▸Ανακοίνωση του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση για την κατάθεση του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας συρρίκνωσης της δημόσιας εκπαίδευσης.
Ψηφιακό φροντιστήριο και αυτόνομες τάξεις: Επικίνδυνες ρυθμίσεις ψηφιακών υποκατάστατων!
Μέσα στο κατακαλόκαιρο και μετά από ολιγοήμερη «διαβούλευση», η κυβέρνηση καταθέτει στη Βουλή για άμεση ψήφιση ένα πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Θρησκευμάτων, που ανοίγει δρόμους περαιτέρω συρρίκνωσης της δημόσιας εκπαίδευσης. Πολλές βασικές διατάξεις του, που μάλιστα καμουφλάρονται με ένα μανδύα δήθεν «κοινωνικής ευαισθησίας», εντείνουν τους ταξικούς φραγμούς που αντιμετωπίζουν τα παιδιά της εργατικής τάξης για να μορφωθούν, οδηγούν σε μείωση θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών και επιδείνωση των όρων εργασίας, ενώ τομείς δράσης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος προσφέρονται βορά στα ιδιωτικά συμφέροντα.
Ταυτοχρόνως, όπως φρόντισε άλλωστε να υπογραμμίσει και ο υπουργός Παιδείας, οι κατευθύνσεις και οι κεντρικές προβλέψεις του νομοσχεδίου βρίσκονται σε αρμονία με όσα έχουν καταληχθεί από κοινού με τον ΟΟΣΑ. Αυτό σημαίνει ότι αποτελούν μέρος ευρύτερων διαρθρωτικών και θεσμικών αλλαγών υπέρ του κεφαλαίου, όταν μάλιστα έχει εξαγγελθεί η πρόθεση για δέσμη ευρύτερων εκπαιδευτικών αλλαγών («νέο σχολείο», αλλαγές στο σύστημα πρόσληψης εκπαιδευτικών και στην πρόσβαση στα ΑΕΙ, εθνικό απολυτήριο, αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα στην κατεύθυνση ενίσχυσης των δεξιοτήτων, και μέτρα στην κατεύθυνση της ελεύθερης επιλογής σχολείου, αυτονομία της σχολικής μονάδας, «ανάπτυξη» της Τράπεζας Θεμάτων κ.λπ.). κλπ. έκθεση Πισσαρίδη κλπ.
Το νομοσχέδιο καθιερώνει τρόπους «εξαΰλωσης» τάξεων και σχολείων, καθώς προβλέπει ότι «όπου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ίδρυσης Γυμνασίου», δύνανται να δημιουργούνται αυτόνομες τάξεις των Γυμνασίων. Σε αυτές θα διδάσκουν 3-4 καθηγητές και το μάθημα θα συμπληρώνεται από εκπαιδευτικούς δημοτικών και νηπιαγωγείων ή με «τηλεκπαίδευση». Αφού στον σύγχρονο καπιταλισμό αρνούνται να καλύψουν τις στοιχειώδεις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών με τον πιο άμεσο και λογικό τρόπο, την διασφάλιση σχολείου και πρόσληψη καθηγητών, προωθούν το πέρασμα σε μια εικονική διδασκαλία με όλες τις αρνητικές συνέπειές της (μορφωτική υποβάθμιση, κλείσιμο σχολικών μονάδων, αποκλεισμό αναπληρωτών από την εργασία κοκ.).
Ταυτόχρονα, εισάγει τη δημιουργία ψηφιακής εκπαιδευτικής πύλης, που θα «παρέχει» το λεγόμενο «ψηφιακό φροντιστήριο» για πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα και ασύγχρονη εκπαίδευση για άλλες τάξεις δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου. Αντί για την πραγματική ενίσχυση της εκπαίδευσης, πριμοδοτούνται διάφορα ψηφιακά υποκατάστατα, εμμέσως δικαιολογείται η παραπαιδεία με τον όρο «φροντιστήριο» και ορίζονται σκανδαλώδη κίνητρα για όσους εκπαιδευτικούς απασχοληθούν σε αυτό.
Η θεσμοθέτηση εντός του δημόσιου σχολείου μιας δομής με την επίσημη ονομασία ως «ψηφιακό φροντιστήριο» για την μείωση των «κοινωνικών ανισοτήτων» και την «ενίσχυση των αδύναμων μαθητών» παραδέχονται κυνικά πως δεν είναι διατεθειμένοι να πάρουν κανένα στοιχειώδες μέτρο στήριξης του δημόσιου σχολείου και των μαθητών ενώ αντίθετα νομιμοποιούν την παραπαιδεία, καταργώντας στην πράξη ακόμα και κάθε υποβαθμισμένη δια ζώσης υποστηρικτική και ενισχυτική/αντισταθμιστική εκπαίδευση που υπήρχε ως τώρα και την αντικατάστασή της από τηλεκπαίδευση, μειώνοντας στο ελάχιστο τις προσλήψεις.
Πολύ σοβαρή εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι για πρώτη φορά θεσμοθετείται μια δομή εντός του εκπαιδευτικού συστήματος εξ’ ολοκλήρου ψηφιακή. Στο ψηφιακό φροντιστήριο, το οποίο εφεξής αποτελεί επίσημη δομή “πρόσθετης βοήθειας” στους/στις μαθητές/ήτριες, δεν υπάρχει δια ζώσης διδασκαλία. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τις αυτόνομες τάξεις αποκτά ξεχωριστή σημασία για την προσπάθεια του ΥΠΑΙΘΑ να εγκαθιδρύσει την τηλεκπαίδευση όχι ως μία περιστασιακή μορφή για έκτακτες ανάγκες αλλά να την επεκτείνει και να την καθιερώσει.
Καθιερώνεται προκλητική μοριοδότηση των εκπαιδευτικών αλλά και προκλητικά διαφορετικοί εργασιακοί όροι (διδακτικό ωράριο 9 ωρών, και όλο το υπόλοιπο διδακτικό ωράριο καλύπτεται με διορθώσεις γραπτών και προετοιμασία μαθημάτων) αυτών που θα δουλέψουν στο ψηφιακό φροντιστήριο θεσμοθετώντας έτσι την προνομιακή αντιμετώπιση των ψηφιακών δομών έναντι των δια ζώσης.
Εισάγει το σύστημα της τηλεκπαίδευσης στην κατ’ οίκον διδασκαλία και στη διδασκαλία σε χώρο νοσηλευτικού ιδρύματος ή σε δομές φιλοξενίας μαθητών που χρήζουν νοσηλείας επιβεβαιώνοντας και με αυτή τη ρύθμιση την επιδίωξη να καθιερώσει ευρύτερα τη χρήση της.
Ιδιωτικοποίηση και εμπλοκή «οικονομικών φορέων»
Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου για παροχή υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού στους μαθητές της Α΄ Λυκείου έρχονται μετά από μια πορεία σκόπιμης υποβάθμισης των σχετικών δομών του εκπαιδευτικού συστήματος και εισάγουν ένα ολοφάνερα υποτυπώδες και ανεπαρκές πλαίσιο τέτοιου προσανατολισμού. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός παραδίδεται σε επιχειρήσεις, αφού θα φτιαχτεί ένα μητρώο «οικονομικών φορέων» και ο μαθητής θα επιλέγει σε ποια θα πάει και θα πληρώσει. Εμπλοκή ιδιωτών προβλέπεται και στα ζητήματα της αντιμετώπισης της σχολικής βίας, στην ειδική αγωγή με φορείς Ν.Π.Ι.Δ. όπου θα έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν ειδική αγωγή ισότιμα με τις ΣΜΕΑΕ σε άτομα άνω των δεκαπέντε (15) ετών καθώς και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
Το νομοσχέδιο εξυπηρετεί επίσης βασικές αντιδραστικές στοχεύσεις και στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Είναι προφανής η ιδιαίτερη σπουδή για ιδιωτικά ΑΕΙ (Ν.Π.Π.Ε.) και παραρτήματά τους. Ιδιαιτέρως, συμπληρώνεται η αποστολή της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.) καθώς και οι αρμοδιότητές των εμπλεκόμενων Συμβουλίων της, ώστε να καλύπτουν τα θέματα πιστοποίησης, αξιολόγησης και συνεργασίας με τα παραρτήματα-Ν.Π.Π.Ε. Διευθετούνται επίσης αρκετά ζητήματα, αποσκοπώντας στην εξασφάλιση της υποστήριξης των διαρθρωτικών αλλαγών από τμήματα του πανεπιστημιακού κατεστημένου.
Βασική πλευρά είναι και οι ρυθμίσεις που σχετίζονται με τη συγκρότηση ενός ακαδημαϊκού χάρτη αντίστοιχου με τις πολιτικές δημοσιονομικής λιτότητας, τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και την αποκαλούμενη «εξωστρέφεια» των πανεπιστημίων, με τον ιδεολογικό συστημικό τους ρόλο, καθώς και με ανάγκες επιχειρηματικών «παικτών». Έτσι εξηγείται ότι, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η απόφαση για κατάργηση ή μετονομασία του Τμήματος μιας Σχολής θα παίρνεται πλέον από το Συμβούλιο Διοίκησης ή τη Σύγκλητο του ΑΕΙ αντίστοιχα. Ορίζονται πολύ σύντομα διαστήματα για την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών και επεκτείνονται κατάλληλα οι αρμοδιότητες του Ανώτατου Συμβούλιου της ΕΘΑΑΕ. Επιδιώκονται, τελικά, πιο «εύκολες» καταργήσεις (ή προσαρμογές) σε επίπεδο Τμήματος χωρίς κόστος της πολιτικής ηγεσίας, με επίκληση του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ.
Πέρα από τα παραπάνω κεντρικά ζητήματα, το νομοσχέδιο βρίθει αντιδραστικών ρυθμίσεων. Επιμένει στην ελιτίστικη λογική της αριστείας (π.χ. όλα τα εκκλησιαστικά σχολεία γίνονται πρότυπα), προωθεί τις αντεργατικές πολιτικές της ΕΕ (πλατφόρμα e-professional στην ΕΕΚ) και προσπαθεί να διασπάσει την αγωνιστική ενότητα των εργαζομένων (ειδικές αμοιβές στους συντονιστές σε εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα, όπως το PISA). Θεσπίζει καμπάνιες ενημέρωσης ενάντια στη σχολική βία, στα πλαίσια μιας συντηρητικής ατζέντας, καθώς και τη δυνατότητα εμπλοκής συμβούλων από ιδιωτικούς φορείς για την αντιμετώπισή της.
Τα μέτρα του νομοσχεδίου συνάδουν με τον ανάλγητο χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής, που δίνει προτεραιότητα στους «δημοσιονομικούς κανόνες», τις πολεμικές δαπάνες και τα κέρδη επιχειρηματικών κολοσσών, αδιαφορώντας για την ακρίβεια, τις πυρκαγιές και τη διάλυση της δημόσιας υγείας. Στην ίδια όμως γραμμή για την εκπαίδευση κινούνται όλα τα συστημικά κόμματα, ενώ βασικές διαρθρωτικές αλλαγές που επιχειρούνται ήταν διακαής πόθος όλων των κυβερνήσεων τις τελευταίες δεκαετίες. Επίσης, οι τεχνοκρατικές προσεγγίσεις και οι τακτικές απαλοιφής της δια ζώσης εκπαίδευσης, και τελικά διάλυσης του σχολείου, σχετίζονται και με το πώς αξιοποιήθηκε η πανδημία Covid-19 για την προώθηση της διεθνούς στρατηγικής του κεφαλαίου στην εκπαίδευση.
Συνεπώς το νομοσχέδιο περιλαμβάνει θέματα με σημαντικές συνέπειες, «προϊστορία» και στρατηγικό βάθος, που επιβάλλεται να αντιπαλευτούν με αναβαθμισμένο τρόπο. Αντιπαραθέτοντας μία συνολική εκπαιδευτική λογική, συντελώντας στη συγκρότηση ρεύματος που θα προβάλλει την εκπαίδευση που είναι σήμερα αναγκαία και αξιοποιεί τις δυνατότητες της εποχής για να καλυφθούν οι ανάγκες των εργαζόμενων και της νεολαίας. Προσδίδοντας στην αντιπαράθεση τα αναγκαία χαρακτηριστικά, αυτά του γενικευμένου πανεκπαιδευτικού-πανεργατικού ξεσηκωμού για την εκπαίδευση και τη ζωή που μας αξίζει.