Αρχοντούλα Βαρβάκη
▸Σημαντικές αυξήσεις σε εκατοντάδες φάρμακα που χρησιμοποιούν χιλιάδες ασφαλισμένοι ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες το υπουργείο Υγείας, ισχυριζόμενο ότι καταπολεμά τις ελλείψεις σκευασμάτων. Όλα όμως υπαγορεύονται από την αγορά που αντιμετωπίζει ένα ακόμη αγαθό ως εμπόρευμα.
Ανεβασμένες είναι από τη Δευτέρα 26 Αυγούστου οι τιμές σε περισσότερα από 800 φθηνά φάρμακα ευρείας χρήσης, με την αύξηση να φτάνει σε υψηλά ποσοστά της αρχικής τιμής (από 1 έως και 5 ευρώ). Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το Augmentin κοστίζει 7,48 από 5,94 ευρώ και το Apotel 5,61 από 3,85 ευρώ. Ο αρμόδιος υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης απάντησε στις αντιδράσεις για τη νέα επιβάρυνση των ασφαλισμένων με το επιχείρημα πως πρόκειται για ένα μέτρο που αντιμετωπίζει τις ελλείψεις, καθώς με τις νέες τιμές η πώληση των φαρμάκων αυτών στην Ελλάδα είναι πιο συμφέρουσα και έτσι θα έχουμε αύξηση της παραγωγής/ διάθεσής τους.
«Επιβάρυνση των ασθενών δεν θα υπάρξει, διότι τα φάρμακα αυτά οι ασθενείς τα αντικαθιστούσαν αναγκαστικά με άλλα, πολύ ακριβότερα φάρμακα, και άρα τελικά πλήρωναν περισσότερα χρήματα», ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων. Το πρόβλημα των ελλείψεων είναι υπαρκτό, αλλά εδώ μοιάζει περισσότερο με δικαιολογία παρά με αιτία. «Η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, ως μνημονιακής δέσμευσης στην δεκαετία που πέρασε, επετεύχθη αφενός μέσω της μη κάλυψης από τα ασφαλιστικά ταμεία πολλών φαρμάκων (π.χ. παρακεταμόλη) και αφετέρου μέσω της μείωσης των αποζημειούμενων τιμών στα υπόλοιπα. Τώρα, για μια ακόμα φορά, το κράτος αποσύρθηκε περαιτέρω από τη στοιχειώδη υποχρέωσή του και πέταξε το μπαλάκι ξανά στους ασφαλισμένους. Χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογία τις τραγικές ελλείψεις σε φάρμακα πρώτης γραμμής που προκάλεσαν οι φαρμακοβιομηχανίες πέρσι (π.χ. αντιβιώσεις), οι αυξήσεις στις τιμές ήρθαν σαν “λογικό” και “αναγκαίο” κακό», δηλώνει στο Πριν η φαρμακοποιός Νίκη Βαχαβιόλου, σχολιάζοντας τις αυξήσεις και την πολιτική που τις υπαγορεύει.
Οι ελλείψεις φαρμάκων μπορούν να αντιμετωπιστούν με ελέγχους από το ΙΦΕΤ
«Κανείς δεν αναρωτήθηκε ποιος είναι ο ρόλος του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ) –και άρα του κράτους– όταν (εκβιαστικά) δεν υπάρχουν φάρμακα. Αλλά ούτε και αν οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να καλύπτουν το κόστος των αγωγών τους. Γιατί φυσικά ο διπλασιασμός της τιμής ενός φαρμάκου, ακόμα και αν αυτό είναι εντός λίστας, σημαίνει ότι και το ποσό συμμετοχής του ασφαλισμένου αυξάνεται. Υπάρχουν ασφαλισμένοι με σταθερές αγωγές που ξαφνικά καλούνται να πληρώσουν 20 ή 30 ευρώ παραπάνω κάθε μήνα. Ή εποχικοί ασθενείς που ξαφνικά για μια αντιβίωση πληρώνουν συμμετοχή όση ήταν μέχρι πρότινος, η λιανική τιμή του φαρμάκου. Οι πρόσφατες σοβαρές αυξήσεις στις τιμές των περισσότερων φαρμάκων είναι μια κίνηση απόλυτα εναρμονισμένη με τη συνολικότερη πολιτική που ακολουθείται για τη φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας και σε καμία περίπτωση δεν είναι υπέρ των ασφαλισμένων, όπως διατείνεται η κυβέρνηση», προσθέτει.
«Οι ελλείψεις μπορούν να αντιμετωπιστούν με ελέγχους που θα εμπόδιζαν τις φαρμακαποθήκες να μεταπωλούν τα φάρμακα στο εξωτερικό σε υψηλότερες τιμές και με εισαγωγές φαρμάκων από το ΙΦΕΤ, αλλά, όπως δείχνει και η ξαφνική περσινή αλλαγή της συμμετοχής των ασφαλισμένων, που ούτε καν μας ανακοινώθηκε τότε, ο στόχος είναι η μείωση της κρατικής δαπάνης και η ικανοποίηση των αιτημάτων των φαρμακοβιομηχανιών», παρατηρεί ο Οδυσσέας Αδαλάκης, επίσης φαρμακοποιός.
«Πρόκειται για ένα τέχνασμα με στόχο τη συνεχή μετακύλιση των δαπανών της υγείας από τα δημόσια ταμεία στον ασφαλισμένο, δηλαδή ό,τι γίνεται στην εκπαίδευση και παντού. Αυτός είναι ο σταθερός στόχος της κυβέρνησης και όχι η αντιμετώπιση των ελλείψεων φαρμάκων», τονίζει.
Τα παραπάνω δείχνουν καθαρά τι σημαίνει η εμπορευματοποίηση ενός αγαθού, ειδικά στον χώρο της υγείας.
Γράφει ο υπουργός Υγείας: «Θυμηθείτε πόσες φορές ψάξατε οι ίδιοι για διάφορα φάρμακα και δεν τα βρίσκατε, ή πόσα δημοσιεύματα διαβάσατε σχετικά με τις ελλείψεις των φθηνών φαρμάκων. Αυτό το πρόβλημα λύσαμε σήμερα. Οι εταιρείες που τα παράγουν στην Ελλάδα αύξησαν ήδη την παραγωγή τους, λόγω των νέων τιμών και οι εταιρείες εισαγωγής (πχ για την Etoposide) ενώ τα είχαν αποσύρει, τα επαναφέρουν στα φαρμακεία».
Η παραγωγή/εισαγωγή ενός φαρμάκου καθορίζεται, δηλαδή, από το κέρδος που θα έχει ο παραγωγός/εισαγωγέας και όχι από τις ανάγκες των ασθενών. Οι αυξήσεις στις τιμές αλλά και οι ελλείψεις των φαρμάκων είναι ζητήματα κέρδους, είναι απλά συνέπεια της λογικής της αγοράς και θα εξαλειφθούν μόνο όταν το φάρμακο πάψει να αντιμετωπίζεται ως ένα ακόμα εμπόρευμα.