Φοίβος Λιναρδάτος
▸ Νέες δυνατότητες για αντεπίθεση του κινήματος, εν μέσω φθοράς της κυβέρνησης
Κάθε άλλο παρά μια αδιάφορη πολιτικά διαδικασία, που τα αποτελέσματά της δεν παίζουν κάποιο ρόλο, ήταν εν τέλει οι ευρωεκλογές. Τα αποτελέσματά τους διαβάζονται τόσο από την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, όσο και από τα λαϊκά στρώματα, βγάζοντας συμπεράσματα και πυροδοτώντας εξελίξεις στην εγχώρια και ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καταγράφηκε η δυσαρέσκεια των λαών στην πολιτική που ακολουθεί η ΕΕ με την εμπλοκή στις πολεμικές αντιπαραθέσεις στην περιοχή, με την όξυνση του κοινωνικού ζητήματος και της ακρίβειας σε όλα τα βασικά αγαθά (ενέργεια, τρόφιμα, κλπ), με την απουσία θετικής προοπτικής για τα λαϊκά στρώματα. Στην Ελλάδα έχουμε μια βαριά ήττα της ΝΔ με το ποσοστό της να πέφτει στο 28% με απώλεια σχεδόν ενός εκατομμυρίου ψήφων σε σχέση με τις βουλευτικές του προηγούμενου έτους. Η κυβέρνηση φαίνεται να πληρώνει τη διαρκή αύξηση της ακρίβειας, την προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος στα Τέμπη, το φορολογικό νομοσχέδιο που χτύπησε τους ελεύθερους επαγγελματίες. Βέβαια η ήττα αυτή είναι μισή, καθώς η ΝΔ όχι απλά δεν νιώθει προς το παρόν απειλή από κάποια άλλη πολιτική δύναμη, αλλά πολύ περισσότερο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ένα πολιτικό σχέδιο που θα συγκρουστεί με την αστική πολιτική και θα φέρει τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα στην επιφάνεια.
Την ουσιαστική συμπολίτευση με την πολιτική της ΝΔ πληρώνουν και οι δυνάμεις των ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, που παρά την μεγάλη πτώση του κυβερνώντος κόμματος, ακόμα και το άθροισμα των ποσοστών τους δεν αρκεί για να το ξεπεράσει. Σε ακόμα πιο ρηχά νερά κινήθηκαν η Νέα Αριστερά και το ΜέΡΑ25 που παρά την τωρινή ή και πρόσφατη κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το 3%. Τα αποτελέσματα φαίνεται να επιταχύνουν τις εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς με τα σενάρια για συνεργασίες να πληθαίνουν ώστε να σχηματιστεί ένας δεύτερος αξιόπιστος πυλώνας του αστικού συστήματος.
Η επικίνδυνη άνοδος της ακροδεξιάς εμφανίζεται σε όλη την Ευρώπη, αλλά και στην χώρα μας με πιο εντυπωσιακή την τέταρτη θέση της Ελληνικής Λύσης του Κ. Βελόπουλου. Από τη μία η άνοδος αυτή οφείλεται σε μια δεξιά μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας της κυρίαρχης αστικής πολιτικής, με την όξυνση των εθνικισμού, του ρατσισμού και του σεξισμού, από την άλλη όμως οφείλεται και στη διαμαρτυρία λαϊκών στρωμάτων απέναντι στην εξαθλίωση της ζωής τους, που τη συνδέουν με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και των κυρίαρχων κομμάτων εξουσίας, στρώματα που δεν βλέπουν πραγματική πρόταση αμφισβήτησης από την κυρίαρχη αριστερά.
Το αποτέλεσμα της κυβέρνησης αναδεικνύει ότι παντοκρατορία της ΝΔ δεν υπάρχει και ότι το 41% που λάνσαρε δεν συνεπαγόταν ταύτιση με την πολιτική που ασκούσε. Από την πλευρά της προσπαθεί να παρουσιάσει ότι η ήττα της προέρχεται κυρίαρχα από τα δεξιά της και άρα πρέπει να συνεχίσει πιο επιθετική πολιτική, υποτιμώντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια για την χειροτέρευση των όρων ζωής και τη φθορά που είχε από τις κινηματικές αντιστάσεις ειδικά της νεολαίας το προηγούμενο διάστημα. Όπως όμως και να παρουσιάσει το αποτέλεσμα η ΝΔ και όσο και αν προβάλει ότι μέχρι το 2027 θα υπάρχει κανονικότητα με συνέχιση αυτής της πολιτικής, είναι δεδομένο ότι με την πτώση της αναδεικνύονται δυνατότητες για τους αγώνες να μπουν σφήνα. Δυνατότητες για αντεπίθεση του λαϊκού και εργατικού κινήματος για την υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων και διεκδίκηση κατακτήσεων στο επόμενο διάστημα και όχι με αναμονή των επόμενων εκλογών.
Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς πρέπει να προετοιμαστούν για την επόμενη μέρα. Το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέχει από την αναγκαία έκφραση μιας ανατρεπτικής πρότασης στο σήμερα, ανέδειξε όμως σε μια εκλογική μάχη που έγινε προσπάθεια να κρατηθεί η πολιτική συζήτηση μακριά από τα βασικά επίδικα και τον ρόλο της ΕΕ σε αυτά, ότι υπάρχει ένα πρωτοπόρο δυναμικό που μπορεί να γίνει η αφετηρία μαζικοποίησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Αριστερά αντικαπιταλιστική, με γραμμή ανατροπής και όχι αναμονή για το… 2027
Η αριστερά δεν πρέπει να δει τα αποτελέσματα των εκλογών μυωπικά. Ήδη έχουν αρχίσει οι φωνές και στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης για πλατιά μέτωπα της κεντροαριστεράς που θα συνασπιστούν απέναντι στην άνοδο της ακροδεξιάς. Όσο όμως η αριστερά δεν απαντάει επιθετικά και ανατρεπτικά, όσο φοβάται να αντιπαρατεθεί με την ΕΕ συνολικά αλλά και στις επιμέρους κατευθύνσεις της, φοβάται να μιλήσει για την ανάγκη να χάσει το κεφάλαιο και η ανάπτυξή του για να κερδίσουν τα εργατικά συμφέροντα, φοβάται να προβάλει τη δυνατότητα μιας άλλης κοινωνίας, τόσο η ακροδεξιά με την ψευδό-αντισυστημική της ρητορεία θα κερδίζει και θα μοιάζει στα μάτια των πιο φτωχών στρωμάτων ως το μοναδικό αντίπαλο δέος στην ασκούμενη πολιτική.
Η αριστερά μπροστά σε μια τέτοιου μεγέθους επίθεση με τις απειλές (πολεμικές, περιβαλλοντικές, κ.α.) για τη ζωή των λαών να πληθαίνουν δεν μπορεί να είναι «υπεύθυνη» στα λόγια και την πράξη, όπως προβάλει το ΜΕΡΑ25, ούτε να παραπέμπεται η ανατροπή στο μέλλον που τα εκλογικά αποτελέσματα θα αναδείξουν πιο δυνατό ΚΚΕ. Χρειάζεται από αύριο κιόλας να βαθύνει και να πλατύνει η συσπείρωση γύρω από ένα μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Για μια αριστερά που δεν θα «μασάει τα λόγια της» με ενδιάμεσες λύσεις που δεν πείθουν το λαό, αλλά και με μια πρακτική που θα αναδεικνύει ότι παλεύουμε με ανατρεπτικό τρόπο στο σήμερα για να πετύχουμε νίκες για το λαό και τη νεολαία. Μια τέτοια αριστερά που δεν θα περιμένει τις επόμενες εκλογές, αλλά θα προκαλέσει την αστάθεια του πολιτικού συστήματος από την επόμενη μέρα θα είναι πραγματικά χρήσιμη για τον λαό.