Ερνέστο Ντοµίνγκες Λόπες, καθηγητής πανεπιστήμιο Αβάνας
«Για την εργατική τάξη, ήταν μια επιλογή μεταξύ ενός ολοένα και πιο απονομιμοποιημένου στάτους κβο και μιας δυνητικής χαοτικής καταστροφής αυτού του στάτους κβο. Επέλεξαν το δεύτερο», λέει στο Πριν για τις αμερικανικές εκλογές ο Ερνέστο Ντομίνγκες Λόπες, (Ernesto Domínguez López), καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας και Πολιτικών Επιστηµών στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας και επισκέπτης καθηγητής ∆ιεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήµιο του Μπάκιγχαµ. Ο Ε. Ν. Λόπες υπογράφει, μαζί με τον καθηγητή του Παντείου, Δημήτρη Καλτσώνη το πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο Το μέλλον της Δημοκρατίας (εκδόσεις Τόπος). Σε μια καπιταλιστική κοινωνία, όπως οι ΗΠΑ «η συγκέντρωση του πλούτου συμβαδίζει με τη συγκέντρωση εξουσίας που τελικά μεταφράζεται σε πολιτική εξουσία» σημειώνει ο κουβανός καθηγητής και τονίζει πως «υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι θα ακολουθήσει μια έξαρση των διεθνών εντάσεων». Προειδοποιεί πως ζούμε μια εποχή ηγεμονικής μετάβασης (καθώς οι ΗΠΑ χάνουν την ηγεμονία), που συνδέεται με πολέμους.
Συνέντευξη στον Γιάννη Ελαφρό
Πού οφείλεται η συντριπτική νίκη του Τραμπ; Πώς κατάφερε να διεισδύσει σε σημαντικό ποσοστό των φτωχών ανθρώπων και της εργατικής τάξης;
Η νίκη του Τραμπ είναι ουσιαστικά το αποτέλεσμα της απονομιμοποίησης του θεσμικού συστήματος στις ΗΠΑ, ως συνέπεια της συσσώρευσης μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών, του μετασχηματισμού της κοινωνικοοικονομικής δομής λόγω της μετάβασης σε ένα νέο στάδιο στην ιστορία του καπιταλισμού και της κρίσης που έγινε ορατή το 2007-2009, και το οποίο βάθυνε από την πανδημία και τη μεταπανδημική συσσώρευση οικονομικών κρίσεων και συγκρούσεων.
Ταχέως αυξανόμενη ανισότητα, όλο και πιο ορατός έλεγχος της πολιτικής από τα συμφέροντα των πλουσίων, πληθωρισμός, απώλεια εμπιστοσύνης, καταστροφή θέσεων εργασίας, κατάρρευση της μεσαίας τάξης, όλα αυτά αποτελούν ξεκάθαρη έκφραση αυτής της διαδικασίας. Οι κατεστημένες και παραδοσιακές κυρίαρχες πολιτικές, οι υποψήφιοι και οι πλατφόρμες τους, δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν μια πιστευτή ανταπόκριση στις αναδυόμενες απαιτήσεις, πυροδοτώντας την οργή πολλών κλάδων που ένιωθαν εγκαταλελειμμένοι.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Δημοκρατικό Κόμμα απέτυχε να παρουσιάσει μια υποψηφιότητα, η οποία θα είχε αποσχισθεί από το κατεστημένο και οι ελίτ του εργάστηκαν για να αποτρέψουν την αριστερή του πτέρυγα (αριστερά για τις ΗΠΑ) να βρεθεί στο επίκεντρο. Ο Τραμπ εκμεταλλεύτηκε αυτόν τον θυμό και την απογοήτευση, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως καταστροφέα του κατεστημένου και ως κάποιον που θα μπορούσε πραγματικά να φέρει τα πάνω κάτω. Τα μίντια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διέδωσαν αυτή την εικόνα και στην πορεία η πρότασή του συγχωνεύτηκε με προηγούμενα κινήματα, όπως το Tea Party ή το Alt-Right. Ο λόγος του Τραμπ και των συμμάχων του εκμεταλλεύτηκε επίσης μακροχρόνιες προκαταλήψεις και φόβους, που βρίσκονται στον σκληρό πυρήνα του λεγόμενου πολιτιστικού πολέμου.
Για την εργατική τάξη, ήταν μια επιλογή μεταξύ ενός ολοένα και πιο απονομιμοποιημένου status quo και μιας δυνητικής χαοτικής καταστροφής αυτού του status quo. Επέλεξαν το δεύτερο. Δεν υπήρχε πραγματικά αριστερή εναλλακτική.
Στο βιβλίο σας μιλάτε για τα όρια της φιλελεύθερης δημοκρατίας στις ΗΠΑ και την άνοδο της πλουτοκρατίας. Πως το εννοείτε;
Υπάρχουν δύο βασικά σημεία, που υποστηρίζουν αυτή την ιδέα: ένα ως επί το πλείστον θεωρητικό και ένα εντελώς εμπειρικό. Από τη μία πλευρά, η ίδια η φιλελεύθερη δημοκρατία, όπως υπάρχει στις ΗΠΑ, επιτρέπει τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στα χέρια στενών ελίτ, καθώς εκ του σχεδιασμού οι μεγάλοι δωρητές έχουν σχεδόν άπειρη πρόσβαση στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Εξάλλου, το αντιπροσωπευτικό σύστημα, όπως λειτουργεί στις ΗΠΑ, αποκλείει σχεδόν εξ ορισμού κάθε μορφή άμεσης συμμετοχής του ευρύτερου κοινού στη χάραξη πολιτικής. Είναι, όπως θα έλεγε ο Σουμπέτερ, η δημοκρατία των ελίτ, στην οποία η ψηφοφορία δεν είναι παρά η επιλογή μεταξύ δύο ομάδων κυρίαρχων ελίτ. Η αμερικανική προσέγγιση αυτής της θεωρητικής άποψης περιλαμβάνει την πολυαρχία του Ρόμπερτ Νταλ και μερικά άλλα έργα, που βασικά μοιράζονται μια παρόμοια οπτική, με ορισμένες αποχρώσεις.
Από την άλλη πλευρά, σε μια σπάνια εμπειρική μελέτη, πριν από δέκα χρόνια, οι Μάρτιν Γκίλενς και Μπένιαμιν Πέιτζ, απέδειξαν ότι η χάραξη πολιτικής δεν είναι ευαίσθητη στις προτιμήσεις και τις απόψεις των απλών πολιτών, ενώ ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στις προτιμήσεις των οικονομικών ελίτ, των ισχυρών ομάδων συμφερόντων κλπ.
Ως εκ τούτου, η πλουτοκρατία, και τελικά η ολιγαρχία, δεν είναι παρά λογικά αποτελέσματα τέτοιων συνθηκών. Οι πιο πρόσφατες αλλαγές στους κανόνες ενίσχυσαν αυτές τις περιπτώσεις και επιτάχυναν την καταστροφή των προστατευτικών κιγκλιδωμάτων και των ορίων στη δυνατότητα ελέγχου από τις ελίτ που είχαν εισαχθεί από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1960.
Όλα αυτά είναι ξεκάθαρα ορατά, όταν πολιτικές που υποστηρίζονται από τη συντριπτική πλειονότητα δεν υλοποιούνται, καθώς θα επηρέαζαν τα συμφέροντα των λίγων ισχυρών. Ενώ αντίστροφα, εφαρμόζονται πολιτικές που πλήττουν την πλειονότητα και είναι αντιδημοφιλείς. Όπως είναι αναμενόμενο σε ένα πολιτικό καθεστώς αυτού του τύπου.
Πώς εκφράστηκε ο ρόλος των μεγάλων εταιρειών και των πλουτοκρατών στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου;
Είναι δύσκολο να εντοπιστεί αποτελεσματικά ο ρόλος οποιουδήποτε συγκεκριμένου ατόμου ή ομάδας των ελίτ, καθώς τείνουν να δρουν κάπως στη σκιά. Ωστόσο, αυτές οι εκλογές ήταν μία από τις περιπτώσεις που οι κινήσεις τους ήταν πιο ορατές από το συνηθισμένο. Αν και αρκετοί δισεκατομμυριούχοι υποστήριξαν κάθε πλευρά, κάποιοι έκαναν δωρεές και στις δύο πλευρές (μια παλιά πρακτική) είναι σαφές ότι μερικά από τα πιο πλούσια άτομα και τις πιο μεγάλες εταιρείες χρηματοδότησαν τον Τραμπ και είχαν κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση των απόψεων των ψηφοφόρων.
Δύο βασικές περιπτώσεις είναι ο Ίλον Μασκ, ο οποίος υποστήριξε ανοιχτά τον Τραμπ και αυτοανακηρύχτηκε MAGA, και ο Τζεφ Μπέζος. Ο Μασκ πρόσφερε χρήματα σε όποιον μπορούσε να φέρει νέους ψηφοφόρους για εγγραφή και χρησιμοποίησε την πλατφόρμα Χ και την προβολή του για να προωθήσει την υποψηφιότητα Τραμπ. Ο Μπέζος απαγόρευσε άμεσα στην Ουάσινγκτον Ποστ, που τώρα ελέγχεται από την Amazon, να υποστηρίξει κάποιον υποψήφιο, κάτι που αποτελούσε μακρά παράδοση του εντύπου, καθώς η στήριξη πιθανότατα θα πήγαινε στη Χάρις. Στην άλλη πλευρά του διαδρόμου, ο Μαρκ Κιούμπαν, δώρισε μεγάλα ποσά στην εκστρατεία της Χάρις, αν και με πολύ λιγότερο θόρυβο.
Επιπλέον, η νίκη του Τραμπ πιθανότατα θα φέρει σε θέσεις εκτελεστικής εξουσίας αρκετούς εκατομμυριούχους και δισεκατομμυριούχους, CEO μεγάλων εταιρειών, όπως συνέβη το 2016, σε κάτι που φαίνεται ως ενεργή εξάλειψη ή μείωση του ρόλου του «ενδιάμεσου ανθρώπου», του επαγγελματία πολιτικού.
Και δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τον βασικό ρόλο των μέσων ενημέρωσης, τόσο παλιών όσο και νέων, ενός τομέα που είναι ιδιαίτερα συγκεντρωμένος σε μια χούφτα μαζικών ομίλων ΜΜΕ. Ακόμα και τα λεγόμενα νέα μέσα, τα οποία γεννήθηκαν με την προσδοκία να είναι ανεξάρτητα, έχουν πέσει υπό την επιρροή κάποιας εταιρείας, είτε μέσω συμφωνιών χορηγίας, είτε μέσω άμεσου ελέγχου. Αυτός είναι ένας σημαντικός παράγοντας στις εκλογές και στην πολιτική γενικότερα.
Τελικά μιλάμε για ένα εκλογικό σύστημα μέσω του οποίου «ψηφίζει ο κόσμος αλλά αποφασίζουν οι πλούσιοι»;
Θα συμφωνήσω με αυτή την περιγραφή. Αλλά δεν θα το περιόριζα στο εκλογικό σύστημα, αλλά θα το επεκτείνω στο πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Και αυτή είναι η φυσική πολιτική δομή για μια καπιταλιστική κοινωνία, καθώς η συγκέντρωση του πλούτου συμβαδίζει με τη συγκέντρωση εξουσίας που τελικά μεταφράζεται σε πολιτική εξουσία.
Ο «καπιταλισμός της γνώσης», η «νέα οικονομία», η τεχνητή νοημοσύνη κ.λπ. οδηγούν σε βαθύτερη κοινωνική ανισότητα στο μέλλον, υπονομεύοντας και τη δημοκρατία;
Μια τέτοια πρόβλεψη είναι δύσκολο να γίνει. Θα εξαρτιόταν από μυριάδες παράγοντες. Η τεχνητή νοημοσύνη από μόνη της, η τεχνολογία γενικότερα, η γνώση και η παραγωγή γνώσης, δεν είναι προορισμένα να προκαλέσουν ανισότητες. Ο τρόπος με τον οποίο τα διαχειρίζονται, η πολιτική οικονομία του καπιταλισμού της γνώσης είναι αυτό που γεννά την ανισότητα. Είναι το καπιταλιστικό κομμάτι και όχι το κομμάτι της γνώσης αυτό που γεννά την ανισότητα. Η εξέλιξη αυτής της πολιτικής οικονομίας στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ιδιαίτερα του απορυθμισμένου και ανεξέλεγκτου καπιταλισμού, με τις αγορές να χρησιμεύουν ως σύνδεσμος για τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, οδηγεί πράγματι στην ανισότητα, καθώς αυτή είναι η ίδια η φύση του τρόπου παραγωγής.
Είναι πιθανά άλλα σενάρια; Ναι. Η πολιτική πίεση, η οικονομική κατάρρευση, οι διεθνείς συγκρούσεις, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες πολιτικές διευθετήσεις που θα μπορούσαν να μειώσουν την ανισότητα ως τρόπο παραγωγής νομιμότητας. Συνέβη πριν, στη μεταπολεμική εποχή. Αλλά αυτό συνεπάγεται μια στρέβλωση του καπιταλισμού μέσω της εφαρμογής κοινωνικών πολιτικών, ακόμη και κάποιων που μοιάζουν με σοσιαλιστικές, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τη φύση του συστήματος, καθιστώντας τες έτσι προσωρινά μπαλώματα από τα οποία οι ελίτ θα προσπαθήσουν να απαλλαχθούν το συντομότερο δυνατό.
Τι προβλέπετε για τις παγκόσμιες εντάσεις μετά τη νίκη του Τραμπ; Θα υπάρξει κλιμάκωση των συγκρούσεων διεθνώς ή μήπως και περισσότεροι πόλεμοι; Ή μήπως οι ΗΠΑ θα στραφούν προς τα μέσα αφήνοντας ζωτικό χώρο για άλλες περιφερειακές δυνάμεις;
Και πάλι, η πρόβλεψη είναι ένα ριψοκίνδυνο παιχνίδι. Νομίζω ότι η καλύτερη πορεία δράσης είναι να εντοπίσουμε όλα τα πιθανά σενάρια και να προσπαθήσουμε να προετοιμαστούμε για όλα αυτά. Τούτου λεχθέντος, υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι θα ακολουθήσει μια έξαρση των διεθνών εντάσεων, ιδιαίτερα με τις κορυφαίες αναδυόμενες δυνάμεις, δηλαδή την Κίνα, και στη δεύτερη θέση τη Ρωσία. Υπάρχουν κάποιες αιωρούμενες ιδέες για στρατιωτική δράση κατά του Μεξικού, για παράδειγμα, και μια σκλήρυνση των στάσεων γύρω από την Ταϊβάν. Και φυσικά, υπάρχει πάντα η Μέση Ανατολή. Αυτό είναι αποτέλεσμα της «γερακίσιας» προδιάθεσης ορισμένων κορυφαίων Ρεπουμπλικανών, του Τραμπ και της συνοδείας του, καθώς και των ισχυρών συμφερόντων που συνδέονται με το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Στο παγκόσμιο μοντέλο της ηγεμονικής μετάβασης περιλαμβάνονται παγκόσμιοι πόλεμοι, δηλαδή πόλεμοι που επηρεάζουν ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα
Αλλά εδώ υπάρχει ένα βαθύτερο σημείο. Το παγκόσμιο σύστημα διέρχεται μια μετάβαση, η οποία αναδιοργανώνει τη δομή εξουσίας, την ιεραρχία εντός του συστήματος, με πρώτο και κύριο λόγο μια συγκριτική και ταχεία πτώση της ηγεμονίας των ΗΠΑ. Αναμφισβήτητα, αυτή η ηγεμονία δεν υπάρχει πια, σήμερα έχουμε ένα κατάλοιπο μιας κυριαρχίας που εξασθενεί και που βασίζεται στη δύναμη του δολαρίου, στην καταστροφική ικανότητα του αμερικανικού στρατού και στον έλεγχο των βιομηχανιών πληροφοριών και ψυχαγωγίας, που χρησιμοποιούνται ως εργαλεία για την κοινωνική μηχανική. Όλοι αυτοί οι πυλώνες αμφισβητούνται επί του παρόντος από τις αναδυόμενες παγκόσμιες δυνάμεις. Στο παγκόσμιο μοντέλο της ηγεμονικής μετάβασης περιλαμβάνονται παγκόσμιοι πόλεμοι. Αυτοί εννοούνται ως πόλεμοι που επηρεάζουν ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα. Ο παγκόσμιος χαρακτήρας των σύγχρονων εκδοχών αυτών των πολέμων οφείλεται στην παγκόσμια επέκταση του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος.
Ως εκ τούτου, η πιθανότητα αυξημένων εντάσεων και πιθανού πολέμου είναι αρκετά σημαντική.
Πώς θα επηρεάσει την Κούβα η επανεκλογή Τραμπ; Θα οδηγήσει σε μια ακόμη πιο επιθετική πολιτική των ΗΠΑ κατά του νησιού;
Όπως και με τα υπόλοιπα, η πρόβλεψη είναι επικίνδυνη. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία της προηγούμενης κυβέρνησης Τραμπ και τα ονόματα που εξετάζονται για την επόμενη, το φάσμα των πιθανών σεναρίων πηγαίνει από τη διατήρηση της τρέχουσας πολιτικής, που είναι ήδη προσανατολισμένη στη μέγιστη πίεση, σε νεότερες και σκληρότερες κυρώσεις, ακόμη και πιθανές άμεσες απειλές βίας. Η άμβλυνση του αποκλεισμού ή οποιαδήποτε άλλη βελτίωση φαίνεται πολύ απίθανη. Επιπλέον, από τώρα φαίνεται ότι θα χειροτερέψει. Ωστόσο, πρέπει ακόμα να περιμένουμε πριν μάθουμε με βεβαιότητα και να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα.