Στο ίδιο έργο θεατές βρισκόμαστε, όσον αφορά τον κύκλο αστυνομικής βίας που ασκείται (και) στα ΑΤ, αλλά και τον κύκλο συγκάλυψης ποινικών και πολιτικών ευθυνών. Μόλις ελάχιστες ημέρες μετά τον βασανισμό και τη δολοφονία του Μοχάμεντ Καμράν Ασίκ στο ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα, ο 29χρονος Μία Χαριζούλ από το Μπαγκλαντές βρίσκεται απαγχονισμένος μέσα σε κελί του ΑΤ Ομονοίας.
Η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ «μπάζει» από παντού… «Σημειώνεται ότι, ο ανωτέρω αλλοδαπός βρισκόταν στον χώρο των κρατητηρίων μαζί με ακόμα 11 κρατούμενους», γράφει η Αστυνομία. Η ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή), όμως, εύλογα ερωτάται: «Η Αστυνομία αναφέρει αυτοκτονία σε ένα κελί εντός κρατητηρίου, όπου βρίσκονταν άλλοι 11 κρατούμενοι. Κανένας δεν αντιλήφθηκε το παραμικρό, ότι δίπλα τους κάποιος έβαζε τέλος στη ζωή του; Πως η κράτηση μετατράπηκε σε θάνατο; Στο ΑΤ Ομονοίας στο κρατητήριο δεν υπάρχουν κάμερες μέσα στα κελιά που βρίσκονται στον ίδιο χώρο του κρατητήριου παρά μόνο στον διάδρομο».
Τα δύο τελευταία περιστατικά έρχονται να προστεθούν σε έναν ήδη μακρύ κατάλογο καταγγελιών μεταναστών και Ελλήνων για αστυνομική βία. Όπως πάντα, η πολιτική εξουσία «κλείνει το μάτι» στους βασανιστές και κανονικοποιεί τους βασανισμούς, ειδικά όταν επρόκειτο για μετανάστες. Το ΑΤ Ομονοίας είναι ίσως η πιο «χτυπητή» περίπτωση… Επί χρόνια πολλά καταγγελίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας για βιασμούς γυναικών, βασανισμούς ΑμΕΑ, ανηλίκων και μεταναστών κ.α., έχουν συγκαλυφθεί. Το συγκεκριμένο ΑΤ – κολαστήριο λειτουργεί ως φόβητρο για εκείνους που συλλαμβάνονται προκειμένου να συνεργαστούν: «Άρχισε να μιλάς αλλιώς θα σε στείλω στην Ομόνοια!»
Οι αστυνομικοί που εμπλέκονται στα περιστατικά αυτά, απολαμβάνουν ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας. Οι επικοινωνιακοί μηχανισμοί της ΕΛΑΣ και του κράτους, πέφτουν αμέσως από πάνω τους για να τους προστατεύσουν. Σε κάθε περίπτωση αστυνομικής βίας/αυθαιρεσίας, η τακτική είναι σχεδόν πάντα ίδια!
Αρχικά, βγαίνει μία τυπική ανακοίνωση από την ΕΛΑΣ που παρέχει ελάχιστες πληροφορίες, θέτοντας μόνο το χρόνο και τον τόπο του εγκλήματος. Στη συνέχεια, καλείται (συνήθως) άμεσα ΕΔΕ, είδηση που φροντίζει η ίδια η ΕΛΑΣ να κυκλοφορήσει ταχύτατα στα ΜΜΕ. Και τέλος, βγαίνει κάποιος είτε επίσημος εκπρόσωπος (π.χ. Πρόεδρος Ειδικών Φρουρών) είτε ιδιώτης αστυνομικής αναλυτής και προχωράει σε σπίλωση του χαρακτήρα του ανθρώπου που έχει δολοφονηθεί/βασανιστεί, στοχεύοντας να ενεργοποιήσει τα αντιδραστικά ένστικτα της κοινωνίας («καλά του κάνανε»).
Φυσικά, οι ΕΔΕ για περιπτώσεις αστυνομικής βίας με μαθηματική ακρίβεια καταλήγουν στα… αζήτητα. Όπως φαίνεται σε Δελτίο Τύπου από τον Εθνικό Μηχανισμό Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, «μειωμένος, κατά 12,5% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά και κατά 25% σε σχέση με το 2019, εμφανίζεται ο αριθμός των υποθέσεων που διαβιβάσθηκαν από την ΕΛ.ΑΣ, η οποία άλλωστε εξακολουθεί να αποτελεί τον κύριο φορέα προέλευσης των υποθέσεων της ειδικής αυτής αρμοδιότητας του Συνηγόρου του Πολίτη».