Γιώργος Παυλόπουλος
Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε σαρωτικά τις εκλογές στις ΗΠΑ, εκθέτοντας για μια ακόμη φορά ανεπανόρθωτα τις δημοσκοπήσεις, όπως είχε κάνει το 2016 και το 2020. Αποδεικνύοντας, έτσι, ότι δεν πρόκειται για «παρένθεση» και «λάθος», αλλά για ένα ρεύμα με βαθιές ρίζες στην αμερικανική κοινωνία και, ολοένα περισσότερο, στις τάξεις του κεφαλαίου.
Η νίκη του δεν περιορίζεται στην προεδρία, όπου μάλιστα πήρε εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από την αντίπαλό του (αναμένονται τα τελικά αποτελέσματα), σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες αναμετρήσεις. Αφορά και στην επικράτηση των – απολύτως ελεγχόμενων από αυτόν – Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία και, όπως όλα δείχνουν, στη Βουλή. Με άλλα λόγια και στα δύο σώματα του Κογκρέσου, κάτι επίσης σπάνιο στις ΗΠΑ, που του δίνει «λευκή επιταγή» για την επόμενη διετία (τουλάχιστον).
Οι επιπτώσεις της παραπάνω εικόνας θα γίνουν, αργά ή γρήγορα, ορατές και διεθνώς. Ο «κοσμοπολιτισμός» των Δημοκρατικών και η προσπάθεια να συντηρήσουν ένα γερασμένο οικοδόμημα, που είναι βασισμένο στην ηγεμονία των ΗΠΑ, ηττήθηκαν. Τη θέση τους θα πάρει μια πολιτική πολιτικού ρεαλισμού, επιταχύνοντας μια μετατόπιση που έχει ήδη ξεκινήσει – χωρίς, βεβαίως, αυτό σε καμία περίπτωση να σημαίνει πως θα είναι λιγότερο βίαιη και επώδυνη, πρωτίστως για τους λαούς.
Ο «Χρυσός Αιώνας των Ηνωμένων Πολιτειών» που υπόσχονται ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι αποτελεί φυσική συνέχεια του «Πρώτα η Αμερική», το οποίο πρακτικά είχε υιοθετηθεί και από τους προκατόχους του, Μπαράκ Ομπάμα και, κυρίως, Τζο Μπάιντεν. Πρόκειται για συνθήματα που συμπυκνώνουν την αναγκαία πολιτική για να υπηρετηθούν τα συμφέροντα του πανίσχυρου αμερικανικού κεφαλαίου, που αντιμετωπίζει ολοένα πιο έντονο ανταγωνισμό και βλέπει το περιθώριο κέρδους του να απειλείται – κάτι που αποδεικνύει και η ενεργός εμπλοκή του Ίλον Μασκ σε αυτή την αναμέτρηση.
Στο εσωτερικό, παράλληλα, ο εμφατικός θρίαμβος Τραμπ αποτελεί μια επίδειξη δύναμης της «Νέας Ακροδεξιάς», η οποία επελαύνει παγκοσμίως. Ενός ρεύματος, δηλαδή, το οποίο μπορεί να δανείζεται στοιχεία (συχνά επικίνδυνα πολλά) από το παρελθόν, ανταποκρίνεται όμως κυρίως στις σύγχρονες ανάγκες της αστικής εξουσίας. Οικοδομώντας, πρακτικά, μια αντιδραστική συμμαχία μεταξύ αυτής και σοβαρού τμήματος των κοινωνιών, που έχει μπουχτίσει από τη «δηθενιά» και την υποκρισία των παλιών ελίτ και εκφραστών του συστήματος.
Με άλλα λόγια: Ο Τραμπ είπε και συνεχίζει να λέει κυνικά και σταράτα, ενίοτε και προκλητικά, αυτά που πρέπει να γίνουν. Γι’ αυτό και σάρωσε, μιας και σε περιόδους κρίσης ο κόσμος αναζητά «καθαρές απαντήσεις».
Όσο για το μέλλον του «δημοκρατικού μετώπου», ενός μοντέλου που υιοθέτησε η Κάμαλα Χάρις, μοιάζει πλέον να έχει φάει οριστικά τα ψωμιά του.