Γιώργος Κρεασίδης
Σε περιδίνηση έχει μπει ο χώρος της κεντροαριστεράς μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και το πλήγμα που είχε η ΝΔ. Καθώς όμως ο ΣΥΡΙΖΑ του Σ. Κασσελάκη υποχώρησε και αυτός εκλογικά, αλλά ούτε το ΠΑΣΟΚ δεν καταγράφει δυναμική για να γίνει το σημείο αναφοράς, έχουν ξεκινήσει διεργασίες ώστε να υπάρξει ανταγωνιστικό σχήμα απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Στο ΠΑΣΟΚ οι εσωκομματικές εκλογές σύμφωνα με την εισήγηση του Νίκου Ανδρουλάκη θα πραγματοποιηθούν στις 6 Οκτωβρίου και οι επαναληπτικές στις 13 Οκτωβρίου. Στην ομιλία του κράτησε αποστάσεις από τις διεργασίες και τα κεντροαριστερά σενάρια προειδοποιώντας όσους τον αμφισβητούν ότι «Πρόεδρος υπό ομηρία δεν πρόκειται να γίνω από κανέναν. Είτε εντός, είτε εκτός ΠΑΣΟΚ». Εκτός από τον Ν. Ανδρουλάκη, Χάρης Δούκας και Παύλος Γερουλάνος δήλωσαν πως θα είναι υποψήφιοι για την αρχηγία.
Ήδη από την Κυριακή των εκλογών μια σειρά από στελέχη έθεσαν θέμα ηγεσίας, αποδίδοντας στον Ν. Ανδρουλάκη αδυναμία να αξιοποιήσει την εκλογική ήττα της ΝΔ, αλλά και την καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ σύντομα, στην συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου στις 19/6, φάνηκε πως το μήνυμα αμφισβήτησης δεν αφορούσε τους «συνήθεις υπόπτους» που βλέπουν κοντά τους τη ΝΔ. Ο Ν. Ανδρουλάκης στην εισήγησή του εμφάνιζε το ΠΑΣΟΚ στους νικητές των εκλογών επικαλούμενος την πρωτιά σε δύο νομούς της Κρήτης και άλλα στοιχεία. Οπότε αιφνιδιάστηκε όταν δέχτηκε ομαδικά πυρά με την απαίτηση να γίνουν εκλογές για νέα ηγεσία. Στους αμφισβητίες προστέθηκαν ο Φ. Σαχινίδης που χρεώνεται στον Γ. Παπανδρέου, ο Π. Γερουλάνος, αλλά και στελέχη ταυτισμένα με το παλιό κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ, όπως οι Κ. Σκανδαλίδης και Π. Ευθυμίου, μαζί με τον Μ. Χριστοδουλάκη, γραμματέα του ΠΑΣΟΚ κατά την προεδρία της Φ. Γεννηματά και άλλα στελέχη αυτής της γενιάς. Ήταν φανερό ότι ο κύκλος της αμφισβήτησης περιλαμβάνει στηρίγματα του Ανδρουλάκη την προηγούμενη περίοδο.
Σύντομα φάνηκε πως προωθείται ο δήμαρχος της Αθήνας Χάρης Δούκας σαν μια κοινή υποψηφιότητα απέναντι στον Ανδρουλάκη. Το ανακοίνωσε ο ίδιος στην Κεντρική Επιτροπή της Κυριακής 30 Ιουνίου εμφανίζοντας την εκλογή του στο δήμο της Αθήνας σαν συνταγή επιτυχίας για το ΠΑΣΟΚ. Μιλάει για ένα ευρύτερο μέτωπο δείχνοντας την ψήφο ενάντια στην διοίκηση Μπακογιάννη που του επέτρεψε να εκλεγεί παρά το 14% που πήρε στον Α’ γύρο. Όπως σημείωσε: «δεν κρύβομαι, δεν φοβάμαι γι’ αυτό είμαι εδώ και ζητώ την στήριξή σας για να ξανακάνουμε το ΠΑΣΟΚ κυβερνητική δύναμη. Να νικήσει τη ΝΔ όπως στην Αθήνα».
Βέβαια, σύμφωνα με αυτό το παράδειγμα, τα άλλα ρεύματα θα βάλουν μόνο την ψήφο, σε μια εν λευκώ εκπροσώπηση από το ΠΑΣΟΚ. Ο σχεδιασμός αυτός εκτιμά ότι το ΠΑΣΟΚ θα ξεπεράσει το ΣΥΡΙΖΑ που μπήκε μια νέα φάση εσωτερικών συγκρούσεων. Αυτό το άλμα θεωρείται ότι δεν μπορεί να γίνει από τον Ανδρουλάκη, αν και του αναγνωρίζεται ότι μπόρεσε να σταματήσει τη διάχυση προς την ΝΔ. Φαίνεται πως σε αντίθεση με τον Ανδρουλάκη που θεωρείται άνθρωπος του στενού κομματικού μηχανισμού χωρίς κοινωνικές αναφορές, ο Δούκας προωθείται και γιατί ήδη έχει ψηφιστεί σαν εναλλακτική λύση στην ΝΔ και μάλιστα στον μεγαλύτερο δήμο από κόσμο που δεν στηρίζει το ΠΑΣΟΚ. Γίνεται φανερό πως δεν ήταν αβάσιμη η τοποθέτηση πως η ψήφος στο Β’ γύρο των δημοτικών εκλογών θα αξιοποιηθεί για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς σαν πόλο διαχείρισης του συστήματος. Εξάλλου σε αυτες τις διεργασίες δεν αμφισβητείται η πολιτική γραμμή που οδηγεί το ΠΑΣΟΚ να ψηφίζει τα νομοσχέδια της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε ποσοστό 70%, ούτε η βαριά κληρονομιά του μνημονίου που έφερε μαζί με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Επιλογές που πέρα από την κοινωνική καταβύθιση, νομιμοποίησαν την ακροδεξιά με την υποδοχή του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση το 2011. Σε αυτό το πλαίσιο θα αποτελέσει ο Αλέξης Τσίπρας «γέφυρα» για την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς με κορμό το ΠΑΣΟΚ; Στη διημερίδα του ινστιτούτου Τσίπρα πριν δύο εβδομάδες μια σειρά παράγοντες -μεταξύ των οποίων και ο Γ. Παπανδρέου- φαίνεται να προωθούν την ολική επαναφορά της κεντροαριστεράς μέσα από την υπέρβαση και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ που θεωρούνται ξεπερασμένοι μηχανισμοί. Σε αυτά τα σενάρια και τις μεθοδεύσεις αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού είναι εντυπωσιακή η έντονη κινητικότητα και παρέμβαση επιχειρηματικών και μιντιακών συμφερόντων που δείχνουν ήδη να έχουν επιλέξει στρατόπεδο.