Γιώργος Μιχαηλίδης
Η μεγαλύτερη εκλογική διαδικασία στον κόσμο, στην οποία παίρνουν μέρος 970 εκατομμύρια ψηφοφόροι, έχει ξεκινήσει στην Ινδία και θα ολοκληρωθεί ως τις αρχές Ιουνίου. Ο εκλογικός μαραθώνιος θα αναδείξει τη νέα κυβέρνηση στην πολυπληθέστερη χώρα και πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Παρά την καθυστέρησή της σε σχέση με τις υπερδυνάμεις, η Ινδία διαδραματίζει έναν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο οικονομικά και γεωπολιτικά. Αφενός, το ΑΕΠ της έχει σχεδόν διπλασιαστεί κατά τη δεκαετία διακυβέρνησης του εθνικιστή Μόντι και, αφετέρου, η ακροβασία της ανάμεσα στη συμμαχία με τις ΗΠΑ και τη συμμετοχή της στα BRICS καθιστά τον διεθνή προσανατολισμό της βαρύνουσας σημασίας για τις παγκόσμιες εξελίξεις. Ο ίδιος ο Μόντι δεν παραλείπει, άλλωστε, να υπογραμμίζει αυτές τις δύο πλευρές, θέτοντας τον στόχο του πολλαπλασιασμού του ινδικού ΑΕΠ μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες και, παράλληλα, την καθιέρωσή της ως χώρας η οποία θα είναι σε θέση να καθορίζει τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Απέναντι στον Μόντι, ο οποίος αποτελεί το μεγάλο φαβορί για επανεκλογή στην ηγεσία της Ινδίας, η αντιπολίτευση παραθέτει έναν κεντροαριστερό συνασπισμό άνω των 20 κομμάτων, γύρω από το ιστορικό κόμμα του Εθνικού Κογκρέσου, των Γκάντι. Αυτήν τη φορά, το αντιπολιτευτικό μέτωπο έχει επεκταθεί ώστε να συμπεριλάβει και μεγάλα κόμματα της Αριστεράς, ανάμεσά τους και τρία κόμματα κομμουνιστικής αναφοράς. Πρακτικά, αν ο Μόντι στην προεκλογική του εκστρατεία «πουλάει» τους δείκτες ανάπτυξης, το διεθνές κύρος της χώρας και μπόλικο εθνικισμό με συχνές αντι-μουσουλμανικές κορώνες, η αντιπολίτευση επιχειρεί να αναδείξει την κοινωνική ανισότητα, την ανεργία και το καθεστώς ανελευθερίας που έχει επιβάλει η κυβέρνηση. Ωστόσο, η ρηχότητα των θέσεών της και η απουσία ενιαίου στίγματος και ταυτότητας της αντι-Μόντι συμμαχίας δε φαίνεται να εμπνέει τον ινδικό λαό, τουλάχιστον όχι ως το σημείο που να μπορεί να προκληθεί κυβερνητική αλλαγή.
Η εκτός απροόπτου επανεκλογή του Μόντι θα σηματοδοτήσει ακόμα περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, ενώ η επίθεση στη φτωχή αγροτιά θα συνεχιστεί προκαλώντας κύματα εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης. Παράλληλα, θα συνεχιστεί η οικοδόμηση ενός αυταρχικού νομικού πλαισίου που έχει οδηγήσει σε απανωτά χτυπήματα πολιτικών αντιπάλων και τη φίμωση του αντιπολιτευτικού Τύπου, με την Ινδία να θεωρείται μία από τις χειρότερες χώρες για να ασκεί κανείς το επάγγελμα της δημοσιογραφίας. Όσον αφορά στη μεγαλύτερη μειονότητα στη χώρα, οι μουσουλμάνοι της Ινδίας θα δουν τη θέση τους να χειροτερεύει, υποβιβαζόμενοι οριστικά σε καθεστώς πολιτών «β΄ κατηγορίας».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (28.4.24)