Χρίστος Κρανάκης
Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να ξαναμπεί στο παιχνίδι ως κεντρικός πόλος της κεντροαριστερής εναλλακτικής. Η διεύρυνση της επιρροής του έρχεται κυρίως από τη διαλυτική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της μνημονιακής του πολιτικής. Οι έξι υποψήφιοι για την προεδρία στις εκλογές της 6ηςΟκτωβρίου δεν φέρνουν κάτι νέο, και κινούνται, με διαφορετικές αποχρώσεις, εντός του κυρίαρχου πολιτικού πλαισίου.
Από το pasokification στη μνημονιακή «δικαίωση»
Πολλές πολιτικές έννοιες και ορισμοί έχουν έντονο το ελληνικό στοιχείο… Πιο πρόσφατο παράδειγμα, ο όρος που χρησιμοποιήθηκε για να περιγραφτεί η τάση εκλογικής κατάρρευσης των πάλαι ποτέ κραταιών κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη τη δεκαετία 2010 – 2020. Pasokification λοιπόν, ή πως ένα κόμμα που το 2009 έλαβε … 43,94%, μόλις έξι χρόνια μετά, το 2015, έλαβε 4,68 % (το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου είχε λάβει 2,47%).
Η συζήτηση γύρω από το «τί» οδήγησε στο pasokification έχει σίγουρα πολλές πτυχές. Το ΠΑΣΟΚ στιγματίστηκε από σκάνδαλα, χρεωκοπία, πισωμαχαιρώματα, διασπάσεις και αποχωρήσεις. Για αυτό και οι νυν υποψήφιοι/ες του μιλούν για μία «νέα σελίδα» ενότητας και εξωστρέφειας. Αυτό που, όχι άθελά τους, ξεχνάνε να δουν είναι πως το ΠΑΣΟΚ «ισοπεδώθηκε», όταν στη συνείδηση των εργαζομένων έληξε πως αποτελεί ένα κόμμα που ανήκει οργανικά στο στρατόπεδο της τρόικας και της αστικής πολιτικής. Ο λαός τιμώρησε σκληρά όσα κόμματα έβλεπαν προεκλογικά τα «λεφτά που υπήρχαν» αλλά μετεκλογικά πέρασαν στο μνημονιακό στρατόπεδο (ομοίως και τον ΣΥΡΙΖΑ). Την πτυχή αυτή, αρνείται συνειδητά εδώ και χρόνια να αναγνωρίσει η ηγεσία και η στελεχιακή βάση του ΠΑΣΟΚ.
Το πιο προσβλητικό για το λαϊκό αίσθημα, όμως, είναι πως τώρα πάει να δικαιωθεί… Με τη μνήμη των μνημονίων ακόμη νωπή, το ΠΑΣΟΚ πλέον επιχειρεί να ξαναγράψει την ιστορία και να βαφτιστεί, εκ των υστέρων, ως κόμμα που αδίκως πλήρωσε τα «σπασμένα» της κρίσης και τώρα πρέπει να επανέλθει στη φυσική του θέση.
Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να ξαναμπεί στο παιχνίδι ως κεντρικός πόλος της κεντροαριστερής εναλλακτικής. Η διεύρυνση της επιρροής του έρχεται κυρίως από τη διαλυτική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της μνημονιακής του πολιτικής. Οι έξι υποψήφιοι για την προεδρία στις εκλογές της 6ηςΟκτωβρίου δεν φέρνουν κάτι νέο, και κινούνται, με διαφορετικές αποχρώσεις, εντός του κυρίαρχου πολιτικού πλαισίου.
Ο σάπιος πολιτικός κόσμος εκεί που σάπιζε ξανατονώθηκε
Η τάση pasokification, τουλάχιστον όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως μπορεί μερικώς να ανατραπεί. Φυσικά, ακόμα το ΠΑΣΟΚ απέχει πολύ από το να ξαναφτάσει τα παλιά ποσοστά του ή να σχηματίσει αυτοτελώς κυβέρνηση, καθώς ακόμη και οι νεότερες γενιές που δεν έχουν προλάβει την πράσινη υπογραφή στα μνημόνια, το έχουν εντάξει στη συνείδηση τους ως ένα κόμμα του παλιού κομματικού συστήματος, με τεράστιες ιστορικές ευθύνες. Η διακυβέρνηση και η αντιπολίτευση Τσίπρα, το 2015 και 2019 αντίστοιχα, όμως, φαίνεται πως δίνει στο ΠΑΣΟΚ «φιλί ζωής». Τι καλύτερο, αλήθεια, για ένα κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας που υπέγραψε μνημόνια, να βλέπει ένα κόμμα προερχόμενο από τα αριστερά του να υπογράφει και αυτό μνημόνια;
Το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται επιθετικά στη δημόσια συζήτηση και το πολιτικό σκηνικό. Ο πρόσφατος εκφυλισμός του ΣΥΡΙΖΑ, όμως, είναι περισσότερο η αφορμή παρά η αιτία. Ναι… Τα πεπραγμένα Κασσελάκη είναι δώρο εξ’ ουρανού για τον ή την μελλοντικό/η υποψήφιο/α του ΠΑΣΟΚ, μιας και όλα δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει σε διάσπαση ή κύμα μαζικών αποχωρήσεων. Τα «δώρα» όμως, ξεκίνησαν αρκετά πιο νωρίς…
Αρχικά, ο Τσίπρας και όλη η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δικαιολόγησε με τον πιο απόλυτο τρόπο τις επιλογές που είχε πάρει το ΠΑΣΟΚ πριν μερικά χρόνια. Ο απόλυτος συμβιβασμός με την αστική πολιτική σε επίπεδο οικονομίας, πολεμικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, εξωτερικής πολιτικής (βλ. φιλία με Ισραήλ) κ.α., εμπέδωσε στο κοινό αίσθημα το δρόμο του «ΤΙΝΑ» (There Is NoAlternative). Ομοίως, η επιλογή Τσίπρα να επενδύσει σε ενδεχόμενα προοδευτικής διακυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ το 2019, φαίνεται πως ενδυνάμωσε το δεύτερο. Το σενάριο συνεργασίας δύο κομμάτων που «έβλεπαν λεφτά» ή θα «έσκιζαν τα μνημόνια» αλλά τελικά «μάτωσαν» το λαό, δεν ευδοκίμησε παρά το ισχυρό αίσθημα μερίδας των ψηφοφόρων «να φύγει ο Μητσοτάκης πάση θυσία».
Με τα χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ – όπως και άλλα συγγενή του κόμματα (βλ. Podemos) – πληρώνει βαρύ τίμημα για τις επιλογές του. Οι λαοί τιμωρούν τους «ριζοσπάστες» που συνθηκολογούν πιο σκληρά από εκείνους από τους οποίους δεν περίμεναν πολλά… Με το ΠΑΣΟΚ να έχει βρεθεί για χρόνια στην τρίτη θέση ως σκιά του εαυτού του, τώρα έχει τον πολιτικό χώρο να ελπίζει σε ένα εκ νέου πλασάρισμά του σε θέση ισχύος (είτε αξιωματικής αντιπολίτευσης, είτε συγκυβέρνησης μελλοντικά).
Η περίοδος Τσίπρα σφράγισε πως κάθε ρεύμα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, εν τέλει, αφομοιώνεται πλήρως στην αστική πολιτική. Το ΠΑΣΟΚ, ως ιστορικότερο κόμμα εξουσίας, φαίνεται πως έχει τη δυνατότητα να επανέλθει μερικώς στην κεντρική σκηνή.
ΠΑΣΟΚ: περισσότερο συνέχεια παρά αλλαγή
Θέλουν να γίνουν κυβερνητική εναλλακτική χωρίς αυτοκριτική, χωρίς να αλλάξουν τίποτα
Το debate των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ την Τρίτη σχολιάστηκε κυρίως για δύο λόγους. Την πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα διάταξη της συζήτησης, όπου οι συνυποψήφιοι είχαν τη δυνατότητα να ρωτούν ο ένας τον άλλον και τις αναμεταξύ τους επιθέσεις παρά τις φιλικές προσφωνήσεις. Για ακόμη μία φορά, όμως, δια της απουσίας της έλαμψε μία ουσιαστική προγραμματική αντιπαράθεση.
Θα περίμενε κάποιος, πως οι υποψήφιοι/ες θα έριχναν τα «δίχτυα» τους σε μία μεγάλη δεξαμενή δυνητικών ψηφοφόρων που αντιλαμβάνεται τα κοινωνικά αδιέξοδα που φτιάχνει η σκληρά νεοφιλελεύθερη πολιτική Μητσοτάκη. Κάποιος, ακόμα και να περίμενε πως πιθανότατα θα υπήρξε και ένα άνοιγμα προς πιο αριστερά ακροατήρια που αποστρέφονται την εκφυλιστική κατάσταση εντός ΣΥΡΙΖΑ. Επί της ουσίας, όμως, όχι! Σαφώς, υπήρξαν πολλές επικριτικές αναφορές στην πρωθυπουργία Μητσοτάκη, όπως και προτάσεις για ευρύτερες συμμαχίες κατά της Δεξιάς (κυρίως από τον Δούκα), αλλά σε επίπεδο ουσιαστικής προγραμματικής σύγκρουσης με τη σημερινή πολιτική, όλοι/ες κινήθηκαν σε… ρηχά νερά.
Αρκετές ήταν οι προτάσεις με σκοπό την καλύτερη διαβίωση των ελεύθερων επαγγελματιών και των επιχειρηματιών (πάντα λίγο-πολύ κοστολογημένες στα πλαίσια της δημοσιονομικής σταθερότητας), άφαντες όμως ήταν αυτές που αφορούν τους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Έκδηλη ήταν η αποστροφή όλων για τα «καρτέλ» και τα «μονοπώλια» ενέργειας και τροφίμων, ορολογία που οριακά χρησιμοποιεί και ο Μητσοτάκης, έλειψε όμως η αναφορά στα άλλα μονοπώλια και ολιγοπώλια που θησαυρίζουν, όσο ο κόσμος «γονατίζει» από τον πληθωρισμό. «Καταιγιστικοί» ήταν όλοι και όλες οι υποψήφιοι, όσον αφορά τη διάλυση των θεσμών, τον εκφυλισμό του κράτους δικαίου και το έγκλημα των Τεμπών, έλειψε όμως η περιγραφή πρακτικών βημάτων για την αντιστροφή της κατάστασης. Ακόμα και ο Χάρης Δούκας, ο οποίος σήκωσε το «γάντι» κατά της «νεοφιλελεύθερης λαίλαπας που ιδιωτικοποιεί παιδεία, υγεία και μεταφορές», δεν θέλησε να μιλήσει π.χ. για το πώς θα φύγει η Hellenic Train (παρότι ξεκαθάρισε πως ήταν μία ιδιωτικοποίηση με την οποία διαφωνούσε), ενώ όσον αφορά την ιδιωτική παιδεία δήλωσε πως «πρέπει να βάλουμε όρους και κανόνες στην ιδιωτική εκπαίδευση που αυτή τη στιγμή είναι ζούγκλα».
Φυσικά, ο λόγος πίσω από την.. εγκράτεια αυτή, δεν είναι ούτε η πολιτική απειρία (όλοι/ες τους είναι «μπαρουτοκαπνισμένα» στελέχη του κομματικού σωλήνα) ούτε η «υπεύθυνη» στάση (που παραδοσιακά δεν φημίζεται πως επιδεικνύει το ΠΑΣΟΚ). Οι ήπιες προεκλογικές εξαγγελίες που διατύπωσαν – ακόμη και σε προεκλογικό debate εσωκομματικών εκλογών – οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους. Αρχικά, στον δομικά και ολοκληρωτικά αστικό χαρακτήρα του κόμματος, ο οποίος έχει σφραγίσει την επιλογή της απόλυτης και αταλάντευτης σύμπλευσης με τα αστικά συμφέροντα του αστικού στρατοπέδου, ακόμη και όταν αυτή ισοδυναμεί με εκλογική κατάρρευση, όπως το 2015. Κατά δεύτερον, και ίσως σημαντικότερο σε αυτή τη φάση, στην κοινή αντίληψη των υποψηφίων πως μπροστά τους ανοίγεται μία ιστορική ευκαιρία. Ποια είναι αυτή; Το ΠΑΣΟΚ να επανέλθει σε κεντρικό ρυθμιστή αρχικά του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας και στη συνέχεια, ίσως, και της χώρας, χωρίς να χρειαστεί να αλλάξει τίποτα!
Στο debate ήταν όλοι/ες εκεί εκτός από τους… εργαζόμενους. Συζήτηση τεχνοκρατική, «εντός δημοσιονομικής σταθερότητας» αλλά έξω από τις κοινωνικές ανάγκες
Το σημερινό ΠΑΣΟΚ που έχει καταλήξει να πλασάρεται ως πιθανή «ενναλακτική» του Μητσοτάκη, δεν συνιστά τομή αλλά συνεχεία εκείνου του ΠΑΣΟΚ που έβαλε τη χώρα στο ΔΝΤ, υπέγραψε μνημόνια, συγκυβέρνησε με Σαμαρά, χτύπησε διαδηλώσεις κ.ο.κ.. Η προδιαγεγραμμένη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και η μετάβαση του από το «θα σκίσω τα μνημόνια με ένα άρθρο» στο… «δεν υπάρχει εναλλακτική», έδωσε το άλλοθι στο ΠΑΣΟΚ να νεκραναστηθεί με τα χρόνια και, πλέον, να επιχειρεί να αναδειχτεί ως «σωτήρας» που πήρε δύσκολες – αλλά σωστές – αποφάσεις εν μέσω κρίσης.
Φυσικά, η «ρετσινιά» δεν μπορεί ποτέ να φύγει τελείως και τα σενάρια επαναφοράς του ΠΑΣΟΚ σε προ κρίσης ποσοστά είναι κάτι παραπάνω από επιστημονικής φαντασίας. Γι αυτό και άλλωστε, όλοι οι υποψήφιοι λίγο – πολύ διακρίνονται για το εάν «γλυκοκοιτάζουν» συγκλίσεις κορυφής με τη ΝΔ ή «αντιδεξιές» συμμαχίες με τα απομεινάρια του ΣΥΡΙΖΑ. Εξ’ ου και η επιχείρηση επίθεσης Διαμαντοπούλου σε Δούκα περί συνεργασίας στο Δήμο της Αθήνας με ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Κι ας είναι γνωστό πως συνεργασία με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ουδέποτε υπήρξε. Η στήριξη τμήματός της στο Β’ γύρο ήταν μια επιλογή που φαίνεται για ακόμη μία φορά, πως «τραυματίζει» σοβαρά την πολιτική τοποθέτηση της ανεξάρτητης-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Βαλβίδα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας
Οι εξελίξεις σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν περνάνε κάτω από τα ραντάρ του συστήματος. Η ανυπαρξία ενός αντιπολιτευόμενου αστικού κέντρου, που θα είναι στις επάλξεις για να απορροφά την κοινωνική δυσαρέσκεια, δημιουργεί «πονοκέφαλο» στους από πάνω. Η αστική δημοκρατία λειτουργεί καλύτερα όταν ισορροπεί σε δύο «ποδάρια», ώστε να μπορεί να ρίξει το βάρος πότε στο ένα και πότε στο άλλο. Μόνο τότε, το σύστημα μπορεί να αισθάνεται ασφαλές πως η κοινωνική οργή θα διαχυθεί σε κάτι διαφορετικό μεν, παραπλήσιο δε και όχι σε… απρόβλεπτες καταστάσεις. Η ανάγκη ύπαρξης μίας ήπιας και εντός των αστικών πλαισίων εναλλακτικής, γίνεται ακόμη ισχυρότερη όταν η χώρα βρίσκεται σε συνθήκες πληθωρισμού και υπό καθεστώς ακρίβειας, δίπλα σε ενεργά πολεμικά μέτωπα και όταν παρατηρείται πανευρωπαϊκή στροφή στα ακροδεξιά κόμματα.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει ήδη τέσσερις διασπάσεις από όταν κυβέρνησε πρώτη φορά και να οδεύει σε ακόμη μία, το ΠΑΣΟΚ διεκδικεί περίοπτη θέση στον υπό σχηματισμό πόλο απέναντι στη ΝΔ. Με άλλα λόγια, «κερασάκι στην τούρτα» για το σύστημα, που επιδιώκει να κλείσει ακόμα πιο εμφατικά τον κύκλο εξελίξεων που άνοιξαν τα μνημόνια και φαίνεται να επαναφέρει μία κοντινή μορφή του πάλαι ποτέ κραταιού δικομματισμού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (28.9.24)