Κίμων Ρηγόπουλος
Επιβάλλεται η αφασία ως η ασφαλέστερη μέθοδος αποφυγής οποιασδήποτε σκέψης. Ένα gossip με σπασμένα τα φρένα διατρέχει την κοινωνία μας. Όχι σαν ένα διάλειμμα στην πιεστική καθημερινότητά μας, αλλά ως η μόνη πραγματικότητα.
Κάποτε ένας φίλος ακριβός, που μας αποχαιρέτησε νωρίς -συνήθως οι καλοί φίλοι είναι τόσο βιαστικοί-, είχε απαντήσει στην ερώτηση: «εσύ τι δουλειά κάνεις;» με το προκλητικό: «κάνω τουλάχιστον μια σκέψη την ημέρα». Και εννοούσε φυσικά ότι προσπαθεί να κάνει μια σκέψη που προωθεί την κοινή μας υπόθεση, έξω και κόντρα στην ατζέντα η οποία επιβάλλεται από τα media. Μια σκέψη, εννοούσε, ικανή να πιστοποιήσει και όχι να ακυρώσει την αξιοπρέπεια της ύπαρξής μας.
Δεν καταστέλλεται η σκέψη όταν δεν υπάρχει πια η ανάγκη να κατασταλεί. Καταστέλλεται η δυνατότητα παραγωγής σκέψης, πνίγεται το μωρό στην θερμοκοιτίδα του. Ούτε το κλάμα του δεν ακούγεται. Επιβάλλεται η αφασία ως η ασφαλέστερη μέθοδος αποφυγής οποιασδήποτε σκέψης. Ένα gossip με σπασμένα τα φρένα διατρέχει την κοινωνία μας. Όχι σαν ένα διάλειμμα στην πιεστική καθημερινότητά μας, αλλά ως η μόνη πραγματικότητα. Άνθρωποι πίσω από τις γρίλιες παρακολουθούν τα «αξιοθέατα» που απέχουν παρασάγγας από τα αξιοθαύμαστα, όμως ο εθισμός στο τιποτένιο τα εξυψώνει. «Οι ζωές των άλλων», παραμορφωτικές γιγαντοαφίσες, καταργούν τη δική μας ζωή. Καταπίνουν το ανθρώπινο μέτρο και ξερνούν βαρβαρότητα. Οι πολιτικές ειδήσεις προσφέρονται ως στοιχεία μιας μυθοπλασίας ικανής να χωρέσει αναξιολόγητα γραβάτες και σώβρακα, Γάζα και Κασσελάκη, ισόποσα και ισοδύναμα σε ακροαματικότητα. Η πραγματικότητα και η παρωδία της πραγματικότητας σε συσκευασία ενός. Το illustration τίποτα από μια φευγαλέα εντύπωση γίνεται πεποίθηση, διακαής πόθος και τρόπος ύπαρξης.
Ο εσωτερικευμένος αλγόριθμος της σύγχυσης παρουσιάζεται πανίσχυρος. Έχει βραχυκυκλώσει η σχέση αιτίου και αιτιατού. Εδώ έχουμε να κάνουμε με την εκτροπή της πρωτογενούς ανθρώπινης ανάγκης για το ανθρώπινο σε δρόμους αυστηρά χαραγμένους από τους κατασκευαστές μιας εικονικής πραγματικότητας που παρουσιάζεται ως η μόνη πραγματικότητα. Από το «σοφόν το σαφές» στο βασίλειο της ασάφειας πόσα τσιγάρα δρόμος ήταν τελικά; Η περιρρέουσα ηλιθιότητα υποχρεώνει έναν κοινό νου να αισθάνεσαι σχεδόν ιδιοφυΐα. Ας όψεται ο βλαπτικός για την αυτογνωσία μας νόμος της σχετικότητας.
Ο εσωτερικευμένος αλγόριθμος της σύγχυσης παρουσιάζεται πανίσχυρος. Έχει βραχυκυκλώσει η σχέση αιτίου και αιτιατού.
Όταν δεν μπορείς ή νομίζεις ότι δεν μπορείς να επηρεάσεις την τροπή της ζωής σου, το ρίχνεις στη δεισιδαιμονία και την ψευδόμενη νοσταλγία. Νοσταλγία ψοφοδεής, η οποία δεν μπορεί να αντλήσει από το μέλλον και καταντά μια φαφούτικη καταφυγή στις «μέρες τις παλιές». Προσυπογράφεις έτσι, με χέρι που τρέμει, ότι η βαρβαρότητα είναι άπαρτο κάστρο. Προτιμάς τη συσκότιση του χώρου σου από την έκθεσή του στον ήλιο που φανερώνει απελπιστικά την υστέρηση και το έλλειμμα. Ιδίως όταν αρνείσαι να παραδεχθείς αυτό το έλλειμμα. Όμως καλύτερα να σε θλίβει η πραγματικότητα προσπαθώντας να την ερμηνεύσεις παρά να σε συντρίβει αμετάφραστη.
Έχουμε περάσει από την εποχή της δωρεάν σοσιαλιστικής ρητορικής στην εκκωφαντική απουσία κάθε αναφοράς σε έννοιες που μπορούν να υπενθυμίσουν, αχνά έστω, ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ο υποχρεωτικός προορισμός, εκείνος ο οποίος μας παραλαμβάνει από την κούνια μας για να μας παραδώσει με ασφάλεια -τη δική του ασφάλεια- στην καύση μας.
Οι απολογητές του καπιταλισμού επιμένουν στις «δυσλειτουργίες» του συστήματος και προτείνουν τρόπους για την εύρυθμη λειτουργία του. Αρνούνται ή δεν τους συμφέρει να δουν ότι η σήψη του αποτελεί πια προϋπόθεση της ύπαρξης και της διαιώνισής του. Διάλεξε, βοά το τέρας, ή με τους θύτες ή με τα θύματα. Ενδιάμεσος χώρος που να σε χωράει, δεν υπάρχει. Όλα τα άλλα είναι λεπτολογίες και χάσιμο χρόνου. Πράξε πριν σκεφτείς. Όρμα να τους φας πριν προλάβουν οι άλλοι να σε καταπιούν. Το περιβόητο εφηβικό bulling μόνο έτσι, ως συστημικό τελεσίδικο πρόταγμα, μπορεί να αναγνωστεί.
Η επίθεση είναι ολοκληρωτική και οι αδυναμίες μας φανερές και καταγεγραμμένες. Όμως δεν μπορούμε να κρυφτούμε πίσω από αυτές. Ούτε και να «στριμωχτούμε» σε μια συμπερίληψη όπου το ταξικό πρόσημο θεωρείται εμμονή. Ακόμα και τώρα, στην εποχή των χαμηλών προσδοκιών, δεν μας επιτρέπεται να συμφωνήσουμε ότι στην αναβροχιά καλό είναι και το χαλάζι. Η ένταξη χωρίς αποκλεισμούς στο κοινωνικό σύνολο δεν μπορεί να γίνει με όρους οι οποίοι ισοδυναμούν με την παράδοση των όπλων μας στον αντίπαλο. Η συστράτευση που σπαρακτικά επείγει πλάθεται με πρώτη ύλη το σώμα της τάξης μας