παρίσι. Η τεχνητή νοημοσύνη θα εξαφανίσει τα ράντζα, που όλο πληθαίνουν, στους διαδρόμους των νοσοκομείων; – αναρωτιέται κανείς.
Συνδιαμορφωτές είμαστε στο έπος της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και συνδιαμορφωτές στην πρόσφατη και στην αναμενόμενη επέλαση του Κακού στη Γάζα. Όπως ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια, έτσι και η «κόλαση» με την οποία απειλεί ο Τραμπ τους Παλαιστίνιους έχει πολλούς διευκολυντές, πολλά τσιράκια, πολλούς συνδιαμορφωτές. Οι βρυχηθμοί του Τραμπ δεν συνηθίζονται, δεν θα τους συνηθίσουμε.
Ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να συνηθίσουν την κτηνωδία. Θα μπορέσουν να την ανακόψουν;
Οι συνεχιζόμενοι σεισμοί στη Σαντορίνη, αυτό το θανάσιμο «μαρτύριο της σταγόνας», δεν συνηθίζονται, παρόλο που ο Κ. Μητσοτάκης και τα επιτελεία του κάνουν το παν για να μας πείσουν ότι ο κρατικός μηχανισμός είναι πανέτοιμος και αγρυπνά. Αυτό που σίγουρα έχουν συνηθίσει οι ξενοδοχοϋπάλληλοι και οι εργαζόμενοι στους τουριστικούς παραδείσους μας είναι η διαρκής ανασφάλεια, την οποία δεν φέρνει ο Εγκέλαδος αλλά η απληστία του ρίαλ εστέιτ και των κάθε λογής επενδυτών. Χιλιάδες νέοι ξεκινούν για τη «σεζόν» με όνειρα χίλια και, όταν φτάνουν σε κάποιο νησί των Κυκλάδων, διαπιστώνουν ότι πρέπει να κατοικήσουν σε τσιμεντένιες τρώγλες, να δουλεύουν εφτά ημέρες την εβδομάδα, να βλέπουν τη θάλασσα και να μην μπορούν ούτε τα πόδια τους να βρέξουν. Οι εργαζόμενοι στη Σαντορίνη, οι χθεσινοί και όσοι έχουν απομείνει στο νησί, είναι αόρατοι, δεν τους βλέπουμε στα τηλεοπτικά ρεπορτάζ. Δεν υπάρχουν, λες και αυτός ο «εμβληματικός τουριστικός προορισμός» λειτουργεί αυτόματα, σαν τζουκ μποξ που του ρίχνεις ένα κέρμα και παίζει.
Η εποχή των μνημονίων μάς εκπαίδευσε στο να συνηθίζουμε το παράλογο. Μια γιγαντιαία άσκηση υποταγής, χρήσιμη όχι μόνο για την τότε εξουσία αλλά και τις μελλοντικές. Στριμωχτήκαμε αλλά συνηθίσαμε τις τερατώδεις περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις, έτσι ώστε σήμερα η κυβέρνηση να θριαμβολογεί για τις πενιχρές αυξήσεις που δίνει ή θα δώσει ενώ η ακρίβεια γιγαντώνεται. Συνηθίσαμε να καταφεύγουμε στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και να ακριβοπληρώνουμε τις ιατρικές εξετάσεις, καθώς η πολύμηνη αναμονή στα δημόσια νοσοκομεία όχι μόνο δεν συνηθίζεται αλλά μπορεί να αποδειχτεί και θανάσιμη.
Υπάρχουν συνήθειες προοδευτικές, όπως η φιλοξενία, το «βάλε κι άλλο ένα πιάτο στο τραπέζι», όμως γενικά η συνήθεια είναι «σκλαβιά και τυραννία», όπως έλεγε ο Όσκαρ Ουάιλντ, είναι ο θάνατος της φαντασίας και της δημιουργικότητας. Κάποιοι αναγκάζονται να συνηθίσουν τη φρίκη προκειμένου να επιβιώσουν. Μιλώντας για τον Καύκασο «που κόχλαζε» στις μέρες του εμφυλίου μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ο σπουδαίος ζωγράφος Βάλιας Σεμερτζίδης γράφει: «σηκωνόντουσαν τη νύχτα για να πάνε στην ουρά να πάρουνε ψωμί και τα πολυβόλα κροτάλιζαν γύρω τους, αλλά πια είχε γίνει η κατάσταση αδιάφορη, πώς να το πω…. δεν έτρεμαν, είχαν συνηθίσει».
Ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να συνηθίσουν την κτηνωδία. Θα μπορέσουν να την ανακόψουν; Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα και η μεγάλη ελπίδα της εποχής μας.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 15-16 Φεβρουαρίου