Γιώτα Ιωαννίδου
Γιατί η αστική εξουσία επιμένει να βάλλει εναντίον του Δεκέμβρη του ΄44, μίας κατά τα λεγόμενά της ηττημένης επανάστασης; Ίσως γιατί ακόμα και οι επαναστάσεις που ηττήθηκαν απέδειξαν ότι μπορεί να συμβούν. Γι’ αυτό πρέπει να διαμορφωθεί μια αφήγηση ότι η νίκη τους θα ήταν καταστροφική.
Όσο απομακρυνόμαστε από εργατικές επαναστάσεις και εξεγέρσεις, που σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση έχουν οριστικά παρέλθει ηττημένες, τόσο περισσότερο πληθαίνουν τα δημοσιεύματα γύρω από αυτές. Γιατί άραγε; Δεν ισχύει ότι «έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε»; Η εισβολή στο προσκήνιο της σύγχρονης συζήτησης κορυφαίων ιστορικών γεγονότων της εξέλιξης της ταξικής-επαναστατικής πάλης δεν είναι τυχαία. Το παρελθόν δεν είναι νεκρό πεδίο συμβάντων. Η θέασή του δεν παραμένει αμετάβλητη. Όχι μόνο ή μάλλον κυρίως γιατί άγνωστες πτυχές και νέα δεδομένα έρχονται στην επιφάνεια μέσα από την ιστορική έρευνα. Το ιστορικό παρελθόν ξαναγράφεται και αλλάζει ανάλογα με τα νέα ερωτήματα που θέτει το εξελισσόμενο παρόν. Η συλλογική μνήμη διαμορφώνεται ξανά και ξανά, από τις παλιές στις νέες γενιές, μέσα από έναν ακήρυχτο και ατελείωτο πόλεμο. Η αναζήτηση νέων ερμηνειών αφορά και τα δύο αντίπαλα ταξικά στρατόπεδα. «Οι πόλεμοι της μνήμης για τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, άρχισαν την ημέρα που τελείωσε. Από τότε δεν έχουν σταματήσει» γράφει ο ιστορικός Τίμοθι Γκάρτον Ας, στο βιβλίο του Χάγκεν Φλάισερ Οι πόλεμοι της μνήμης.
Για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του ‘44, στην αρχή ο εσμός της συμμαχίας των Ελλήνων αστών, των δοσίλογων και των Βρετανών έπρεπε να δημιουργήσει μια αφήγηση που να δικαιολογεί το μακέλεμα των κομμουνιστών, ελασιτών και άλλων αγωνιστών που πολέμησαν τον κατακτητή και την πείνα, προσπαθώντας να στήσουν μια ελεύθερη Ελλάδα. Έτσι προέκυψε ο Δεκέμβρης ως «δώρο του Υψίστου» για την αναχαίτιση του κομμουνιστικού κινδύνου, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Γ. Παπανδρέου και κατόπιν ο εμφύλιος ως «συμμοριτοπόλεμος» εναντίον του έθνους. Πέρασαν χρόνια διαστρέβλωσης, λεηλασίας, σωφρονισμού της ιστορικής μνήμης δίπλα στη βίαιη καταστολή της σκέψης. Ώστε η νέα γενιά να μην μπορεί να φτιάχνει ιστορία, αλλά να προσαρμόζεται και να αποδέχεται αυτή που έγραψαν οι κυρίαρχοι. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιοποίησε την κατάρρευση του «υπαρκτού» για να αποτυπώσει στην κοινωνική συνείδηση την ταύτιση φασισμού-κομμουνισμού και τελικά τη δικαιολόγηση του πρώτου λόγω της «επικίνδυνης» επέλασης του δεύτερου.
Σήμερα ωστόσο, γιατί η αστική εξουσία επιμένει να βάλλει εναντίον μιας κατά τα λεγόμενά της ηττημένης επανάστασης; Ο Δεκέμβρης του ‘44 δεν είναι απλά ένα δύσκολο παρελθόν, που επειδή αμφισβήτησε την παντοκρατορία του καπιταλισμού και της αστικής τάξης πρέπει να διαγραφεί ή να υπονομευτεί στη συλλογική ιστορική μνήμη. Οι επαναστάσεις που ηττήθηκαν ως πράξη δεν παύουν να έχουν εισβάλλει στο πεδίο της πραγματικής δυνατότητας. Απέδειξαν δηλαδή ότι μπορεί να συμβούν. Γι’ αυτό πρέπει να διαμορφωθεί μια αφήγηση, μια πεποίθηση ότι η νίκη τους θα ήταν καταστροφική. Ειδικά σήμερα που τη θέση της προσδοκίας μιας μικρής ατομικής ευημερίας παίρνει η χαμοζωή και τη βολή μιας περιοριστικής ασφάλειας η κλιμάκωση των πολεμικών μετώπων.
Η συλλογική μνήμη διαμορφώνεται ξανά και ξανά, από τις παλιές στις νέες γενιές, μέσα από έναν ακήρυχτο και ατελείωτο πόλεμο. Η αναζήτηση νέων ερμηνειών αφορά και τα δύο αντίπαλα ταξικά στρατόπεδα
Όμως και οι επαναστάτες οφείλουν να ξαναγράφουν την ιστορία τους. Κυρίως αυτοί οφείλουν να αρνούνται τη συντήρηση μια απαραβίαστης ηρωικής κληρονομιάς. Οφείλουν συνέχεια να την αναδημιουργούν και να την επανεξετάζουν κριτικά και δημιουργικά για να παίρνουν «πληροφορίες και υλικό» για το μέλλον. Στο κέντρο των νέων επαναστατικών αναζητήσεων για την ανατροπή της σύγχρονης καπιταλιστικής βαρβαρότητας πρέπει η συλλογική μνήμη να μην αρκείται στις ηρωικές δάφνες . Είναι προδιαγραφή νέας ήττας για την επαναστατική αριστερά αν αναζητά απλά στο μεγαλειώδες παρελθόν των ανθρώπων που θυσιάστηκαν για τις ιδέες της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, δάνειο αίγλης της σημερινής της ύπαρξης. Αν δεν αγωνιά να φωτίσει τις αιτίες που μας αφήσανε μισούς, ώστε η δυνατότητα την επόμενη φορά να γίνει και πράξη.
«Οι έννοιες, οι εμπειρίες, τα σύμβολα οι μνήμες, στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο, σε πολλαπλή αλληλοσύνδεση, αποτελούν τους διαφορετικούς πόλους του ενιαίου επαναστατικού πεδίου», γράφει ο Έντσο Τραβέρσο στο βιβλίο του Επανάσταση. Την ισχύ αυτού του πεδίου οφείλουν να μεγαλώνουν οι επαναστάτες μέσα στο κοινωνικό-ιδεολογικό πεδίο οξύνοντας «τον πόλεμο μνήμης» με την αστική τάξη. Ώστε να τροφοδοτήσουν την ικανότητά του εργαζόμενου κόσμου και της νεολαίας να αδράξει τη δυνατότητα της χειραφέτησης.
Για να συνεχίσει ο «αιώνιος Δεκέμβρης», όπως τον περιέγραψε ο Νικηφόρος Βρεττάκος, να είναι «μια αστραπή δεμένη σε πανύψηλο κοντάρι», για να «πορευόμαστε στη σκοτεινιά του αιώνα μας», και να «είμαστε οι σπίθες της …. πιο μεγάλης επανάστασης».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 14-15 Δεκεμβρίου