Ιωάννα Καρδάρα
▸Ιδιαίτερη πίεση δέχεται το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) λόγω της εποχικής έξαρσης των ιώσεων που σημειώνεται το τελευταίο διάστημα. Τα δημόσια νοσοκομεία έρχονται αντιμέτωπα σταδιακά με μαζικές προσελεύσεις ασθενών στα επείγοντα, την ίδια ώρα που το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό δεν επαρκεί ώστε να τους εξυπηρετήσει.
«Οι υγειονομικοί είναι πολύ λιγότεροι από τις ανάγκες που προκύπτουν», αναφέρει στο Πριν η παθολόγος-λοιμωξιολόγος και μέλος των ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων Νοσοκομείου Νίκαιας και της ΕΙΝΑΠ, Όλγα Κοσμοπούλου. Όπως τονίζει, η προσέλευση των ασθενών ιδιαίτερα από τις μεσημεριανές και απογευματινές ώρες αυξάνεται ραγδαία με αποτέλεσμα οι εφημερίες να είναι εξουθενωτικές και οι αναμονές πολύωρες. «Κάθε χειμώνα παρατηρείται αύξηση των λεγόμενων γριπώδων συνδρομών», εξηγεί.
«Υπάρχει η γρίπη όλων των υποτύπων και υπάρχουν και οι άλλοι ιοί που κάνουν γριπώδεις συνδρομές, από τον RSV μέχρι τον μεταπνευμονοϊό. Είναι οι συνήθεις ιοί που κάνουν λοιμώξεις του αναπνευστικού τον χειμώνα και που μεταδίδονται λόγω του συνωστισμού σε μικρούς χώρους», τονίζει.
Αυτό που παρατηρείται, όπως επισημαίνει, είναι ότι όλο και περισσότεροι καταφεύγουν στα δημόσια νοσοκομεία, καθώς δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για προσωπικό ιατρό με αποτέλεσμα να φτάνουν σε «βαρύτερη κατάσταση στο νοσοκομείο».
«Οι άρρωστοι που προσφεύγουν στα δημόσια νοσοκομεία έχουν αυξηθεί πάρα πολύ μετά τον covid, γιατί και η φτώχεια έχει αυξηθεί πάρα πολύ. Κι όλο αυτό είναι ένας φαύλος κύκλος. Οι υγειονομικοί είναι πολύ λίγοι σε σχέση με τις ανάγκες, ενώ έχουν γίνει σχεδόν μηδενικές προσλήψεις για νοσηλευτές και τραυματιοφορείς. Παράλληλα, οι χώροι είναι πολύ μικροί σε σχέση με τις ανάγκες, την ίδια ώρα που μέσα στο νοσοκομείο γίνεται και πάλι ανακύκλωση των ιδίων ιώσεων, γιατί κολλάει ο ένας τον άλλον», σημειώνει και προσθέτει ότι τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί η διαθεσιμότητα στελεχωμένων κλινών και έχει αυξηθεί η προσέλευση.
Σύμφωνα με την Όλγα Κοσμοπούλου, ένας ακόμη παράγοντας για την έξαρση των ιώσεων είναι και οι μη επαρκείς συνθήκες στέγασης, θέρμανσης και σίτισης, δημόσια αγαθά των οποίων η έλλειψη μπορεί να οδηγήσει σε νοσήσεις ακόμη και σε θανάτους.
Αναφορικά με τον μεταπνευμονοϊό, τονίζει ότι δεν χρειάζεται πανικός ούτε τρομολαγνεία καθώς δεν πρόκειται για κάτι καινούριο. Παράλληλα, όπως υπογραμμίζει, χρειάζεται να δοθεί έμφαση στη στοιχειώδη μέριμνα δημόσιας υγείας που πρέπει να υπάρχει.
«Μιλάμε για δημόσια υγεία, ιώσεις και στελέχη θανατηφόρα τα οποία μπορεί να προκύψουν την ίδια ώρα που δεν υπάρχει στοιχειώδης μέριμνα στο πεδίο, όπου μπορεί να προκύψουν οι μεταλλάξεις των διαφόρων ιών. Για παράδειγμα, για τους ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν στον πρωτογενή τομέα ή στα πτηνοτροφεία ή στην κτηνοτροφία ή στην χοιροτροφεία, δεν υπάρχει στοιχειώδης μέριμνα δημόσιας υγείας ώστε να είναι όλοι εμβολιασμένοι», σημειώνει. «Ο κίνδυνος που προκύπτει από την καπιταλιστική ανάπτυξη και την αισχρή εκμετάλλευση των ζώων και των πτηνών, τις συνθήκες εκεί, συν την εκμετάλλευση των εργαζόμενων και την έλλειψη σχεδιασμένης δημόσιας υγείας, οδηγεί και σε φαινόμενα ιών τα οποία θα μπορούσαν στο μέλλον να έχουν μεγαλύτερη επικινδυνότητα», συμπληρώνει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 11-12 Ιανουαρίου