Σταύρος Μανίκας
εργαζόμενος στις συγκοινωνίες, μέλος ΔΣ Συνδικάτου ΟΑΣΑ
▸Οι αστικές μεταφορές, μαζί με την πρόσβαση στην υγεία, την παιδεία, την ενέργεια, την επικοινωνία είναι ένα από τα πιο αυτονόητα δικαιώματα των ελεύθερων ανθρώπων. Αυτονόητα όμως για τον λαό, όχι όμως για το κεφάλαιο, τον καπιταλισμό και τους διαφόρους υποστηρικτές τους, που βλέπουν σε όλα αυτά νέες πηγές κερδοφορίας.
Οι δημόσιες αστικές μεταφορές είναι δικαίωμα όλων μας ώστε να μετακινούμαστε δωρεάν, ποιοτικά και με ασφάλεια. Ταυτόχρονα και οι εργαζόμενοι στις μεταφορές (που χωρίς να αποτελούν εξαίρεση) εφόσον εργάζονται σε πολύ δύσκολες συνθήκες (στρες, κίνηση, καυσαέρια, ασταθές ωράριο, έκθεση σε κίνδυνους απειλής σωματικής υγείας, επαγγελματικοί κίνδυνοι, όπως φθαρμένα ελαστικά, φρένα, αμάξωμα κλπ), θα πρέπει να έχουν την αντιμετώπιση που αναλογεί σε αυτά που αντιμετωπίζουν στην εργασία τους.
Μέχρι το 1977 οι αστικές συγκοινωνίες ήταν ιδιωτικές και φυσικά υπερχρεωμένες γιατί οι ιδιώτες «επένδυαν» τα χρήματα του λαού σε προσωπική περιουσία με τις ευλογίες όλων των αστικών κυβερνήσεων. Το 1977, που τα χρέη τούς έπνιξαν, η ΝΔ αποφάσισε να τα φορτώσει στον λαό, κρατικοποιώντας με τη μέγιστη αποζημίωση αλλά και πολλά δικαιώματα (άδειες ταξί, αποζημιώσεις, προσλήψεις στο δημόσιο, συνταξιοδοτήσεις στα 45 έτη κ.α.) τους ιδιώτες των ΚΤΕΛ. Την ίδια χρονιά, ενσωματώθηκε η ΑΣΠΑ (μια μικρή δημόσια εταιρεία που έκανε τα δύσκολα δρομολόγια σε ασύμφορες γραμμές) με τα ΚΤΕΛ και έγινε η ΕΑΣ.
Το παράδοξο της περιόδου εκείνης ήταν ότι με πρωτοβουλία των εργαζομένων της ΕΑΣ, το 1987 έγινε εκδήλωση για τον κοινωνικό ρόλο των μεταφορών, στην οποία μίλησαν δήμαρχοι, βουλευτές, υπουργοί, εκπρόσωποι κομμάτων και όλοι συμφώνησαν με την πρόταση των εργαζομένων: Δημόσιες ποιοτικές ασφαλείς και δωρεάν μεταφορές για όλους. Στη συνέχεια όλα τα κόμματα (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΚΚΕ και ο ενιαίος «Συνασπισμός») συμφώνησαν για ψηφοθηρικούς λόγους. Μόλις λίγους μήνες μετά η ΕΑΣ μπήκε στο μάτι του συστήματος, όχι μόνο για τα κέρδη που μπορούσε να αποφέρει, αλλά κυρίως για τον καταλυτικό ρόλο που θα μπορούσε να έχουν οι εργαζόμενοι στο εργατικό κίνημα απέναντι σε μια απόφαση ξεπουλήματος. Έτσι ΝΔ και Συνασπισμός (απαρτιζόταν από ΚΚΕ και ΕΑΡ, και με την μετέπειτα διάσπασή του αποτέλεσε τη μήτρα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ) προετοίμασαν την ιδιωτικοποίησή της, η οποία ξεκίνησε μετά την οικουμενική κυβέρνηση του 1989 (ΝΔ -ΠΑΣΟΚ- Συνασπισμός) από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Γραμμή ήττας για το εργατικό κίνημα η αντίληψη «τι δημόσιο, τι ιδιωτικό», που αφήνει στο απυρόβλητο το ζήτημα της ιδιοκτησίας και του κέρδους
Η αντίδραση μερίδας εργαζομένων (με την στήριξη και της ΚΝΕ-ΝΑΡ), που για 18 μήνες αγωνίστηκαν σκληρά στον δρόμο, άνεργοι, πεινασμένοι, επιβαρυμένοι με προβλήματα, όπως αυτοκτονίες, ασθένειες, διάλυση οικογενειών κ.λπ., εξανάγκασε τον Α. Παπανδρέου να υποσχεθεί επανασύσταση της ΕΑΣ. Ακολούθησε επίσης αναγκαστικά το ΚΚΕ παρότι μεγαλοστέλεχός του πολιτικά και συνδικαλιστικά έγινε πρόεδρος στις ΣΕΠ -στους περιβόητους «λεωφορειούχους» που έναντι πινακίου φακής «αγόρασαν» τα λεωφορεία της ΕΑΣ- και μέχρι το 2000 επέμενε ότι ήταν κεντρική κομματική γραμμή, αλλά το ΚΚΕ τον άδειασε. Διαχρονικά όλες οι αστικές κυβερνήσεις ήθελαν και θέλουν να έχουν τον πλήρη έλεγχο των δημόσιων μεταφορών με στόχο την διάλυσή τους.
Από κει φτάσαμε στο σήμερα. Με πρόσχημα τις μνημονιακές εντολές οι αστικές μεταφορές έφτασαν στην πλήρη απαξίωση και στην ιδιωτικοποίηση. Ενδεικτικά 2.200 λεωφορεία σε κίνηση προ μνημονίων, 900 σήμερα. Κανένας ιδιώτης προ μνημονίων, 211 ιδιωτικά λεωφορεία σήμερα. 350 τρόλεϊ προ μνημονίων, 120 σήμερα. Ιδιώτες στον καθαρισμό και τη φύλαξη του Μετρό. Αναθέσεις έργου καμίας χρησιμότητας, αλλά υπέρογκου κόστους. Ενοικίαση λεωφορείων με κόστος 180.000 ευρώ με αντίστοιχη τιμή αγοράς ίδιας τεχνολογίας 140.000 ευρώ.
Πάλη για δημόσια αγαθά κόντρα στη λογική του κέρδους
Πολεμική του Ριζοσπάστη στον στόχο της «κρατικοποίησης χωρίς αποζημίωση»
Αυτά είναι λίγα από όσα βιώνουν και πληρώνουν οι εργαζόμενοι και ο λαός που χρησιμοποιεί τις αστικές μεταφορές. Παρά τη φτηνή δημαγωγία του συνόλου των κοινοβουλευτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης, τις ψεύτικες διαφωνίες και τους καυγάδες, το ολοφάνερο είναι πως δεν εκφράζουν και δεν αγωνίζονται για τα λαϊκά και εργατικά συμφέροντα αλλά παρασέρνουν τις εργατικές δυνάμεις να συμπορευτούν μαζί τους, ενώ ταυτόχρονα αποδέχονται το καθεστώς που υπάρχει και φροντίζουν να το υπηρετούν όσο καλύτερα μπορούν. Ειδικά το ΚΚΕ, που έχει χριστεί από μόνο του ως «μοναδικός εκπρόσωπος» της εργατικής τάξης χρησιμοποιώντας την εμπειρία του και την παράδοσή του, ενώ έχει εγκλωβίσει στους μηχανισμούς του ένα μεγάλο αγωνιστικό κομμάτι εργαζομένων και λαού, το παραπέμπει στο απώτερο μέλλον που θα έρθει ως μάννα εξ ουρανού ο σοσιαλισμός.
Σε πρόσφατο δημοσίευμα του Ριζοσπάστη, άρθρο που εξέφραζε την επίσημη γραμμή του ΚΚΕ, αναφέρει: «Λύση σε αυτή την κατάσταση δεν είναι η επανακρατικοποίηση στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, που προτείνουν κάποιοι, δεν είναι ένα γενικό δημόσιο σύστημα μεταφορών του αστικού κράτους. Κανένας εργαζόμενος δεν πρέπει να παγιδευτεί ξανά από την προσφορά κάλπικων λύσεων σωτηρίας. Δεν θα σωθεί η συγκοινωνία με μία καλύτερη ιδιωτικοποίηση, ένας δήθεν πιο αυστηρός δημόσιος έλεγχος, ούτε μία “επανακρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση”. Όσο οι αστικές συγκοινωνίες και γενικά οι μεταφορές αποτελούν εμπόρευμα, θα λειτουργούν μέσα στην καπιταλιστική οικονομία, η κατάσταση δεν μπορεί να αλλάξει ριζικά, ουσιαστικά»….
Για το ΚΚΕ, λοιπόν είναι κάλπικη λύση να δοθεί ξανά στο λαό η περιουσία του χωρίς την παραμικρή αποζημίωση, να υπάρχουν δωρεάν δημόσια νοσοκομεία, σχολεία, πανεπιστήμια, ενέργεια κλπ εφόσον υπάρχει καπιταλισμός. Ο αγώνας για ρωγμές σήμερα στη μιζέρια και την άθλια πραγματικότητα για τον λαό θεωρείται κάλπικος. Αιτήματα όπως η κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση, ενιαιοποίηση και λειτουργία υπό εργατικό έλεγχο του συνόλου των δημόσιων συγκοινωνιών και μεταφορών, οι προσλήψεις και σταθερές σχέσεις εργασίας για έμπειρο και ξεκούραστο προσωπικό, οι δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές και η σωστή και τακτική συντήρηση οχημάτων, αντιμετωπίζονται ως… ρεφορμισμός. Ενώ καμιά αμφισβήτηση δεν προωθείται στα συνδικάτα για την επιχειρηματική λογική του κέρδους που πρέπει να εξοβελιστεί από τις δημόσιες συγκοινωνίες και μεταφορές αφού αυτές πληρώνονται από τους φόρους του λαού και υπάρχουν για να εξυπηρετούν τον λαό. Το αίτημα για δωρεάν και ασφαλείς συγκοινωνίες για όλες και όλους δεν είναι για το επέκεινα αλλά για μαχητική και αγωνιστική επιβολή με ανατρεπτικούς αγώνες στο σήμερα.