Γιώτα Ιωαννίδου
Όταν ο πόλεμος και η ανάταξη των καπιταλιστικών κερδών δεν επιτρέπει ούτε τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι τους να πάνε στους εργαζόμενους, τη νεολαία και τους κατατρεγμένους, περισσεύει ο εθνικός αφηγηματικός σανός μιας χώρας που πάντα απειλείται πανταχόθεν.
Όσο πλησιάζει η Κυριακή των ευρωεκλογών ένα κλίμα εθνικιστικής υστερίας κάνει την εμφάνισή του στα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Αφορμές υπάρχουν πάντα ή διαμορφώνονται. Η ομιλία του Έντι Ράμα σε προεκλογική συγκέντρωση χαρακτηρίζεται «ύβρις», ενώ η συμμετοχή του Φρέντι Μπελέρι -με σκοτεινό παρελθόν στην ακροδεξιά ΜABH- στο ψηφοδέλτιο της ΝΔ, «ελληνική υπερηφάνεια». Οι Μακεδονομάχοι επανεμφανίστηκαν με τη δήλωση της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, που αγνόησε τον γεωγραφικό προσδιορισμό στο όνομα. Ενώ ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός επανήλθε στην επικαιρότητα με αφορμή το ερώτημα «ποιος έχει πρόθεση να ελέγξει τις ψήφους της μειονότητας στη Θράκη».
Στις ομιλίες των ευρωπαίων ηγετών περισσεύουν οι δεκάρικοι για την αναζήτηση μιας νέας, ιστορικής ταυτότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν θα επιτρέψει στην ακροδεξιά με την άνοδό της «να καταστρέψει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα από μέσα» (Γιούνκερ). Ωστόσο, όταν τα μεγάλα λόγια αποδεικνύονται ανίσχυρα να καθησυχάσουν μια ογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, επιστρατεύεται ξανά ο εθνικιστικός, ακροδεξιός λόγος προς άγρα ψήφων και ενίσχυση της καπιταλιστικής σταθερότητας. Οι αστικές τάξεις της Ελλάδας και των άλλων χωρών της ΕΕ, όπως ιστορικά έχει αποδειχθεί, όχι μόνο δεν αποφεύγουν αλλά αναζητούν την ακροδεξιά ενίσχυση προκειμένου να εξασφαλίσουν την καπιταλιστική κυριαρχία. Όταν ο πόλεμος και η ανάταξη των καπιταλιστικών κερδών δεν επιτρέπει ούτε τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι τους να πάνε στους εργαζόμενους, τη νεολαία και τους κατατρεγμένους, περισσεύει ο εθνικός αφηγηματικός σανός μιας χώρας που πάντα απειλείται πανταχόθεν. Έτσι εξασφαλίζεται η λαϊκή συνενοχή στην αστική πολιτική και την καταφυγή στις αγκαλιές του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ως μόνη ελπίδα.
Ο εθνικισμός, ως ιδεολογία μαζί με το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», αποτελούν καταφύγιο ειδικότερα σε ένα κομμάτι κόσμου, πολλαπλά πληττόμενο. Η οικογένεια είναι η ασφάλεια από μια κοινωνία που κατασπαράζει ο ανταγωνισμός και ο ατομισμός. Η θρησκεία είναι η συντηρητική ηθική που βοηθά τους πιστούς να υπομένουν το παρόν με την ελπίδα σε μια μετά θάνατον ζωή. Το έθνος είναι μια ταυτότητα του συνανήκειν σε κάτι εύκολα αποδεκτό, που υπερβαίνει επιμέρους διαιρέσεις, αλλά και σε συνθήκες γεμάτες αποκλεισμούς από συλλογικά δικαιώματα.
Ο εθνικισμός δεν αντιμετωπίζεται με τη θωπεία εύηχων λέξεων ή την εκλογίκευση των ακροτήτων του
Πόσο ευδιάκριτη και ανατρεπτική όμως εμφανίζεται η άλλη πλευρά της ιστορίας σε αυτή την αντιπαράθεση; Λένε κάτι ριζικά διαφορετικό οι δυνάμεις που επικαλούνται τη θέση τους στο αριστερό ημισφαίριο της σκέψης και της πολιτικής; Το ρεύμα της λεγόμενης «πατριωτικής αριστεράς» όχι μόνο αποδέχεται και υποστηρίζει τις κυρίαρχες πολιτικές σε ζητήματα πολέμου, εξωτερικής πολιτικής κ.λπ., αλλά προσπαθεί και να χαϊδέψει εθνικιστικά χαρακτηριστικά. Εισάγει το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» στην επιχειρηματολογία του, με άλλο δήθεν περιεχόμενο, με τα ίδια ωστόσο πρότυπα ζωής: Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ παρελαύνει περήφανα στον στρατό, απαγγέλλει το «Πιστεύω» με κατάνυξη και προβάλλει την αγάπη του για το θεσμό της οικογένειας… Άλλα πιο «ορθόδοξα ρεύματα», όπως το ΚΚΕ, μιλούν στο όνομα του κομμουνισμού αλλά και υπερτονίζουν την απειλή κατά των «κυριαρχικών δικαιωμάτων», διαφωνούν με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία λόγω «μείωσης της αμυντικής ικανότητας της χώρας στο Αιγαίο», επεξηγούν τον αλυτρωτισμό της μακεδονικής γλώσσας, ενώ ζητούν επισήμως ως ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου την απελευθέρωση του Φ. Μπελέρι.
Ο εθνικισμός δεν αντιμετωπίζεται με τη θωπεία εύηχων λέξεων ή την εκλογίκευση των ακροτήτων του. Η μάχη της αντιπαράθεσης για να είναι νικηφόρα πρέπει να δίνεται σε ανοικτό πεδίο και χωρίς «ναι μεν αλλά». Με καθαρή τοποθέτηση ότι απέναντι στην ελευθερία του κεφαλαίου είμαστε με την ελευθερία των εργαζομένων, ενάντια στις αστικές τάξεις της χώρας μας και των χωρών τους. Θέλουμε να ζήσουμε στο σήμερα, όλοι μαζί, μια αξιοβίωτη, ειρηνική ζωή γι αυτό επιδιώκουμε την ανατροπή τους και τη διάλυση των υπερεθνικών επιτελείων τους με διεθνισμό και αλληλεγγύη κόντρα στην εθνικιστική αλληλοσφαγή. Οι πολιτισμοί και οι άνθρωποι αναπτύσσονται όταν συναντιούνται. Τίποτε δεν έχουν να χωρίσουν αλλά πολλά να ενώσουν. Αλλιώς ο κάθε Έλληνας, Αλβανός, Τούρκος, Βούλγαρος ή Μακεδόνας στις πολιτείες της μετανάστευσης θα είναι ο «Άλλος» και στη χώρα του ο «Ξένος».
Όμως ο κόσμος ολόκληρος φωτίζεται και δεν παραδίνεται στο σκοτάδι, όταν ο κάθε άνθρωπος λάμπει με το δικό του φως. Γιατί «αυτός είναι ο κόσμος…Ένα σωρό άνθρωποι, μια θάλασσα από φλογίτσες». Όλες διαφορετικές… και «κάποιες ανόητες» (Γκαλεάνο). Μα εμείς πρέπει να επιλέξουμε αυτές που πυρπολούν ένα νέο ξημέρωμα για την ανθρωπότητα κι όχι αυτές που θέλουν να σβήσουν κάθε άλλο φως…