Γιάννης Ελαφρός
Προωθούν αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό για να μείνει σταθερή η κυρίαρχη πολιτική
«Για να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει να αλλάξουν όλα», γράφει ο Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα στο εμβληματικό μυθιστόρημα Ο Γατόπαρδος, για την κοινωνική εξέλιξη στη Σικελία. Κι όμως αυτό χαρακτηρίζει και όσα βλέπουμε το τελευταίο διάστημα στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό. Μετά την ηχηρή (όσο κι αν σε μεγάλο βαθμό έγινε μέσω της σιωπηρής αποχής) αποδοκιμασία της κυβερνώσας ΝΔ αλλά και των ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, που εμφανίζονται ως αντιπολίτευση, αναζητούνται αλλαγές με στόχο τη σταθεροποίηση του κομματικού κι ευρύτερα του πολιτικού συστήματος. Η ανησυχία για την τροπή που μπορεί να πάρουν τα πράγματα, εάν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα αμορτισέρ πολιτικής εκτόνωσης, είναι έκδηλη στους «επάνω».
Η ΝΔ αποδοκιμάστηκε αλλά το σημερινό σκηνικό δεν διαθέτει ένα δίδυμο για να παιχθεί το παιχνίδι της εναλλαγής. Γι’ αυτό παράλληλα με το απαραίτητο ρετούς στη ΝΔ έχουν πέσει λυτοί και δεμένοι για να φτιαχτεί ο πόλος της κεντροαριστεράς, με όσο γίνεται πιο «άφθαρτα» υλικά. Σε ποια γραμμή; Όχι μίας κάποιας αλλαγής υπέρ των εργαζομένων, έστω περιορισμένης, αλλά με βασικό στοιχείο τη σταθερότητα του συστήματος, που έχει γίνει το ιερό τοτέμ του αστικού πολιτικού προσωπικού.
Τρία θεμελιακά στοιχεία συγκροτούν αυτή τη σταθερότητα: «ελεύθερη αγορά» – προτεραιότητα των κερδών του κεφαλαίου δήθεν για να κάνει επενδύσεις και να έρθει η ανάπτυξη, υποταγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενεργή εμπλοκή στα πολεμικά σχέδια του ΝΑΤΟ. Όλο και περισσότερο όμως αυτή η σταθερότητα γίνεται θηλιά για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η αγορά φέρνει εξωφρενική ακρίβεια και η όποια «ανάπτυξη» είναι σε βάρος των εργαζομένων και του περιβάλλοντος· η ΕΕ ενεργοποιεί ξανά το τσεκούρι του Συμφώνου Σταθερότητας και κλιμακώνει τις αντιλαϊκές πολιτικές· ενώ το ΝΑΤΟ φέρνει τρομερούς εξοπλισμούς και θανατηφόρους-καταστροφικούς πολέμους. Τίποτα απ’ αυτά δεν μπορεί να καλύψει το μεγάλο κοινωνικό χάσμα με την κυρίαρχη πολιτική, ίσα-ίσα το βαθαίνει. Βεβαίως, το αστικό μπλοκ εξουσίας κτίζει κοινωνικές συμμαχίες, αλλά αυτές μοιάζουν με νησίδες πλούτου, σε ένα πέλαγος ανασφάλειας και φτώχειας.
Κυβέρνηση και κοινοβουλευτική αντιπολίτευση μιλούν για το 2027, όταν εκπνέει η τετραετία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Προφανώς μέχρι τότε θα εφαρμόζεται λίγο πολύ η ίδια αβίωτη πολιτική. Με την κυβέρνηση βέβαια να έχει δυνατότητα και εκλογικού «αιφνιδιασμού» εάν το εκτιμήσει. Στην ουσία όλα μοιάζουν να είναι ένας Ακίνητος Χορός, που σκοπό έχει να μην κινηθεί τίποτα κοινωνικά. Και η ακροδεξιά, ειδικά στην Ελλάδα, παρά τις φωνασκίες της, λειτουργεί ως μαξιλαράκι του συστήματος.
Και η Αριστερά; Λογική στασιμότητας και χαμηλών πτήσεων εκφράζει και το ΚΚΕ, που ιεραρχεί την κοινοβουλευτική του ενίσχυση («πολύ πιο ισχυρό ΚΚΕ» ήταν το εκλογικό σύνθημα στις 9 Ιούνη, στις επόμενες εκλογές θα είναι το «εμπρός για πάρα πολύ πιο ισχυρό ΚΚΕ»;) και τους αγώνες διαμαρτυρίας, μια λογική πως είναι αποκούμπι για τον λαό, χωρίς γραμμή και σχέδιο ανατροπής της αστικής πολιτικής, της κυβέρνησης, πολύ περισσότερο του καπιταλισμού. Διαζύγιο ακόμα και με τη διακήρυξη της ρήξης έχει πάρει το ΜέΡΑ25 και η συμμαχία του, εμφανιζόμενο ως «ενοχλητικό» αλλά εντός ευρώ-ΕΕ και συστήματος.
Σε αυτές τις συνθήκες, όπου απαιτούνται μεγάλες κοινωνικές αλλαγές χωρίς να υπάρχει σχηματισμένη μια ισχυρή πολιτική έκφραση αυτής της τάσης, η Αριστερά που θέλει να δράσει επαναστατικά είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά μπορεί –κάτω από ορισμένες συνθήκες- να αποκτήσει βαθιές ρίζες και να παίξει ανατρεπτικό ρόλο.
Σε αυτές τις συνθήκες η Αριστερά που θέλει να δράσει επαναστατικά είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά μπορεί να παίξει ανατρεπτικό ρόλο
Πλευρά των πολιτικών σχεδιασμών του συστήματος είναι η εξουδετέρωση αυτής της απειλής, ωθώντας τον ευρύτερο αριστερό χώρο σε δύο διαφορετικές όσο κι ενσωματώσιμες τελικά πολιτικές. Από τη μια στη γραμμή, που με τον έναν ή άλλον τρόπο, ή θα ενταχθεί ή θα «πειραματιστεί» με τις κεντροαριστερές αντιδεξιές (ή και αντι-ακροδεξιές) συνεργασίες (και «Λαϊκά Μέτωπα») δίνοντας φιλί ζωής σε συστημικές δυνάμεις, επιχειρώντας την ανακαίνιση του ΣΥΡΙΖΑίικου δρόμου προς τον υπαρκτό καπιταλισμό. Από την άλλη στη λογική της προγραμματικής ακινησίας, της διαμαρτυρίας και της ηττοπάθειας, της κομματικής ενδυνάμωσης με ορίζοντα τον ηττημένο υπαρκτό σοσιαλισμό, μένοντας τελικά εντός και επί τα αυτά.
Οτιδήποτε χαλάει αυτό το δίπολο στιγματίζεται. Σε μετεκλογικό άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών και με φωτογραφικό φόντο νέες και νέους της νΚΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ γράφεται για τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς: «Η πραγματικότητα και οι επιθυμίες τους σε ασύμπτωτες πορείες. Κόμματα και οργανώσεις, ξεχωριστοί καταψύκτες όπου φυλάσσεται η προσδοκία της ανατροπής. Με την κοινωνία αλλού». Παρότι παραδέχεται πως «οι πολίτες που τα επιλέγουν είναι οι πιο δραστήριοι, οι πιο μαχητικοί, οι πιο ανυπάκουοι», το βασικό είναι να φανεί πως η «άλλη Αριστερά» είναι «αλλού» από την κοινωνία, κι ας είναι οι κοινωνικοί της δεσμοί πολύ πιο ισχυροί από την εκλογική της επιρροή.
«Καταψύκτες» δεν είμαστε, αλλά χρειάζεται να… ξεπαγώσουμε, εν μέσω κοινωνικού καύσωνα, να δούμε τις νέες δυνατότητες και τις αναγκαίες τομές για να αλλάξει η κατάσταση στην Αριστερά και το εργατικό κίνημα. θα χρειαστεί προφανώς συλλογική συζήτηση γι’ αυτό, αλλά ας δούμε ορισμένες αφετηρίες:
Ναι, είναι σημαντικό να υπάρχει μια Αριστερά που φιλοδοξεί να είναι δύναμη ανατροπής στο σήμερα, δύναμη επαναστατικής πολιτικής και επαναστατικής δημιουργίας. Είναι τραγικό σε αυτή την εποχή της απογείωσης της εκμετάλλευσης, του πολέμου, της περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης, των τεχνολογικών προκλήσεων, του ευρύτερου εκβαρβαρισμού των κοινωνικών σχέσεων στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό να μην υπάρχει μια δύναμη που να λέει καθαρά πως πρέπει και μπορούμε να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό! Που να σηκώνει τη σημαία της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, όχι σαν φετίχ και σύμβολο, αλλά σαν οδηγό για δράση.
Γι’ αυτό απαιτούνται ανατρεπτικές αντικαπιταλιστικές απαντήσεις στο σήμερα, που θα εμπνέονται από ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και την αντίστοιχη κομμουνιστική οργάνωση. Η διαδικασία συγκρότησης που εξελίσσεται θα είναι καθοριστική για το μέλλον.
Όλα αυτά πρέπει να γίνουν μέσα στον κόσμο, κυρίως μέσα στην εργατική τάξη, τα πληβειακά στρώματα, τη νεολαία, τμήμα όσων έκαναν αποχή. Να βρούμε τρόπους και δρόμους, να μιλήσουμε τη γλώσσα, για μια εργατική Αριστερά των αναγκών, συμφερόντων και δικαιωμάτων και όχι «δικαιωματισμού», ευαισθησιών, εξαιρέσεων και μικροαλλαγών.
Αξιοποιώντας την ιδιαίτερη συμβολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προκύπτει ως ανάγκη το ξαναζωντάνεμα της υπόθεσης για το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πολιτικό μέτωπο-πόλο στην εποχή μας, με τη φρεσκάδα και τη δύναμη των χιλιάδων αγωνιστών/στριών που δίνουν τις μάχες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (29.06.24)