Παναγιώτης Μαυροειδής
Ευεπίφορο πεδίο για ριζοσπαστικοποίηση, απαιτεί μια Αριστερά που θα συμμαχεί με την οργή για μια συνολική ανατροπή
Μόνο ένας επιπόλαιος θα έβλεπε στριμωγμένο τον Μητσοτάκη με αφορμή τις «διαφοροποιήσεις» για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Ενώ η πολιτική, ειδικά σε περιόδους ρευστότητας και βαθιάς αναξιοπιστίας του αστικού πολιτικού συστήματος, ποτέ δεν αποκλείει εκπλήξεις, καλό θα ήταν να έβλεπε κανείς τη μεγάλη εικόνα των εξελίξεων στο πολιτικό σκηνικό. Η ΝΔ αφήνει συστηματικά και συνειδητά περιθώριο για μια πιο δεξιά και ακροδεξιά ατζέντα τόσο εντός της όσο και εκτός της. Κάθε άλλο παρά κόπτεται να εμφανιστεί συμπαγής. Έχει κάποια ρίσκα αλλά κυρίως πολλά οφέλη. Η ορατότητα μιας πιο δεξιάς ατζέντας αφήνει περιθώρια για μια εικόνα μετατόπισης του Μητσοτάκη προς ένα προφίλ τύπου Μακρόν — ακροφιλελεύθερος μεν, «συμπεριληπτικός» δε. Από την άλλη, δεν έχει λόγους να φοβάται ότι θα διαμορφωθεί στα δεξιά της εναλλακτικός πόλος με τεκμήρια «κυβερνησιμότητας». Τύποι σαν τον Βελόπουλο ή τον Νατσιό είναι απόλυτα ελεγχόμενοι. Είναι χρήσιμοι για τη νομιμοποίηση της αντιδραστικής ατζέντας της ΝΔ, δεν συνιστούν απειλή εναλλακτικής διακυβέρνησης. Φιγούρες όπως ο Σαμαράς ή ο Βορίδης, που έχουν μεγαλύτερο βάθος και φιλοδοξίες, λειτουργούν συνδετικά μεταξύ δεξιάς και ακροδεξιάς, αλλά δεν φαίνεται ότι θα κινηθούν ανταγωνιστικά προς τον Μητσοτάκη. Εκτός αν κάποια στιγμή κριθεί απαραίτητη μια πολιτική στροφή αλά Μελόνι, κάτι που δεν εξαρτάται όμως μόνο από τους ίδιους, κι αφορά και την ίδια τη ΝΔ.
Στο πλαίσιο αυτό, η επιχείρηση «διεύρυνσης» προς την κεντροαριστερά είναι και επιβεβλημένη και ασφαλής. Σε αυτή τη φάση, που έχουν τελειώσει ρετάλια τύπου Θεοδωρικάκου, η κύρια πηγή είναι όλα τα ξέφτια του ΠΑΣΟΚ, που αδημονούν για καρέκλες. Πάνω από 12 υπουργοί προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ. Τα εκφυλιστικά φαινόμενα στον ΣΥΡΙΖΑ, προϊόν μιας προϊούσας αστικής μετάλλαξης, έπιασαν ταβάνι. Είναι σαφές ότι αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει δυνατότητα να σταθεί απέναντι στη ΝΔ. Πολύ περισσότερο για δυναμική αντιπολίτευση… Στις συνθήκες αυτές, στον ευρύ χώρο της κεντροαριστεράς, ένας «μονόδρομος» θα προβάλλεται ως σωτηρία: Συμμαχία ΠΑΣΟΚ με ΣΥΡΙΖΑ και «μετριοπαθούς» δεξιάς απέναντι στον Μητσοτάκη. Η Νέα Αριστερά παίζει επίσης με αυτό το σχέδιο, ανεβάζοντας υποτίθεται τους τόνους με τον ΣΥΡΙΖΑ που τους απέβαλλε. Αλλά και οι διαρροές περί μελλοντικού ρόλου του Τσίπρα για αντίστοιχη «ενωτική πρωτοβουλία υπέρβασης», με εμπλοκή του
Γ. Παπανδρέου και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Άρα, είναι όλα ασφυκτικά ελέγξιμα; Δεν είναι καθόλου έτσι. Η ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συνθήκη είναι αυτή της απαξίωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Τα αστικά πολιτικά συστήματα όσο περισσότερο μετατρέπονται ανοιχτά σε εργαλεία εξυπηρέτησης των επιχειρηματικών συμφερόντων τόσο αποδεικνύονται θλιβερές «δευτεράτζες» στα μάτια των μεροκαματιάρηδων, των φτωχών, των ανέργων, των καταληστευμένων, των προσβεβλημένων στα θέματα των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Το πεδίο είναι ευεπίφορο για κοινωνική και πολιτική ριζοσπαστικοποίηση. Αυτή όμως απαιτεί την ορατή παρουσία μιας Αριστεράς που θα κινηθεί ως ρεύμα κοινωνικής και πολιτικής αποσταθεροποίησης, με πρόγραμμα και πρακτική που θα συμμαχεί με την εργατική οργή, θεμελιώνοντας παράλληλα αυτοπεποίθηση για δυνατότητα συνολικής κοινωνικής και πολιτικής ανατροπής.
Υπάρχουν αριστερές κομμουνιστικές πολιτικές δυνάμεις που θα επιδιώξουν μια τέτοια κίνηση ή το πεδίο της άγουρης δυσαρέσκειας θα τρέφει την ποικιλώνυμη ακροδεξιά ή θα εξαντλείται σε περιστασιακές κινηματικές αναταραχές; Το ΚΚΕ δεν μπορεί και δεν επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει σε αυτή την προοπτική. Περιορίζεται να αποτελέσει φορέα υποδοχής της κοινωνικής διαμαρτυρίας με εκλογικούς όρους. Αρνείται να συγκρουστεί με τη «μέση συνείδηση» σε κρίσιμα θέματα (ελληνοτουρκικά, εξοπλισμοί, εξορύξεις, προσφυγικό, έξοδος από την ΕΕ, ζητήματα εκκλησίας ή «οικογενειακού» δικαίου) για να μη χάσει ψήφους. Την ίδια στιγμή, αποφεύγει σαν ο διάολος το λιβάνι να εκτεθεί σε δυναμικές αγώνων που δεν θα μπορεί στη συνέχεια να «μαζέψει». Είναι υπέρ των αγώνων, αλλά «τόσο, όσο». Όσο χρειάζεται για να εισπράττει την εικόνα της συμβολής σε διεκδικήσεις και άρα της πολιτικής χρησιμότητας της ψήφου σε αυτό, με ταυτόχρονη ακύρωση τάσεων στα αριστερά του. Στη γενική αντιπαράθεση είναι τελικά ακίνδυνο πολιτικά. Απορρίπτει στον τρέχοντα πολιτικό χρόνο κόμβους που σηματοδοτούν ρήξη με τη συστημική πολιτική, όπως τα πλήγματα στην καπιταλιστική ιδιοκτησία με εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο. «Βγάζει μάτι» ένα ιδιόρρυθμο modus vivendi με το στρατόπεδο της πολιτικής συναίνεσης στην αστική πολιτική: «Είμαι εκτός του παιχνιδιού σας μεν, αλλά δεν σας ενοχλώ δε». Εξού και η ιδιόρρυθμη επιχείρηση κολακείας του Δ. Κουτσούμπα.
Παρά τις δυσκολίες του κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού και την πολιτική υποχώρηση, υπάρχει ένα ευρύ πολιτικό δυναμικό αντικαπιταλιστικής και δυνάμει κομμουνιστικής αναφοράς. Με σημαντική θέση μέσα σε αυτό του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αλλά και χιλιάδων αγωνιστών και αγωνιστριών εκτός αυτών, που παράλληλα δεν υποκύπτουν στις σειρήνες της συναίνεσης, της πολιτικής χειραγώγησης, της κοινοβουλευτικής ανάθεσης, ούτε του πολιτικού αναχωρητισμού. Δεν λείπει η «κρίσιμη μάζα», ούτε η κοινωνική και κινηματική δικτύωση. Απαιτείται ωστόσο ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο. Με υπέρβαση πολιτικών προγραμματικών ελλειμμάτων. Η συνήθης πεπατημένη αναζήτησης συμμάχων (ή και «σωτήρων») σε διαφοροποιήσεις ηγετικών στελεχών που αποκολλώνται από τον ΣΥΡΙΖΑ κατά καιρούς (Αλαβάνος, Λαφαζάνης, Βαρουφάκης κοκ) ή η όψιμη ανακάλυψη της αγκαλιάς του ΚΚΕ μαζί με όσους μαζεύει από τα δεξιά του, τελικά δεν συμβάλλουν στην απαγκίστρωση αγωνιστών προς την αντικαπιταλιστική Αριστερά, αλλά οδηγούν στον κατακερματισμό της ίδιας.
Το ΝΑΡ, μπροστά στο 5ο συνέδριό του, αναλαμβάνει ευθύνες για ένα αντικαπιταλιστικό αντιΕΕ ρεύμα, κομμουνιστικής προοπτικής
Η «άλλη Αριστερά» πρέπει να εκφράσει την ανάγκη και δυνατότητα τμήματα της εργατολαϊκής πλειονότητας και της ριζοσπαστικής νεολαίας να συγκροτήσουν αυτοτελές πολιτικό ανατρεπτικό ρεύμα επιβολής κατακτήσεων, αποσταθεροποίησης του σκηνικού συναίνεσης. Ενάντια σε «θεούς και δαίμονες» της πραγματικότητας της ακρίβειας, της καπιταλιστικής αγοράς, της δημοσιονομικής μπότας της ΕΕ και της πολεμικής νεκροφιλίας του ΝΑΤΟ. Ρεύμα αντικαπιταλιστικής και αντί ΕΕ αναφοράς και κομμουνιστικής προοπτικής. Ξεχωρίζουμε τις ευθύνες που έχει ή πρέπει να αναλάβει το ΝΑΡ. Έτσι θα γίνεται περισσότερο γόνιμη η κριτική προς άλλα πολιτικά ρεύματα και θα πιέζονται για την αναγκαία πολιτική επανατοποθέτησή τους και, κυρίως, θα δημιουργούνται όροι μάχιμης συσπείρωσης ανένταχτων αγωνιστών και αγωνιστριών. Στο πλαίσιο αυτό, το 5ο συνέδριο του ΝΑΡ, οφείλει να συμβάλει με σαφείς αποφάσεις και κυρίως με έμπρακτη στροφή.