Σοφία Στεφανίδου
▸Γεμάτη υποκρισία είναι η παρουσίαση της «παραβατικότητας των νέων» από τα συστημικά ΜΜΕ, δίνοντας ιδανική πάσα στην κυβέρνηση για την προώθηση αντιδραστικών κατασταλτικών μέτρων. Ανάγκη των νέων για μία θετική ατομική και συλλογική επένδυση στη ζωή τους.
Τον τελευταίο καιρό το θέμα της «πρωτοφανούς παραβατικότητας των νέων» συγκλονίζει την κοινωνία, σύμφωνα με τον αστικό δημοσιογραφικό λόγο. Κι όμως, η είδηση είναι παραπλανητική και ταυτόχρονα υποκριτική!
Αν κάποιος/α ανατρέξει στη μνήμη του, είναι σίγουρο ότι θα θυμηθεί περιπτώσεις όπου νέοι επιδίδονταν σε κλοπές, χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, σε παρενοχλητικές συμπεριφορές, σε ξυλοδαρμούς μεταξύ ανηλίκων. Άρα το φαινόμενο δεν είναι πρωτοφανές, απλώς δεν υπήρχαν τα μέσα να καταστεί θέαμα σε πανελλήνιο επίπεδο. Είναι χρήσιμο να κοιτάξει κανείς τα επίσημα στοιχεία: Από τα 11.770 περιστατικά νεανικής παραβατικότητας που καταγράφηκαν το 2023, το ένα τέταρτο αφορούσε κλοπές, το ένα πέμπτο διακίνηση ουσιών και το υπόλοιπο περιλαμβάνει παραβάσεις του ΚΟΚ, φθορές, παρενόχληση κλπ.
Αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά ότι αυτό δεν έχει τις διαστάσεις που κάποιοι επιθυμούν να δώσουν. Έρευνες του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), μάλιστα, επισημαίνουν δύο πράγματα: πρώτον, συγκριτικά με το παρελθόν καταγράφεται ένταση κι όχι αριθμητική αύξηση των περιστατικών βίας. Δεύτερον, ότι τα αίτια της έξαρσης είναι οι συνθήκες που έχει βιώσει η χώρα μας, οι κοινωνικές ανισότητες, τα αυξημένα ποσοστά του πληθυσμού που ζει σε ακραία φτώχεια, σε κοινωνικό αποκλεισμό καθώς και τα τρία τελευταία χρόνια της πανδημίας. Κι από αυτό το σημείο μεταβαίνουμε στην υποκρισία.
Όσοι συμμετέχουν στη δημόσια συζήτηση στοχοποιούν τους γονείς, τα ίδια τα παιδιά, τους εκπαιδευτικούς και το σχολείο ή γενικά την τεχνολογία που δίνει πρόσβαση σε περιεχόμενο και μέσα άσκησης βίας. Διατείνονται, μάλιστα, ότι κάποιοι είναι ανίκανοι για «γονεϊκότητα» και ότι φταίει η απώλεια του παραδοσιακού ρόλου της οικογένειας την οποίαν κυριολεκτικά έχουν διαλύσει: γονείς να εργάζονται ως αργά το απόγευμα ή να κάνουν δύο και τρεις δουλειές, την ώρα που η πίεση για να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές ανάγκες έχει πιάσει «κόκκινο» και έχει ως αποτέλεσμα από εντάσεις έως ενδοοικογενειακή βία!
Από την άλλη, στο σχολείο επικρατεί «ο άκρατος ανταγωνισμός, οι ακλόνητες ιεραρχίες, η επιβολή της ομοιομορφίας, ο εξοστρακισμός της όποιας διαφορετικότητας». Το σχολείο στον καπιταλισμό, γενικά, αναπαράγει τις κοινωνικές ανισότητες και στρεβλώσεις, κατηγοριοποιεί και απορρίπτει μαθητές/τριες ως «ανίκανους», «άχρηστους» και «τεμπέληδες», με αποτέλεσμα όλοι οι παραπάνω να αναζητούν εναγωνίως κάποιο ρόλο που θα τους επιτρέψει να γίνουν αποδεκτοί από το στενό κοινωνικό περιβάλλον.
Συγκριτικά με το παρελθόν καταγράφεται ένταση κι όχι αριθμητική αύξηση των περιστατικών βίας
Εκτός αυτών, είναι απύθμενη η υποκρισία και τεράστιες οι ευθύνες του κυρίαρχου πολιτικού λόγου και των θεσμών του, οι οποίοι είναι υπόλογοι για την κοινωνική απελπισία και την αναπαραγωγή πλήθους σεξιστικών, ρατσιστικών και άλλων στερεοτύπων. Όπως όταν, για παράδειγμα, χαρακτηρίζουν τη διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα ως «ανωμαλία», παρουσιάζουν ως «φυσιολογική», αναλλοίωτη και διαχρονική μόνο την πυρηνική οικογένεια και αντιμετωπίζουν τους πρόσφυγες και μετανάστες ως «απειλή». Ή όταν είναι κοινό μυστικό πως όσοι έχουν λεφτά και εξουσία απολαμβάνουν ασυλίας και ατιμωρησίας, ενώ για τους «φτωχοδιάβολους» υπάρχει η ατομική ευθύνη!
Υποκρισία και τεράστια ευθύνη βαρύνουν ωστόσο και τα κυρίαρχα ΜΜΕ που ενώ χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τα θύματα της «βίας» των νέων, από τη μια συγκαλύπτουν και στηρίζουν όσους ευθύνονται για τη βία της φτώχειας, της ανεργίας, της στέρησης κάθε ελπίδας και ονείρου από τη νέα γενιά, και από την άλλη εξευτελίζουν την ανθρώπινη υπόσταση, καταφέρονται κατά όσων αντιστέκονται στην κυρίαρχη πολιτική, μετατρέπουν τον ανθρώπινο πόνο σε θέαμα.
Όταν, λοιπόν, οι νέοι αντιλαμβάνονται την κοινωνία ως μια αρένα συνεχούς ανταγωνισμού όπου θα επικρατήσει ο πιο ισχυρός, όταν οι ανθρώπινες ζωές και ανάγκες υπολογίζονται ως λογιστικά δεδομένα, όταν κυριαρχεί η έννοια του κέρδους ως υπέρτατης αξίας, τότε ναι, να μη συγκλονιζόμαστε που τα παιδιά συμπεριφέρονται «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» του κυρίαρχου οικονομικού, κοινωνικού και πολιτισμικού συστήματος που ζουν. Τα παιδιά, όπως είναι απόλυτα φυσιολογικό, απλά τείνουν να προσαρμόζονται σε αυτό.
Η νέα γενιά έχει ανάγκη από μία θετική, ατομική και συλλογική επένδυση στη ζωή της. Να πεισθεί, όχι με λόγια αλλά με πράξεις, ότι δεν μπορεί να υπάρξει ατομική ευτυχία όταν τριγύρω υπάρχουν ρημαγμένοι άνθρωποι. Ο κόσμος τους δεν χωρά τις ανάγκες και τα όνειρά της! Με κάποιον τρόπο, επανέρχεται η βαθιά, υπαρξιακή αγωνία των στίχων: «Ποιος θα μου δώσει δύναμη/τον κόσμο αυτό ν’ αλλάξω/να φτιάξω όμορφες καρδιές/μεγάλες και πονετικές/τις σκάρτες να πετάξω/Να σου δώσω μια να σπάσεις/αχ βρε κόσμε γυάλινε/και να φτιάξω μια καινούργια/κοινωνία άλληνε».
*εκπαιδευτικός