Κωνσταντίνα Γκόντρα
Έφη Παπαπαύλου
Γυναικοκτονίες και κράτος
1η Απριλίου 2024. Η Κυριακή δολοφονείται έξω από το ΑΤ Αγίων Αναργύρων από τον 39χρονο πρώην σύντροφό της. Λίγες μέρες μετά η Εισαγγελία Εφετών ασκεί έφεση στην απόφαση για αθώωση της μητέρας της 12χρονης. Τα δύο αυτά γεγονότα έχουν άμεση σύνδεση. «Η πατριαρχία βιάζει και σκοτώνει» λέει το γνωστό φεμινιστικό σύνθημα και έχει συναυτουργους: αστυνομία, δικαστικές αρχές, κυβέρνηση. Σύσσωμο το κράτος συνεργεί σε κάθε έμφυλη κακοποίηση, σε κάθε γυναικοκτονία. Μας λένε «σπάστε τη σιωπή». Τι έγινε στην περίπτωση της Κυριακής; Η Κυριακή είχε καταγγείλει το 2020 βιασμό και ξυλοδαρμό από τον μελλοντικό της γυναικοκτόνο, την οποία απέσυρε αργότερα. Τη μέρα της γυναικοκτονίας βρέθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα για μια ακόμα καταγγελία. Έξω από το ΑΤ μιλώντας με την ‘Αμεση Δράση και ζητώντας περιπολικό να τη συνοδεύσει γιατί φοβάται τον πρώην της, που βρίσκεται έξω από το σπίτι της, έλαβε απάντηση «το περιπολικό δεν είναι ταξί». Δευτερόλεπτα μετά δολοφονήθηκε.
Λίγες μέρες μετά βγήκε στο φως καταγγελία επιζώσας που είχε πάει παλιότερα στο ίδιο ΑΤ να καταγγείλει κακοποίηση κι ενώ ήταν με μώλωπες η αστυνομία την έστειλε απλά σπίτι της. Αντίστοιχη αντιμετώπιση είχε η Ελένη Τοπαλούδη στη Ρόδο με τη γνωστή κατάληξη και φυσικά τα παραδείγματα είναι άπειρα. Δεν είναι μεμονωμένα τυχαία γεγονότα. Είναι ο ρόλος του κράτους. Δομές στέγασης, ψυχολογική, ιατρική υποστήριξη παρέχονται από το κράτος με το σταγονόμετρο χωρίς καμία πραγματική μέριμνα και φυσικά ούτε λόγος για οικονομική υποστήριξη των επιζώντων έμφυλης βίας.
Το κράτος δεν είναι καθόλου «ανύπαρκτο». Αντιθέτως υπάρχει παντού: στην καταστολή, στην καταπίεση, στην εκμετάλλευση. Η Κυριακή και δυστυχώς τόσες άλλες δεν συνάντησαν απλώς την «αδιαφορία» των αρχών, αλλά το δομικό ρόλο τους. Μόνος δρόμος οι αγώνες μας.
Κ.Γ
Μετά τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη το Νοέμβρη του 2018, το θέμα των γυναικοκτονίων και ευρύτερα ζητήματα έμφυλης βίας πήραν μεγάλη ορατότητα στην ελληνική κοινωνία. Στο δημόσιο διάλογο αναδείχθηκαν ερωτήματα όπως ποιες είναι οι μορφές έμφυλης βίας, πώς αναγνωρίζονται, ποιες είναι οι επίσημες καταγραφές και ποια μέτρα πρόληψης έχουν παρθεί από το κράτος για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Χρειάζεται να σημειώσουμε ότι αν δεν υπήρχαν οι φεμινιστικές συλλογικότητες που ανέδειξαν το ζήτημα μέσα από την εξώστρεφη παρέμβασή τους στους δρόμους και στις γειτονιές, όπως και το κύμα του «me too» από τον καλλιτεχνικό χώρο, κανένα συστημικό μέσο ενημέρωσης δεν θα είχε ασχοληθεί με τα ζητήματα έμφυλης βίας και καταπίεσης στον βαθμό που συμβαίνει αυτήν τη περίοδο.
Στην πατριαρχική κοινωνία που ζούμε, θηλυκότητες και ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα δέχονται καθημερινές απειλές και βία, η οποία μπορεί να είναι σωματική, ψυχολογική, συναισθηματική, σεξουαλική (παρενόχληση, βιασμός, εκμετάλλευση), κάποιες φορές ακόμα και δολοφονική. Κοινή συνισταμένη σε όλα τα περιστατικά έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας είναι ότι οι γυναίκες δεν αναγνωρίζονται ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας, καθώς αποτελούν ιδιοκτησιακό αντικείμενο για το όποιο θα αποφασίζει και θα επιβάλλεται ο άντρας, είτε ως πατέρας είτε ως σύζυγος. Όπως έχουμε δει πολλές φορές, θα αποφασίζει ακόμα και για τη ζωή τους.
Μέχρι πρότινος, η κουλτούρα της σιωπής και της μετάθεσης της ευθύνης στις επιζώσες έκανε την αντιμετώπισή τους πάρα πολύ δύσκολη. Πλέον πολλές γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα, θα μιλήσουν και θα καταγγείλουν την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία που βίωσαν, γιατί πλέον σε ένα κομμάτι της κοινωνίας μπορούν να ακουστούν χωρίς να χλευαστούν ή να κατηγορηθούν. Ωστόσο, η κατάσταση που επικρατεί τόσο σχετικά με την καταγραφή, όσο και με την πρόληψη από την πλευρά του κράτους είναι τραγικά απογοητευτική.
Το ελληνικό κράτος δεν έχει επίσημη καταγραφή των γυναικοκτονιών, καθώς η κυβέρνηση επιμένει πως δεν υπάρχει λόγος να καταστεί η γυναικοκτονία ιδιώνυμο αδίκημα. Οι καταγραφές για έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία που γίνονται στην αστυνομία είναι ελλιπείς. Τις περισσότερες φορές, η ελληνική αστυνομία δείχνει πλήρη αδιαφορία και δεν καταγράφει καν τις καταγγελίες από τις επιζώσες, ενώ άλλες λειτουργεί ως συναυτουργός, όπως είδαμε στην περίπτωση της Κυριακής έξω από το ΑΤ στους Αγίους Αναργύρους, καθώς δεν προσφέρει την ελάχιστη προστασία σε γυναίκες που βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο και τις στέλνει πίσω στον κακοποιητή τους. Η αστυνομία, φυσικά, δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υποστελέχωσης, ούτε λείπουν τα πρωτόκολλα, όπως διατείνονται κυβέρνηση και θεσμοί για να κατευνάσουν τη λαϊκή οργή και να στήσουν νέο κράτος ασφάλειας με ακόμη περισσότερη αστυνομία. Ήδη, από τη περίοδο του lockdown, η ΕΛΑΣ έχει ενισχυθεί τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό, όσο και σε οχήματα. Σύμφωνα με τη Eurostat, την τριετία 2019-2021, η Ελλάδα έφτασε να έχει κατά μέσο όρο 517,5 αστυνομικούς ανά 100.000 κατοίκους, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν αρκετά χαμηλότερος: 335,3 αστυνομικοί ανά 100.000 κατοίκους. Η ελληνική αστυνομία είναι παντελώς αναρμόδια να διαχειρίζεται ζητήματα έμφυλης βίας, καθώς δομικά διέπεται από μακρά πατριαρχική παράδοση και ακόμα και τα ίδια τα όργανά της ασκούν καθημερινά έμφυλη βία και κακοποιούν, όπως ο βιασμός στο ΑΤ Ομόνοιας 19χρονης από αστυνομικούς. Συνεπώς, η κατάσταση δύσκολα θα αλλάξει εάν συνεχίζει η αστυνομία να αποτελεί τη πρώτη γραμμή απεύθυνσης της κάθε επιζώσας.
Το ριζοσπαστικό φεμινιστικό κίνημα αλλάζει τα δεδομένα «από τα κάτω»
Παρά την ελλιπή καταγραφή των περιστατικών από την αστυνομία και την έλλειψη συγκρίσιμων δεδομένων και επίσημων στοιχείων από κρατικούς φορείς, ερευνητικά ινστιτούτα και φορείς που ασχολούνται με την έμφυλη βία αναφέρουν μεγάλη αύξηση τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η οποία εντάθηκε τη διετία του lockdown και επιμένει σε υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με την πρώτη πανευρωπαϊκή έρευνα δεδομένων που δημοσιεύθηκε από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR) με τη συμμετοχή 18 δημοσιογραφικών ομάδων, η υψηλότερη αύξηση στις γυναικοκτονίες στην Ευρώπη το 2021 σημειώθηκε στην Ελλάδα με ποσοστό 187,5%, από 8 περιστατικά το 2020 σε 23 το 2021, ενώ σημαντική αύξηση σημειώθηκε στη Σλοβενία, Γερμανία και Ιταλία. Επίσης, τρομακτική αύξηση παρατηρήθηκε στα περιστατικά άσκησης σωματικής βίας κατά 110,2% το 2020 και κατά 90,4% το 2021. Συγκεκριμένα το 2020 είχαν καταγραφεί 3.609 επιζώσες σωματικής βίας, ενώ το 2021 έφτασαν τις 6.873. Παράλληλα, οι επιζώσες σεξουαλικής βίας έφτασαν τις 141 από 69. Την ίδια στιγμή η διευρυμένη παρουσία στο ίντερνετ και η αύξηση της διαδικτυακής βίας συντέλεσε στην αύξηση των επιζώντων ψυχολογικής βίας κατά 84,1% -2.906 περιστατικά- το 2020 και σε μεγαλύτερη αύξηση κατά 104,6% -5.350 θύματα- το 2021. Σε αυτήν τη θλιβερή εικόνα προστίθεται και η έξαρση του μισογυνικού λόγου στη δημόσια σφαίρα, όπως παρατηρήσαμε με το νόμο για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια και τις αντιεπιστημονικές θεωρίες περί «γονεϊκής αποξένωσης».
Παράλληλα, η Ελλάδα διαθέτει μόλις 400 κλίνες σε ξενώνες για επιζώσες έμφυλης βίας από τις 1072 που υποχρεούται βάσει της συνθήκης της Κωνσταντινούπολης, η οποία αποτελεί το πρώτο νομικά δεσμευτικό διεθνές κείμενο που θέτει κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας, και την οποία η χώρα μας έχει επικυρώσει από το 2018. Μετά από τέτοια έξαρση της έμφυλης βίας, η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει να σφυρίζει αδιάφορα και να μην έχει κάνει καμία κίνηση προς τη κατεύθυνση στήριξης και προστασίας των επιζώντων έμφυλης βίας.
Όσο οξύνονται οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί, αυξάνεται και η βία απέναντι στα πιο καταπιεσμένα κομμάτια της κοινωνίας με βάση το φύλο, τη φυλή και την τάξη. Η έμφυλη βία θα συνεχίσει να τροφοδοτείται αν δεν πάρουμε πρωτοβουλίες να στήσουμε τις κοινότητες μας με φεμινιστικό στίγμα και συμπερίληψη. Είναι πολύ αναγκαίο να συμβάλλουμε με κάθε τρόπο στην εκπαίδευση των νέων για ζητήματα ισότητας και ενάντια σε κάθε μορφή έμφυλης βίας και διακρίσεων. Να συνεχίσουμε να διεκδικούμε την οικονομική και ψυχολογική υποστήριξη θηλυκοτήτων και ΛΟΑΤΚΙΑ+ ατόμων ώστε να μπορούν να φύγουν από το κακοποιητικό περιβάλλον, δημόσιους και δωρεάν ξενώνες όπως και τηλεφωνικές γραμμές στήριξης και κοινωνικές υπηρεσίες στήριξης στις καταγγέλλουσες σε κάθε δήμο της χώρας.
Ε.Π
Καπιταλισμός χωρίς έμφυλη βία και καταπίεση δεν υπάρχει
Στο προσκήνιο της κλιμακούμενης έμφυλης βίας βρίσκονται οι αγώνες που διεκδικούν όχι απλώς μια καλύτερη «θέση» για γυναίκες, θηλυκότητες και ΛΟΑΤΚΙΑ+, αλλά μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε εντυπωσιακή επάνοδος των φεμινισμών. Στην Ελλάδα, ήδη από το 2018 έγιναν δυναμικές κινητοποιήσεις για τη δολοφονία της Zackie-Oh. Το 2019, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε την αλλαγή του Ποινικού Κώδικα και του ορισμό του βιασμού, το κίνημα που ξέσπασε κατάφερε την αναδίπλωσή της. Επιπλέον ήρθε η «φεμινιστική απεργία σε αναπαραγωγή και παραγωγή». Ακολούθησε το ελληνικό «me too» που πέρα από τα δημόσια πρόσωπα και τη showbiz, απλώθηκε και τελικά μετασχηματίστηκε σε κάτι πολύ πιο βαθύ. Άνοιξε έτσι ένας κύκλος αγώνων από τα κάτω. Έγιναν τεράστιες διαδηλώσεις, ειδικά στην Αθήνα. Οι γυναικοκτονίες Τοπαλούδη, Καρολάιν, Τζεβριέ και τόσων ακόμα, ο βιασμός της Γεωργίας από πλούσιους επιχειρηματίες, μετατράπηκαν σε casus belli.
Οι φεμινισμοί, το ΛΟΑΤΚΙΑ+ κίνημα -και βασικά η πιο ταξική αντικαπιταλιστική τους πτέρυγα- πέτυχαν πολλά. Άλλαξαν τον επίσημο δημόσιο διάλογο για τις έμφυλες διακρίσεις και τη βία. Ακόμα και τα καθεστωτικά ΜΜΕ και η κυβέρνηση αναγκάστηκαν να μιλάνε για γυναικοκτονία και όχι για «δολοφονία», η Βουλή αναγκάστηκε να τοποθετηθεί κ.λπ. Αλλά το πιο σημαντικό: πέτυχαν έστω και μερικώς την αλλαγή της κοινωνικής συνείδησης γύρω από το ζήτημα. Πίεσαν σε καθοριστικές στιγμές για δικαίωση για τα επιζώντα έμφυλης βίας, ακόμα και όταν έπρεπε να τα βάλουν με το αστικό κράτος (βλ trafficking Ηλιούπολη, Λιγνάδης, 12χρονη). Επιπλέον κατάφεραν την καταδίκη (πρώτα από όλα κοινωνική) κακοποιητών ειδικά στις μεγάλες υποθέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υπόθεση της 12χρονης του Κολωνού, που σύσσωμο το αστικό κράτος προσπάθησε να συγκαλύψει ένα κύκλωμα trafficking και παιδοβιασμών, με την αστική δικαιοσύνη να προτείνει αθώωση μαστροπών και καταδίκη της μητέρας μέχρι και την τελευταία στιγμή, πρόταση που ανατράπηκε από τους ενόρκους, οι μόνοι που δικαίωσαν τελικά τη 12χρονη και τη μητέρα της. Οι λεγόμενοι «λαϊκοί δικαστές», αντικατοπτρίζουν την επίδραση των κινημάτων στην κοινωνία. Ακόμη, μια σειρά από τα κάτω ριζοσπαστικές και μαχητικές φεμινιστικες συλλογικότητες στάθηκαν δίπλα στα πιο αόρατα σώματα, στα μεταναστά, στα χωρίς χαρτιά, στα φτωχά. Λειτούργησαν όχι μόνο μαχητικά απέναντι στην πολιτική κυβερνήσεων, αλλά και συνεκπαιδευτικά προς τα κινήματα και τις πολιτικές οργανώσεις. Ωστόσο τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμα. Άλλωστε καπιταλισμός χωρίς έμφυλη βία και καταπίεση δεν υπάρχει. Οι μικρές και μεγαλύτερες νίκες (αλλά ακόμη και οι ήττες) είναι παρακαταθήκες για τους μεγάλους αγώνες του αύριο.