▸Με μια βεντάλια κατασταλτικών μέτρων απαντά η κυβέρνηση στην «έξαρση της βίας των ανηλίκων», τάση η οποία δεν επιβεβαιώνεται από την επιστημονική καταγραφή. Σε κάθε περίπτωση η πρόκληση και διατήρηση ενός κλίματος φόβου και «ηθικού πανικού» για το παρόν και το μέλλον των ανηλίκων της κοινωνίας μας όχι μόνο δεν θα βοηθήσει ώστε να αντιμετωπιστούν τα όποια κρούσματα βίας και παραβατικότητας με δράστες παιδιά και εφήβους, αλλά με μαθηματική ακρίβεια θα χειροτερέψει την κατάσταση.
Γιώργος Νικολαΐδης*
Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Βενιαμίν Νετανιάχου, μιλώντας στον ΟΗΕ λίγο προτού η χώρα του εξαπολύσει την επίθεσή της στον Νότιο Λίβανο και εκτελέσει τη δολοφονία του ηγέτη της Χεσμπολά Νασράλα, αναφέρθηκε σε ένα απόσπασμα από το Ταλμούδ: «Όταν έρχεται κάποιος να σε σκοτώσει, σήκω και σκότωσέ τον πρώτος!» Από ανάλογο πνεύμα φαίνεται πως εμφορούνται και οι κυβερνητικές εξαγγελίες για την ανήλικη παραβατικότητα: επίθεση στους ανήλικους που υποτίθεται πως πάνε να μας επιτεθούν! Γιατί πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς αυτήν τη μονοδιάστατη αναφορά σε πλήθος κατασταλτικών μέτρων (φυλάκιση ανηλίκων για πλείστα όσα αδικήματα, κατέβασμα του ηλικιακού ορίου έκτισης ποινής σε αναμορφωτήριο από ανήλικους, ποινές φυλάκισης με μη ανασταλτικό χαρακτήρα για γονείς ανηλίκων που συλλαμβάνονται για παραβάσεις κ.ο.κ.);
Η αλήθεια είναι πως, ακόμα κι αν κάποιος δεν έχει διαβάσει κλασική λογοτεχνία (από τον Ουγκό ως τον Ζολά κι από τον Ντοστογιέβσκι ως τον Ντίκενς), δεν θέλει και πολλή σκέψη για να αντιληφθεί ότι οι φυλακές ανηλίκων και τα αναμορφωτήρια στις περισσότερες περιστάσεις δεν αποτελούν παρά «πανεπιστήμια του εγκλήματος» και ότι τοποθετώντας έναν ανήλικο εκεί σε τόσο νεαρή ηλικία ουσιαστικά «κλειδώνεις» το μέλλον αυτού του ανήλικου παραβάτη σε μια μελλοντική «σταδιοδρομία» στον χώρο του ποινικού εγκλήματος. Ούτε πάλι θέλει πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι οι γονείς των συλληφθέντων ανηλίκων οι οποίοι εντέλει θα καταδικαστούν σε έκτιση ποινής φυλάκισης μάλλον δεν θα είναι οι εύποροι «έχοντες» που δεν έμαθαν το παιδί τους να σέβεται τα δικαιώματα του διπλανού του, αλλά πιθανότερα οι Ρομά γονείς, οι μονογονείς σεξεργάτριες, οι μετανάστες, οι ψυχικά πάσχοντες, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι: όσοι δεν θα έχουν καμία δυνατότητα στιβαρής νομικής υπεράσπισης.
Συνεπώς ένα παιδί προερχόμενο από μια περιθωριοποιημένη και κοινωνικά αποκλεισμένη οικογένεια, το οποίο φλερτάρει με την παραβατικότητα, τι ακριβώς περιμένουμε να γίνει άμα βάλουμε τους γονείς του φυλακή; Δεν καταλαβαίνουμε άραγε ότι έτσι θα το σπρώξουμε στις ανοιχτές αγκάλες κάθε εγκληματικής συμμορίας που μετά χαράς θα αναλάβει να το… «φροντίζει»; Μοιάζει ως εάν οι αρχιτέκτονες και εισηγητές των μέτρων που εξήγγειλε η κυβέρνηση να μην είχαν κανέναν άλλο στόχο παρά μόνο να προμηθεύουν επιπρόσθετα κορμιά στις συμμορίες του κοινού ποινικού δικαίου για τις επόμενες δεκαετίες. Τώρα γιατί κάτι τέτοιο παρουσιάστηκε πως τάχα θα μείωνε την παραβατικότητα και τη βία, είναι πραγματικά άξιο απορίας…
Η κατασκευή μιας απειλής
Η ιστορία αυτή ωστόσο δεν ξεκίνησε με τις πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες ούτε εξαντλείται σε αυτές. Άλλωστε εδώ και πάνω από έναν χρόνο, προφανώς με παρότρυνση από κέντρα είτε της κυβέρνησης είτε του βαθέως κράτους, τα περισσότερα ΜΜΕ αναπαράγουν ιστορίες βίας μεταξύ ανηλίκων περιγράφοντάς τες με τα μελανότερα χρώματα: λίγο μουσική υπόκρουση ταινιών θρίλερ, λίγο οι γνωστές θυμικές υπερβολές των παρουσιαστών, λίγο οι πάντα πρόθυμοι σε κάθε εξουσία «ειδικοί» και πρωτίστως τα στελέχη της ΕΛΑΣ, αμφότεροι έτοιμοι να επικυρώσουν τη διαπίστωση πως «η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου» και καθημερινά εμείς και τα παιδιά μας κινδυνεύουμε από μια αδιόρατη πανταχού παρούσα απειλή – κάτι σαν αφήγημα τύπου «κορονοϊός Νο2»! Μόνο που ετούτη τη φορά η θανάσιμη απειλή δεν είναι ένας αδιόρατος μικροσκοπικός ιός. Είναι χειροπιαστή και έχει πρόσωπο και ονοματεπώνυμο: είναι το παιδί της διπλανής μας πόρτας από το οποίο καλούμαστε να προφυλαχθούμε!
Το πόσο τραγικός ξεπεσμός είναι μια κοινωνία να φτάνει να φοβάται τα ίδια της τα παιδιά φυσικά δεν το αναλογίζεται κανείς σε αυτόν τον γκραν γκινιόλ δημόσιο λόγο περί ανήλικης παραβατικότητας. Όπως σχεδόν κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ελέγξει εμπειρικά τους ισχυρισμούς ότι δήθεν τα περιστατικά βίας με δράστες ανήλικους παρουσιάζουν έκρηξη, πολλαπλασιαζόμενα καθημερινά.
Αν όμως κανείς μπει στον κόπο να δει τα στοιχεία της EUROSTAT επί του θέματος, θα διαπιστώσει έκπληκτος ότι:
α) η Ελλάδα αναφορικά με τα κρούσματα ανήλικης παραβατικότητας είναι από τις τελευταίες ανάμεσα στις χώρες-μέλη της ΕΕ, και
β) ότι ο αριθμός των περιστατικών παραβατικότητας των Ελλήνων ανηλίκων παρουσίασε όντως σημαντική άνοδο στα χρόνια της κορύφωσης της πρόσφατης οικονομικής κρίσης (περί τα έτη 2009-2014), άνοδο την οποία ακολούθησε σταθεροποίηση και αμέσως μετά μικρή σταδιακή πτώση!
Ίδια εικόνα προκύπτει και για την ανήλικη παραβατικότητα και για την εμπλοκή ανηλίκων – είτε ως θύτες είτε ως θύματα – σε περιστάσεις εκφοβισμού (bullying) από τα αποτελέσματα των περιοδικών ερευνών επί του ζητήματος που διεξάγει με την τυποποιημένη μεθοδολογία του το Πανεπιστημιακό Ερευνητικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1998 ως σήμερα, για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σε τυχαία επιλεγμένα δείγματα μαθητών: σε όλες τις μετρήσεις εμφανίζεται μεγάλη αύξηση στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και μετά σταθεροποίηση ή και μείωση.
Η όποια αύξηση δε των περιστατικών στα στοιχεία που δίνει κατά καιρούς στη δημοσιότητα η ΕΛΑΣ οφείλεται ενίοτε σε άνευ νοήματος σύγκριση των αριθμών των ετών 2022 και 2023 με τα αντίστοιχα νούμερα του 2021 και του 2020. Όμως τις χρονιές εκείνες, λόγω πανδημίας και καραντίνας όλα σχεδόν τα εγκλήματα, πλην της ενδοοικογενειακής βίας και λίγων ακόμα, είτε διαπράττονταν από ενήλικους είτε από ανήλικους, σημείωναν μεγάλη πτώση, η οποία «διορθώνεται» στα προ πανδημίας επίπεδα από το 2022 και μετά.
Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ότι τα στοιχεία της αστυνομίας για τέτοια ζητήματα – όχι μόνο της ΕΛΑΣ αλλά όλων των αστυνομικών σωμάτων ανά τον πλανήτη – επηρεάζονται ως προς την αύξηση ή τη μείωσή τους από συστηματικούς παράγοντες πολιτικών της κάθε αστυνομίας, όπως πόσο αυστηρά ακολουθείται η διαδικασία άσκησης δίωξης σε περιπτώσεις εφήβων που βρίσκονται στην κατοχή τους μικροποσότητες των λεγόμενων «μαλακών» ναρκωτικών ή που συλλαμβάνονται να διαπράττουν παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (όπως να οδηγούν μηχανή ή ΙΧ χωρίς δίπλωμα ή υπό την επήρεια αλκοόλ κ.ο.κ.): στις χρονιές που οι αστυνομίες ανά την Ευρώπη είναι αυστηρές στα δυο προαναφερθέντα θέματα και κάθε έφηβος ο οποίος προσάγεται για τους παραπάνω λόγους οδηγείται στον εισαγγελέα, τα κρούσματα «αυξάνονται». Αντιθέτως, όταν σε τέτοιες περιστάσεις οι αστυνομίες υιοθετούν μια πιο ελαστική προσέγγιση, τα κρούσματα «μειώνονται». Αλλά πρόκειται για μια παντελώς τεχνητή μεταβολή που δεν αντανακλά καμία αλλαγή στην έκταση και την ένταση της βίας και της παραβατικότητας των ανηλίκων στις κοινωνίες.
Επικίνδυνος ο «ηθικός πανικός»
Όλα αυτά έχουν μεγάλη σημασία. Γιατί η πρόκληση και διατήρηση ενός κλίματος φόβου και ενός «ηθικού πανικού» για το παρόν και το μέλλον των ανηλίκων της κοινωνίας μας όχι μόνο δεν θα βοηθήσει ώστε να αντιμετωπιστούν τα όποια κρούσματα βίας και παραβατικότητας με δράστες παιδιά και εφήβους, αλλά με μαθηματική ακρίβεια θα χειροτερέψει την κατάσταση. Και τούτο γιατί γνωρίζουμε από τα αποτελέσματα ερευνών των τελευταίων αρκετών δεκαετιών πως ο φοβισμένος, είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, επιτίθεται (κάπως σαν τον Νετανιάχου στον ΟΗΕ).
Συνεπώς προβλέπεται το παιδί (ή ο γονιός του παιδιού), έχοντας πλέον πειστεί ότι το διπλανό παιδί είναι έτοιμο να το χτυπήσει, να το τραυματίσει, να το σκοτώσει, θα του επιτεθεί πρώτο (ή πρώτος), για να γλυτώσει. Κι αυτό θα κλιμακώσει τη βία ανάμεσα στα παιδιά. Τέτοια είναι άλλωστε και τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων της αποτελεσματικότητας των μέτρων «μηδενικής ανοχής» στη βία που εφαρμόστηκαν πριν από δυο δεκαετίες στις ΗΠΑ, επιδεινώνοντας και μη βελτιώνοντας κατά τίποτα την κατάσταση.
Οι ΗΠΑ, μάλιστα, είναι μια χώρα – αντιπαράδειγμα σε τέτοια ζητήματα. Καθώς εκεί δεκαετίες πριν έγινε η επιλογή της αντιμετώπισης του φαινομένου της βίας με καταστολή, αυστηροποίηση και επένδυση σε τεχνολογίες επιτήρησης και αστυνόμευσης (π.χ. ανιχνευτές μετάλλων στην είσοδο των σχολείων, οπλισμένες υπηρεσίες ασφαλείας εντός των σχολικών και πανεπιστημιακών μονάδων, κάμερες παντού κ.ο.κ.), η χώρα παγιδεύτηκε σε ένα αρνητικό σπιράλ: η επένδυση σε τέτοιες τεχνολογίες έφερνε περισσότερη βία, η νέα αύξηση ερμηνευόταν ως δήθεν «ελαστικότητα» και «χαλαρότητα» και αντιμετωπιζόταν με ακόμα μεγαλύτερη επένδυση σε τεχνικές ασφάλειας και επιτήρησης, που με τη σειρά της «έφερνε» ακόμα περισσότερη βία κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ΗΠΑ όλες τις προηγούμενες δεκαετίες φιγούραραν σταθερά και με διαφορά «μπροστά» όσον αφορά και τον αριθμό και τη βαρύτητα των περιστατικών ανήλικης βίας και παραβατικότητας σε σχέση με τις ευρωπαϊκές χώρες.
Και αυτό είναι εύλογο, καθώς ιδιαίτερα η εκφοβιστική βία είναι πρωτίστως άσκηση εξουσίας από ένα ισχυρό άτομο (ή ομάδα ατόμων) απέναντι σε ένα ανίσχυρο (ή μια ομάδα) που επιτελείται επιδεικτικά για να καταγραφεί και κατοχυρωθεί η θέση ισχύος στην κοινότητα η οποία παρακολουθεί στο μίκρο- και το μακρο-περιβάλλον των ανηλίκων. Ως εκ τούτου, το να προσπαθεί κανείς να αντιμετωπίσει την εκφοβιστική βία με επίδειξη πυγμής είναι, αν μη τι άλλο, ανόητο, αφού μια τέτοια προσέγγιση δεν αντιλαμβάνεται καθόλου πως ο εκφοβισμός αντιμετωπίζεται με την τόνωση της συλλογικής πεποίθησης ότι κανένας, οσοδήποτε ισχυρός και να είναι, δεν δικαιούται να ασκεί βία – και οποτεδήποτε κάποιος αποπειράται να το κάνει σύσσωμη η κοινότητα των γύρω δεν θα μείνει αμέτοχη αλλά θα υπερασπιστεί τον θυματοποιούμενο ανήλικο.
Αντιθέτως, προγράμματα και δράσεις που κινούνται σε αντιδιαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με τη δήθεν αυστηροποίηση και την καταστολή, όσα δηλαδή αντί να φοβίζουν τα παιδιά και να τα κάνουν να αποεπενδύουν από τον διπλανό τους, αποσκοπούν στην ενίσχυση των δεσμών ανάμεσα στα παιδιά και την καλλιέργεια της αλληλεγγύης και της αίσθησης συλλογικότητας μεταξύ τους, έχουν μετρήσιμη αποτελεσματικότητα στη μείωση των κρουσμάτων βίας με ανήλικους δράστες.
Τιμωρητικός φανατισμός από σύγχρονους Ιαβέρηδες
Τέτοια προγράμματα συμπερίληψης, κοινωνικής αλληλεγγύης και ενίσχυσης της συλλογικότητας των παιδιών υπάρχουν και υλοποιούνται και στη χώρα μας από πλειάδα φορέων. Γιατί στα κέντρα της κυβέρνησης και του κράτους τέτοια προγράμματα και μέτρα, τέτοια «φιλοσοφία» αντιμετώπισης του προβλήματος, δεν υπάρχουν πουθενά στον ορίζοντα; Η απάντηση είναι μάλλον πρόδηλη. Γιατί ανάμεσα στους στόχους της μεθοδευμένης αυτής προβολής μιας διαστρεβλωμένης εικόνας της «έκρυθμης κατάστασης» και της συνακόλουθης «λύσης» της αυστηροποίησης και καταστολής είναι προφανώς και να φανατιστεί η ελληνική κοινωνία απέναντι στον νέο «αόρατο εχθρό» που «απειλεί τα παιδιά μας» και δεν είναι άλλος από τα ίδια τα παιδιά μας. Δεν είναι – κατά την άποψη του γράφοντος – ο στόχος μόνο η αυστηροποίηση, η «στρατιωτικοποίηση» της ζωής των παιδιών και των εφήβων (για να αντιμετωπιστεί εκείνο που οι διάφοροι ευρωπαϊκοί θεσμοί εδώ και μια δεκαετία ονομάζουν «ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας» και έχουν αναγορεύσει ως μείζον κοινωνικό πρόβλημα της περιόδου). Στόχος είναι επίσης και η αναζωπύρωση των φόβων της κοινωνίας (ενηλίκων και ανηλίκων) προκειμένου να εκτραπεί η κοινωνική συνείδηση σε έναν φυλακιστικό – τιμωρητικό φανατισμό που θα απαιτεί ολοένα και πιο απάνθρωπες, ολοένα και πιο αδιέξοδες πολιτικές τύπου Ιαβέρη για κάθε Γιάννη Αγιάννη της σύγχρονης εποχής.
Οι εξαγγελίες του Βενιαμίν Νετανιάχου στον ΟΗΕ φυσικά δεν πρόκειται να λύσουν τα στρατηγικά αδιέξοδα της πολιτικής του Ισραήλ στην περιοχή. Μάλλον θα αναπαραγάγουν περισσότερη βία, με θύμα και την ισραηλινή κοινωνία. Μόνο που στόχος της έξαψης των παθών με λογικές «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και δη προληπτικώς είναι η καλλιέργεια ενός φιλοπόλεμου, μισαλλόδοξου και ανορθολογικού κλίματος. Στην περίπτωση των κυβερνητικών εξαγγελιών για την ανήλικη παραβατικότητα, παρομοίως το προβλεπόμενο αποτέλεσμα θα είναι μάλλον αρνητικό, δηλαδή αντίθετο με τα προσδοκώμενα και εξαγγελλόμενα. Η «ζημιά» όμως θα έχει γίνει με την εκτροπή της κοινής γνώμης προς διάφορες σύγχρονες εκδοχές του Νόμου του Λυντς…
Έχει όμως ενδιαφέρον και ποια από τα κυβερνητικά κέντρα είναι πίσω από αυτήν τη μεθόδευση. Γιατί σε αυτό το κόμμα που βρίσκεται στην κυβέρνηση και το οποίο έχει συμπτύξει σε μια παράταξη όλες λίγο-πολύ τις εκδοχές του «Μένουμε Ευρώπη» του δημοψηφίσματος του 2015, η κινητήρια δύναμη προώθησης όλων αυτών δεν είναι τα παραδοσιακά δεξιά στελέχη ή τα στελέχη με πολιτική καταγωγή από τις πλέον νεοφιλελεύθερες εκφάνσεις του ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη. Το όλο εγχείρημα δημιουργίας ενός αισθήματος απειλής και της προβολής της δήθεν «λύσης» της καταστολής, αντιθέτως, φαίνεται να ξεκινά και να υλοποιείται προνομιακά από τα κυβερνητικά στελέχη με πολιτική καταγωγή από το πάλαι ποτέ σημιτικό ΠΑΣΟΚ ( ας αναλογιστούμε τις πρόσφατες δηλώσεις Φλωρίδη για τη σωματική τιμωρία των παιδιών στην οικογένεια και στο σχολείο: κάθε υπουργός και δη Δικαιοσύνης σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα που θα έκανε παρόμοιες δηλώσεις παλαιότερα θα είχε σίγουρα αποπεμφθεί αυθημερόν). Αυτή η θλιβερή διαπίστωση συμπληρώνει μια ακόμα ψηφίδα στο παζλ της αποτίμησης του ρόλου και των κινδύνων του ονομαζόμενου «ακραίου κέντρου» στο σύγχρονο ευρωπαϊκό συγκείμενο….
*Ο Γιώργος Νικολαΐδης είναι ψυχίατρος, Διευθυντής Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού