Παναγιώτης Ξοπλίδης
Τι δείχνουν τα σχέδια Τραμπ για Γροιλανδία, Παναμά, Καναδά
Λίγες μέρες πριν την ορκωμοσία της 20ης Ιανουαρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε τις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής του, ανοίγοντας μια νέα σελίδα στη μακρά ιστορία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Με τη γνωστή ρητορική του, που θυμίζει περισσότερο επιχειρηματικά παζάρια και εκπομπές «ριάλιτι», δεν απέκλεισε τη χρήση στρατιωτικής δύναμης για να ανακτήσει τον έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά και να προσαρτήσει στις ΗΠΑ τη Γροιλανδία. Ο Τραμπ ισχυρίστηκε, συγκεκριμένα, ότι τη Διώρυγα, η οποία μεταβιβάστηκε στον έλεγχο της κεντροαμερικανικής χώρας το 1999, «διαχειρίζεται σήμερα η Κίνα», συμπληρώνοντας ότι «δώσαμε το Κανάλι στον Παναμά, όχι στην Κίνα».
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η νέα στρατηγική των ΗΠΑ θα έχει ως άμεσο στόχο το Πεκίνο, κάτι πολύ πιο επικίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη. Υπενθυμίζεται πως ο Παναμάς αναγνώρισε διπλωματικά την Κίνα μόλις το 2017, ανατρέποντας τις σχέσεις του με την Ταιβάν. Πέντε μήνες αργότερα, έγινε η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που προσχώρησε στον νέο «Δρόμο του Μεταξιού», υπογράφοντας 19 μνημόνια συνεργασίας. Κινεζικές εταιρείες ελέγχουν δύο από τα πέντε λιμάνια που βρίσκονται στο Κανάλι, το Μπαλμπόα στον Ειρηνικό και το Κριστόμπαλ στην Καραϊβική, ενώ η κινεζική κοινοπραξία Landbridge απέκτησε τον έλεγχο του λιμανιού του νησιού Μαργκαρίτα, που βρίσκεται στη μεγαλύτερη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου στο δυτικό ημισφαίριο. Σχεδόν 40 κινεζικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί είναι ήδη παρόντες στον Παναμά σε διαφορετικούς τομείς όπως η εξόρυξη, τα χρηματοοικονομικά, η επιμελητειακή υποστήριξη και οι τηλεπικοινωνίες. Μεταξύ αυτών η τεχνολογική Huawei, που έχει ανοίξει κέντρα διανομής στην Ελεύθερη Ζώνη, βάσει του νόμου περί ειδικού καθεστώτος. Άλλες επενδύσεις περιλαμβάνουν τρένα υψηλής ταχύτητας, εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, έναν τερματικό σταθμό κρουαζιερόπλοιων και την κατασκευή της τέταρτης γέφυρας πάνω από τη Διώρυγα. Οι ανησυχίες των ΗΠΑ δεν αφορούν φυσικά μόνο την οικονομία, αλλά και την δυνατότητα του Πεκίνου να χρησιμοποιήσει τα έργα για να παρακολουθεί τη δραστηριότητα στο Κανάλι, συλλέγοντας πληροφορίες που θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στην ασφάλειά τους.
Όσον αφορά στη Γροιλανδία, ο Τραμπ απείλησε τη Δανία με οικονομική ασφυξία, σημειώνοντας ότι εάν αυτή αντισταθεί στις φιλοδοξίες αμερικανικού ελέγχου στο μεγαλύτερο νησί του πλανήτη, «θα της επιβάλει δασμούς σε πολύ υψηλό επίπεδο». Την ίδια ώρα της συνέντευξης, ο γιος του βρίσκονταν σε ιδιωτική επίσκεψη στην πρωτεύουσα της Γροιλανδίας, Νουούκ, μοιράζοντας καπέλα με το σύνθημα «Κάνε τη Γροιλανδία Μεγάλη Ξανά». Σημειώνεται πως το αυτόνομο έδαφος της Δανίας (και της ΕΕ) έχει ισχυρό κίνημα ανεξαρτησίας κι έχει επανειλημμένα απορρίψει τις αμερικανικές προτροπές εξαγοράς του. Η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέτε Φρίντρικσεν, αφού επανέλαβε ότι «η Γροιλανδία δεν είναι προς πώληση», δήλωσε ότι το μέλλον της θα αποφασιστεί από τον λαό της. Εκτός από την στρατηγική του σημασία για τον έλεγχο όλης της Αρκτικής, το νησί διαθέτει τεράστια κοιτάσματα σπάνιων γαιών, απαραίτητων για την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μπαταριών και στρατιωτικού εξοπλισμού. Είναι οι τομείς όπου εμπλέκονται άμεσα οι εταιρίες του Ίλον Μασκ, ο οποίος έχει αναλάβει και καθήκοντα εξωτερικής πολιτικής, διατυπώνοντας ευθέως όσα δεν μπορούν να ειπωθούν επίσημα από τους αξιωματούχους.
Στη νέα εποχή, τα θύματα δεν θα βρίσκονται μόνο στην περιφέρεια του καπιταλιστικού κόσμου, αλλά ενδεχομένως και στην «καρδιά» του.
Η επέκταση προς Βορρά στοχεύει και τον Καναδά, τη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα σε έκταση στον κόσμο και επίσης εταίρο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ όπως και η Δανία. Ο Τραμπ επανέλαβε ότι θα μπορούσε να γίνει «η 51η πολιτεία» της Αμερικής, χαρακτηρίζοντας τη συνοριακή γραμμή ως «τεχνητή». Ο απερχόμενος πρωθυπουργός του Καναδά, Τζάστιν Τριντό, χαρακτηρίστηκε ειρωνικά ως «κυβερνήτης» και ο Τραμπ υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ πληρώνουν πάρα πολλά στον βόρειο σύμμαχό τους, προσθέτοντας ότι θα σκεφτόταν να χρησιμοποιήσει «οικονομική ισχύ» για να τον θέσει υπό τον έλεγχό του.
Αυτές οι προθέσεις συνοδεύτηκαν από άμεσες εξαγγελίες για απελευθέρωση των υπεράκτιων γεωτρήσεων στον Κόλπο του Μεξικού και τμήματα της Αλάσκας, ανατρέποντας την απαγόρευση που είχε επιβάλει ο Μπάιντεν για περιβαλλοντικούς λόγους. Η κίνηση αυτή «κουμπώνει» με τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις στις ίδιες περιοχές. Οι αντιδράσεις αξιωματούχων της ΕΕ και του Καναδά για την επεκτατική πολιτική των ΗΠΑ προκαλούν θυμηδία, καθώς ακόμα κι αν ο Τραμπ προχωρήσει μακροπρόθεσμα σε στρατιωτικές επεμβάσεις, θα είναι συνέχεια των 291 επεμβάσεων που έχουν πραγματοποιηθεί – μετά το 1991 μόνο – συνήθως χωρίς κανένα σεβασμό στον ΟΗΕ και το Διεθνές Δίκαιο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 11-12 Ιανουαρίου