Γιάννης Ελαφρός
Αναδιάταξη
Η ρευστοποίηση των πολιτικών κομμάτων ένδειξη της κρίσης κυβέρνησης αστικής αντιπολίτευσης
«Μεγάλη αναταραχή – θαυμάσια κατάσταση». Η φράση αυτή, που αποδίδεται στον Μάο, ταιριάζει στη σημερινή πραγματικότητα του πολιτικού σκηνικού, τουλάχιστον ως προς το πρώτο σκέλος της. Το κομματικό σύστημα στη χώρα μας παρουσιάζει μια ρευστοποίηση, στη δεξιά και στην αριστερή πλευρά του κι έντονες τάσεις κατακερματισμού. Η διαγραφή Σαμαρά από τη ΝΔ ενισχύει τα σενάρια για αναβάθμιση της ακροδεξιάς, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δύο διασπάσεις σε ένα χρόνο. Το ΠΑΣΟΚ μένοντας ακίνητο (στην κυριολεξία, αφού δεν κάνει τίποτα) αναδείχθηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση (λέμε τώρα), ενώ οι ανεξάρτητοι βουλευτές είναι ήδη 21(!), μόλις 17 μήνες από τις εκλογές, προερχόμενοι από έξι κόμματα.
Ποια είναι η αιτία για όλη αυτό το ξέφτισμα των κοινοβουλευτικών κομμάτων; Η προσπάθεια να εξηγηθεί στη βάση προσωπικών επιλογών και αντιθέσεων είναι ρηχή. Στην πραγματικότητα εκφράζει, με τους πιο διαφορετικούς τρόπους, την βαθιά κρίση εκπροσώπησης του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος (που είχε αποτυπωθεί περίτρανα και στις ευρωεκλογές) και την προσπάθεια αντιδραστικής ανασυγκρότησής του. Βάθρο αυτής της κρίσης είναι η διευρυμένη δυσαρέσκεια των λαϊκών στρωμάτων και η μεγάλη φθορά της κυβέρνησης, χωρίς να κερδίζει μαζικά κάποιο κόμμα της αντιπολίτευσης ή να αναδεικνύεται κάποια εναλλακτική λύση. Η δυσαρέσκεια και οργή των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων έχει αφετηρία κυρίως το οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα (χαμηλοί μισθοί – υψηλές τιμές, στεγαστικό, Υγεία, παιδεία κ.α.), όπου εκεί ειδικά διαπιστώνει μια τρομερή απόσταση ανάμεσα σε αυτό που ζει και αυτό που ακούει από την κυβέρνηση πρωτίστως, αλλά και τα κόμματα που ορκίζονται στην ευρω-σταθερότητα, στα διαρκή μνημόνια της ΕΕ, στους τρελούς εξοπλισμούς και στα πολεμικά σχέδια του ΝΑΤΟ, στην «ελευθερία» της ασύδοτης αγοράς, των τραπεζών και των ιδιωτών παντού, στην προτεραιότητα των καπιταλιστικών κερδών (για να έρθει η «ανάπτυξη»). Αυτά είναι το Ευαγγέλιο (ή οι… επιστολές του Ιησού) σχεδόν όλων των κομμάτων, κυβέρνησης και «αντιπολίτευσης», με αποτέλεσμα να διαγκωνίζονται σε ανούσιες λεπτομέρειες. Πάνω στο κοινωνικό ρήγμα των μισθών που δεν φτάνουν και των κερδών που αυξάνουν ορμητικά ραγίζει το κομματικό σύστημα κι εμφανίζεται η βαθύτερη αναντιστοιχία κυρίαρχης πολιτικής – κοινωνίας, που δεν μπορεί να καλυφθεί με «συμμετοχικές» εκλογές των δύο ευρώ και της μίας χρήσης.
Όσο μειώνεται η ικανότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη να ελέγξει το παιχνίδι και την κοινωνική δυσαρέσκεια, όσο φτάνει στο τέλος του το Ταμείο Ανάκαμψης και το πολύ χρήμα που μοιράζει το Μαξίμου και οι δεσμοί του με τα μεγάλα καρτέλ καπιταλιστικών συμφερόντων χαλαρώνουν, τόσο ανοίγει η συζήτηση και από τους πάνω για διάδοχη κατάσταση.
Είμαστε σε περίοδο κοινωνικής πόλωσης, αλλά το εργατικό στρατόπεδο δεν έχει πολιτικό σχέδιο
Μέσα σε όλα αυτά ξεθαρρεύουν οι διάφορες ακροδεξιές τάσεις, εντός κι εκτός ΝΔ, που ευελπιστούν να εκφράσουν τη γραμμή Τραμπ, Λεπέν ή Μελόνι στην Ελλάδα. Σαμαράς, Βελόπουλος, Λατινοπούλου, Νίκη, αλλά και η ίδια η ΝΔ του Μητσοτάκη ή μετά απ’ αυτόν θα προσπαθήσουν να εκφράσουν το ακροδεξιό κύμα, που φουσκώνει σαν απότοκο της κλιμάκωσης της επίθεσης στην εργατική τάξη, της όξυνσης των ενδοαστικών ανταγωνισμών, της ενίσχυσης του εθνικισμού, του ρατσισμού και του σκοταδισμού στην εποχή του πολεμικού ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η ΝΔ του Μητσοτάκη προσπάθησε να συνδυάσει στο «ακραίο κέντρο» τον αστικό εκσυγχρονισμό και τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις με τη ΝΑΤΟϊκή συστράτευση, τον πόλεμο στους μετανάστες, τον πατριωτισμό αλά Μελόνι, το αμόκ των εξοπλισμών και το όργιο της καταστολής. Σήμερα αποτυγχάνει γιατί χάνει κοινωνικά…
Με τις κινήσεις Σαμαρά, αλλά και της ΝΔ το τελευταίο διάστημα, γίνεται προσπάθεια να στραφεί παραπέρα ο πολιτικός άξονας προς τα δεξιά-ακροδεξιά. Βολεύει. Να οδηγηθεί η κοινωνική δυσαρέσκεια στον ακροδεξιό βούρκο. Να συζητάμε για τα «εθνικά», τα «κυριαρχικά δικαιώματα» και την «απειλή των μεταναστών», θάβοντας προκλητικά πως η Ελλάδα έχει γίνει μνημονιακό «στρατόπεδο φτηνής εργασίας» της ΕΕ, πως διαλύονται τα εργασιακά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα και πως η πιο μεγάλη απειλή για τα ελληνικά νοικοκυριά είναι να χάσουν την «κυριαρχία» τους από τις τράπεζες, τα funds και τα σούπερ μάρκετ.
Ταυτόχρονα επιχειρείται η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς, σε ακόμα πιο συντηρητική βάση, ενώ ήδη ο χώρος αυτός αναπαράγει εθνικιστικές, ρατσιστικές και αντιδραστικές πολιτικές του «ακραίου κέντρου». Το ΠΑΣΟΚ αναλαμβάνει αξιωματική αντιπολίτευση με υπεύθυνη πολιτικού σχεδιασμού την Άννα Διαμαντοπούλου και θεωρώντας πως έκανε το καθήκον του το 2009-2015 όταν έδεσε τον λαό χειροπόδαρα με ΕΕ και ΔΝΤ. Ο κατακερματισμός και η συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώνεται. Ο Α. Τσίπρας, με διοχετευμένα εκτενή δημοσιεύματα το προηγούμενο Σαββατοκύριακο προσπαθεί να πει πως είναι εδώ και κάτι ετοιμάζει για το καλοκαίρι του 2025, χωρίς να λέει τίποτα κι ενώ είναι ένα περιφερόμενο ξόανο της υποταγής και της κωλοτούμπας.
Σε αυτή τη δημοκρατική – προοδευτική ή όπως αλλιώς πτέρυγα θα φουντώσουν οι προτάσεις της αντιδεξιάς ή και αντι-ακροδεξιάς συσπείρωσης, επιχειρώντας να στριμώξουν την Αριστερά και να κόψουν τα φτερά των σύγχρονων τάσεων χειραφέτησης, με μια γραμμή που αναπαράγει όλες τις αιτίες που γιγάντωσαν το φαινόμενο της σύγχρονης ακροδεξιάς (κυβερνητισμός, διαχείριση, αντιλαϊκή πολιτική κλπ.) Και καθώς ο χώρος της εκτός των τειχών Αριστεράς δεν είναι καθόλου αδιάφορος καθώς μπορεί να παίζει ιδιαίτερο ρόλο στο κίνημα, θα εμφανισθούν ξανά οι πάντα πρόθυμοι κήρυκες της «πλατιάς ενότητας» απέναντι στη δεξιά-ακροδεξιά.
Βεβαίως μια μονόπλευρη άποψη πως όλα στρέφονται δεξιά-ακροδεξιά, απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Στην πράξη ενισχύεται η κοινωνική και πολιτική πόλωση, με το ένα στρατόπεδο όμως να έχει επιθετικό πολιτικό σχέδιο και το άλλο (το εργατικό-λαϊκό) να κινείται χωρίς πυξίδα. Υπάρχει δυναμικό, που κι εδώ τροφοδοτείται από την αντεργατική επίθεση και την πολεμική απειλή μαζί με την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη. Οι δεκάδες χιλιάδες που πορεύτηκαν ανά τη χώρα στο Πολυτεχνείο την Κυριακή και οι πολλές χιλιάδες της απεργίας έδωσαν κινητοποιήσεις μαζικές κι ελπιδοφόρες. Κι έδειξαν, έστω και σημειακά, τι μπορεί να κάνει ο λαός όταν βγαίνει στους δρόμους. Λείπει όμως, κι αυτό φάνηκε πολύ την Τετάρτη και στη (μη) συνέχειά της, ένα μαχητικό πνεύμα, μια λογική πως δίνουμε έναν αγώνα με προοπτική, με σχέδιο, με λογική σύγκρουσης, για να νικήσουμε και να επιβάλλουμε ρωγμές και τελικά ανατροπή στην πολιτική τους.
Όσο δεν διαμορφώνεται ένα κίνημα διεκδικητικό, πολιτικό, επιθετικό, διαρκείας που να αναδεικνύει το εμείς σε αντιπολίτευση ανατροπής τόσο τα «εγώ» της υποταγής και οι «φαντασιακές κοινότητες» της ακροδεξιάς θα ενισχύονται.
Αλλά γι’ αυτό δεν αρκεί μόνο μια γραμμή κι ένας συντονισμός στο κίνημα, αλλά χρειάζεται και πολιτική πρόταση και προοπτική, ισχυρό αντικαπιταλιστικό μέτωπο και δυνατή σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση.
Γι’ αυτό και όσα γίνονται αυτή την περίοδο σε αυτούς τους κρίσιμους τομείς δεν είναι ασκήσεις επί χάρτου, αλλά προετοιμασία για τη «θαυμάσια κατάσταση», των μεγάλων ανατροπών.