Γιώργος Κρεασίδης
Απόλυτος εκφυλισμός και αδυσώπητη μάχη για μια σάπια καρέκλα, χωρίς αρχές και ιδεολογικό πρόταγμα
Κάθε μέρα που περνά, η σύγκρουση ανάμεσα στον καθαιρεμένο πρόεδρο Στέφανο Κασσελάκη και την πλειοψηφία της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ οξύνεται, παράγοντας μια ειδησεογραφία με εμπρηστικές δηλώσεις και θυελλώδεις συνεδριάσεις, εικόνες μιας αντιπαράθεσης μηχανισμών χωρίς αύριο.
Τελευταία στιγμιότυπα η μεθοδευόμενη απαγόρευση στον Κασελάκη να είναι ξανά υποψήφιος πρόεδρος και η εμφάνιση από τη μεριά του ξεχωριστής πλατφόρμας εγγραφής μελών ενόψει του συνεδρίου. Στο οποίο, αν γίνει τελικά, οι δύο πλευρές θα προσπαθήσουν να λύσουν τους λογαριασμούς τους.
Πέρα από την ένταση των συγκρούσεων, αυτό που εντυπωσιάζει είναι η έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Όσο καθαρό είναι ότι δεν έχει μείνει κανένα περιθώριο συνύπαρξης των δύο ομάδων την επόμενη μέρα, άλλο τόσο είναι θολό ποιες είναι οι πολιτικές τους διαφορές.
Τι διαφορετικό έχουν να πουν, δηλαδή, σε μια κοινωνία που δέχεται αλλεπάλληλα πλήγματα από την αντιλαϊκή πολιτική, σε μια εποχή μάλιστα που ο πόλεμος έχει μπει στην ημερήσια διάταξη.
Γιατί γεγονός είναι ότι όταν δοκιμάζουν στον ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν αντιπολίτευση μένουν σε δημοσιογραφικού τύπου διαπιστώσεις, ενώ συχνά γίνονται λαγοί της αντιδραστικής πολιτικής, όπως με τις «ανησυχίες» της Ρένας Δούρου για το Κυπριακό που θυμίζουν Αντώνη Σαμαρά.
Αυτές οι εικόνες οδηγούν σε εντεινόμενη απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά στα λαϊκά στρώματα που κατά τα προηγούμενα χρόνια τον είχαν στηρίξει ως αντίπαλο δέος στο πολιτικό σύστημα των μνημονίων και της κοινωνικής λεηλασίας.
Οι εξελίξεις δεν αποτελούν έκπληξη. Η υποβάθμιση της πολιτικής λειτουργίας ήταν μονόδρομος και σφράγισε κάθε καμπή από τη στιγμή που κατέστη πολιτικά αποδεκτή για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και εφικτή προοπτική, ο ρόλος της εναλλακτικής λύσης στη διαχείριση της κυρίαρχης πολιτικής των μνημονίων και της αποπληρωμής του χρέους, με τη συναίνεση μερίδων της άρχουσας τάξης και της ΕΕ.
Το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» που επικύρωσε το 2014 την ετοιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ να συγκυβερνήσει με την «πατριωτική» Δεξιά των ΑΝΕΛ υπό την υψηλή εποπτεία του «καραμανλικού» Προκόπη Παυλόπουλου, συνοδεύτηκε από τη διάλυση των συνιστωσών και την εκλογή του προέδρου από το Συνέδριο, δίνοντας στον Αλέξη Τσίπρα ισότιμη νομιμοποίηση με τα κομματικά όργανα και παντοδύναμο ρόλο.
Η υπογραφή του τρίτου μνημονίου το 2015, κόντρα στη λαϊκή βούληση που εκφράστηκε με το 62% του δημοψηφίσματος, αποφασίστηκε από τον κλειστό κύκλο του Τσίπρα, χωρίς να συνεδριάσει κανένα κομματικό όργανο. Η πλειοψηφία των μελών της ΚΕ και η αριστερή πτέρυγα που δήλωναν ότι διαφωνούν, αγνοήθηκαν και εξωθήθηκαν στην αποχώρηση. Η εφαρμογή των σκληρών μέτρων, που συνδυάστηκε με τη βαθύτερη πρόσδεση στον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και το άνοιγμα στο Ισραήλ, υλοποιήθηκαν από έναν κόμμα -στούντιο, με υπουργούς και παράγοντες να παρεμβαίνουν με τηλεοπτικούς όρους, ενώ οι διαδικασίες είχαν χαρακτήρα πανηγυρικών εκδηλώσεων για τον Αλέξη Τσίπρα.
Στο κλείσιμο του κύκλου αυτού η ηγεσία, με καθοριστικό τον ρόλο των στελεχών που συγκρούστηκαν στη συνέχεια με τον Κασσελάκη, είτε έμειναν είτε έφυγαν με τη Νέα Αριστερά, επέβαλε την εκλογή του προέδρου αλλά και της ΚΕ «από τη βάση», δηλαδή τα μέλη των 2 ευρώ. Μάλιστα σε αυτή τη φάση αναδείχτηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ ο Στέφανος Κασσελάκης, ο ευρωβουλευτής Νικόλας Φαραντούρης, με παρελθόν μετακλητού σε υπουργικά γραφεία της ΝΔ, ο «επιστήμων αντικομμουνιστής» Νίκος Μαραντζίδης κ.ά.
Η ίδια η εκλογή Κασσελάκη έγινε σε μια βιαστική διαδικασία, λόγω της επίμονης άρνησης των μετέπειτα άσπονδων αντιπάλων του να προηγηθεί ένα συνέδριο ύστερα από την παραίτηση Τσίπρα και τη διπλή εκλογική ήττα του 2023. Μπορεί η ιδέα του συνεδρίου να είχε στοιχεία σκοπιμότητας από όσους δεν ήταν έτοιμοι, αλλά η εκλογή προέδρου χωρίς να εξηγηθεί η εκλογική συντριβή της αντιπολίτευσης μετά από την ολέθρια τετραετία της ΝΔ, έδωσε αποφασιστική ώθηση στο απολίτικο κριτήριο της αναζήτησης «αντι-Μητσοτάκη».
Όπως συμβαίνει κάθε φορά που η διαχείριση της εξουσίας και του συστήματος γίνεται αυτοσκοπός, πρώτα καταρρέει η αυταπάτη ότι είναι εφικτή η «προοδευτική» εκδοχή της με «ταξική μεροληψία», στη συνέχεια αποκαλύπτεται μια ηγεσία γαντζωμένη στους ρόλους εξουσίας, για να ακολουθήσει ο εκφυλισμός και η διάλυση, μαζί με τυχοδιωκτικές επιλογές προσωπικής στρατηγικής. Το είδαμε με τον Συνασπισμό της Μαρίας Δαμανάκη το 1993, όταν η Αριστερά των τεσσάρων υπουργών και 30 βουλευτών, αφού διασπάστηκε – με το ΚΚΕ να αναδιπλώνεται – έμεινε στη συνέχεια εκτός Βουλής και τα ηγετικά στελέχη βρέθηκαν σε κάθε μεριά του κοινοβουλευτικού ορίζοντα. Ανάλογη ήταν η τύχη της «Αριστεράς της ευθύνης» της ΔΗΜΑΡ που από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου οδηγήθηκε στην απαξίωση και τη διάλυση. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ «πάει κατά διαόλου» γιατί «πούλησε την ψυχή του στο διάβολο» της εξουσίας, εξαργυρώνοντας ιστορικές διαδρομές και την καπηλεία των κοινωνικών αγώνων.