Αιμιλία Καραλή
Μια νέα εφαρμογή αντίστροφης μέτρησης έχει γίνει δημοφιλής μέσω του TikTok. «Ημερολόγιο του θανάτου» ονομάζεται και εμφανίζει το χρονικό διάστημα 100 χρόνων κατανεμημένο σε μέρες, βδομάδες, μήνες. Ο κάτοχός του καλείται να σβήνει τη μέρα που πέρασε και να βλέπει πόση ζωή του απομένει.
Ήταν μια κοινή συνήθεια κάποτε στο στρατό να μετράνε οι φαντάροι τις μέρες που τους απόμεναν για την απόλυσή τους ξεδοντιάζοντας μια τσατσάρα. Και υπολογίζοντας τα δόντια, δηλαδή τις μέρες, που έμεναν στη θέση τους ανακοίνωναν θριαμβευτικά το υπόλοιπο της θητείας τους: τριάντα και μία, για παράδειγμα. Τώρα υπάρχει μια εφαρμογή που μπορεί να κατεβάσει κάποιος στο κινητό του: το λελέμετρο (ή λελεδόμετρο ή apolele app). Το «χάι τεκ» όνομα προέρχεται από την έκφραση «απολελέ και τρελελέ», γι’ αυτό και το απολυόχαρτο των οπλιτών θητείας λέγεται και λελεδόχαρτο. Μια ξεδοντιασμένη τσατσάρα ή μια κενή από τετραγωνάκια εφαρμογή σήμαιναν -και σημαίνουν- το τέλος μιας καταναγκαστικής θητείας και τη χαρά της ελπίδας για μια ζωή έξω από τα «κάγκελα». Όπως έλεγε και ο Τζίμης Πανούσης: Μια ζωή «παρουσιάστε»/ σαν εκπαιδευμένος σκύλος/ εγώ δεν θα πάρω άλλο/ φχαριστώ δεν είμαι φίλος.
Μια νέα εφαρμογή αντίστροφης μέτρησης όμως έχει κάνει την εμφάνισή της το τελευταίο διάστημα στα βίντεο και τις «προκλήσεις» (challenges) του TikTok. «Ημερολόγιο του θανάτου» ονομάζεται. Είτε σε ψηφιακή, είτε σε καλόγουστη έντυπη, είτε σε χειροποίητη μορφή εμφανίζει το χρονικό διάστημα 100 χρόνων – ως το έσχατο προσδόκιμο ζωής – κατανεμημένο σε μέρες, βδομάδες, μήνες. Ο κάτοχός του καλείται να σβήνει τη μέρα που πέρασε πάνω στον πλανήτη και να βλέπει πόση ζωή του απομένει. Έτσι θα κανονίζει τι θα κάνει μέρα τη μέρα για να «περνάει καλά». Και οι αναπαραστάσεις του τι σημαίνει «περνάω καλά» ποικίλλουν. Έφηβοι, ενήλικες, μεσήλικες, ηλικιωμένοι παρουσιάζουν και προτείνουν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς: από ασκήσεις γυμναστικής, πρόγραμμα διατροφής, εξωτικές διακοπές, χρόνο διαλογισμού, ακραία αθλήματα, ακροβατικά, ερωτικές διασκεδάσεις, γαστρονομικές απολαύσεις έως τον φόνο μιας πρώην ερωμένης ή ενός άπιστου εραστή. Στο κέντρο κάθε βίντεο πρωταγωνιστεί η ατομική μέρα, αποκομμένη από κάθε ευρύτερο κοινωνικό ενδιαφέρον. «Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε/ για να δούμε που θα βγει/ το δικό μας το βιολί», όπως θα σχολίαζε τραγουδιστικά ο Σπύρος Ζαγοραίος.
Δεν λείπουν βέβαια και οι στοχαστικές υπενθυμίσεις για τη συνειδητοποίηση της θνητότητας. Μια από τις εκδοχές αυτού του τύπου «θανατολογίου» επιγράφεται με τη λατινική φράση mementomori (θυμήσου ότι θα πεθάνεις – σε μια ελεύθερη μετάφραση) και διανθίζεται με αποσπάσματα από τον Επίκτητο, γνωμικά χριστιανών φιλοσόφων μέχρι τον Φρόιντ και τον Γιουνγκ. Αποκομμένα από το συνολικό φιλοσοφικό σύστημα των διανοητών μοιάζουν με δηλώσεις ματαιοπονίας και υποκλίσεις στο εφήμερο, στο πρόσκαιρο και – κυρίως – στη στενά προσωπική ικανοποίηση. Δεν λείπουν και τα συνοδευτικά μπιχλιμπίδια: μπλούζες, αφίσες, ρολόγια, κοσμήματα με νεκρικά γοτθικά σύμβολα και νεκροκεφαλές στολισμένα με πέρλες και πολύτιμα μέταλλα καλλωπίζουν τη μέρα που περνάει. Και το εμπόριο του κυνισμού καλά κρατεί· όπως και το κέρδος που αποφέρει.
Η λέξη «τέλος» στα αρχαία ελληνικά δεν σήμαινε μόνο το τέρμα αλλά και τον σκοπό. Κι αυτό που δοκιμάζεται και κρίνεται καθημερινά είναι ο σκοπός της ζωής
Κι ενώ στις διαδικτυακές πλατφόρμες χαρωπά πρόσωπα φαίνεται να διασκεδάζουν την πορεία προς το τέλος, στην πραγματική ζωή περισσεύει ο πόνος του βίαιου, του απροσδόκητου, του άδικου τέλους. Αυτό δεν διακοσμείται ούτε διακοσμεί. Είναι γυμνό, είναι σκοτεινό, συχνά φρικιαστικό. Μπορεί να συμβεί κάθε μέρα, οποιαδήποτε ώρα ή στιγμή. Αφορά κάθε ηλικία, γίνεται παντού: σε πολεμικά πεδία, σε τρένα, σε υπόστεγα σταθμών, σε εργοστάσια, σε φτωχογειτονιές, σε αυτοκινητόδρομους, σε σπίτια με κακοποιητικούς γονείς, σε θαλάμους νοσοκομείων. Και σπανίως είναι τυχαίο. Είναι άλλοτε απότοκο κρατικής εγκληματικής επιθετικότητας, αδιαφορίας και φονικών παραλείψεων των κάθε φορά «υπεύθυνων». Άλλοτε γεννιέται από την απληστία του κέρδους των επιχειρήσεων και των υποταγμένων σε αυτές κυβερνήσεων. Προκαλείται συχνά από το μίσος και την ανάγκη κυριαρχίας πάνω στον ασθενέστερο.
Τέτοια γεγονότα που πληθαίνουν καθημερινά στον κόσμο αφήνουν βαθύ και μόνιμο αποτύπωμα, όχι μόνο σε όσους τα βιώνουν άμεσα. Σφραγίζουν τις ζωές ανθρώπων που γνωρίζουν πως η συνειδητή ζωή δεν είναι αυτή που αγνοεί το βιολογικό της τέλος. Είναι αυτή που δένεται με την ίδια την ομορφιά μιας ζωής ελεύθερης και τη διεκδικεί για όλους. Δεν τη μικραίνει περιφέροντάς την σαν έκθεμα ατομικής επιβεβαίωσης και αυτοθαυμασμού.
Η λέξη «τέλος» στα αρχαία ελληνικά δεν σήμαινε μόνο το τέρμα αλλά και τον σκοπό. Κι αυτό που δοκιμάζεται και κρίνεται καθημερινά είναι ο σκοπός της ζωής. Το γιατί και το για τι ζει κανείς όμως δεν είναι απλώς προσωπική υπόθεση. Αφήνει τη σφραγίδα του και στη ζωή των άλλων, ακόμη και μετά το τέλος. Μπορεί να σβήσει χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος. Μπορεί όμως να δώσει νόημα και να εμπνεύσει τις ζωές των μεταγενέστερων. Κι αυτό θέλει κόπο καθημερινό, άγρυπνη συνείδηση, αγώνα, δύναμη για να γίνει δυνατό αυτό που σήμερα φαίνεται αδύνατο. Γιατί ποτέ δεν «είμαστε» μόνο για το παρόν. «Γινόμαστε» μέσα και από τις ζωές των όσων αφήνουμε «μετά». Γιατί οι μέρες μας είναι απλώς μέρος της αιωνιότητας.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 1-2 Φεβρουαρίου