Γιώτα Ιωαννίδου
Κάτι τρέχει στη σχέση της νέας γενιάς με την εργασία. Οι αναλυτές μιλούν για αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ δουλειάς, συνθηκών, περιβάλλοντος και υπόλοιπης ζωής, καθώς και για βαθιές τομές στο πεδίο της εργασίας μετά την πανδημία. Μετά τη «μεγάλη παραίτηση», έρχεται η «μεγάλη διαπραγμάτευση».
Εννέα στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα δηλώνουν ότι αναζητούν μάταια εργαζόμενους, με ή χωρίς ειδίκευση. Την ίδια περίοδο, η γενική ανεργία μειώθηκε στο 9,4% ενώ ανέρχεται σε 27,3% για τους νέους 15-24 ετών (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ, Νοέμβριος 2023). Το φαινόμενο αφορά όλο τοn δυτικό κόσμο. Έξι στις δέκα επιχειρήσεις εστίασης αδυνατούν να βρουν προσωπικό στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το Bloomberg, ενώ περίπου οι μισές γερμανικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα. Οι αναλυτές στα διεθνή φόρα μιλούν για τάση της νέας γενιάς να αναζητά ισορροπία μεταξύ δουλειάς, συνθηκών, περιβάλλοντος και υπόλοιπης ζωής, καθώς και για βαθιές τομές στο πεδίο της εργασίας μετά την πανδημία. Ο όρος «μεγάλη διαπραγμάτευση» εμφανίζεται για τη νεότερη γενιά εργαζομένων, δίπλα στον όρο «μεγάλη παραίτηση», που χρησιμοποιήθηκε αμέσως μετά την πανδημία για να χαρακτηρίσει ένα μεγάλο κύμα φυγής τους από τις εταιρείες που δούλευαν.
«Οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν εργαζόμενους εξαιτίας των πολιτικών που στην εκπαίδευση χαϊδεύουν τους μαθητές βγάζοντάς τους τεμπέληδες και ημιμαθείς και μετά ακολουθούν μια παθητική επιδοματική πολιτική», ακούγεται στα τηλεοπτικά πάνελ αλλά και στο καφενείο της γειτονιάς. Οι επιχειρηματίες «κλαίγονται», αποδίδοντας το φαινόμενο σε στρεβλώσεις στη δημόσια εκπαίδευση, ενώ επιζητούν τη σύνδεσή της με τις ανάγκες της αγοράς μέσα από ευέλικτα προγράμματα σπουδών και κατάρτισης. Εξού και η συνεχής ψήφιση νόμων από την τεχνική ως και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε να εξυπηρετούν όλο και πιο απροκάλυπτα τον στόχο του επιχειρηματικού κέρδους σε βάρος του δημόσιου οφέλους. Στη συζήτηση μπαίνουν η δημογραφική υποχώρηση, η «ενεργός γήρανση», η επιλογή να επιτραπεί η παραμονή κάποιων μεταναστών για συγκεκριμένες θέσεις εργασίας μόνο ή εποχιακά. Η κατάληξη όλων αυτών είναι νέες ενισχύσεις επιχειρηματιών από την κυβέρνηση. Με μείωση ασφαλιστικών εισφορών, επιδότηση μισθών, αύξηση ευελιξίας και επισφάλειας, φοροελαφρύνσεις κ.λπ. Γιατί όμως τότε το πρόβλημα εντείνεται αντί να υποχωρεί; Τι καθορίζει τελικά τη στάση αρκετών νέων εργαζόμενων;
Η απάντηση του ερωτήματος έχει αξία για τις/τους εργαζόμενες/ους και την εργατική πολιτική, αν κατ’ αρχήν τεθεί όπως πραγματικά είναι. «Γιατί οι νέες και οι νέοι δεν βρίσκουν εργασία που να τους ικανοποιεί, έστω σε ένα βαθμό, σήμερα»; Η αλλαγή της τοποθέτησης του ερωτήματος δεν είναι απλά ζήτημα σκοπιάς, αλλά και ουσίας. Η «οδύνη στην εργασία» είναι μια συζήτηση που απασχολεί εδώ και 15 χρόνια την Ευρώπη. Η περίοδος της πανδημίας, εκτός των άλλων, ήταν για πολλούς εργαζόμενους και μια τομή στον τρόπο θέασης των πραγμάτων. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές του δημόσιου συστήματος υγείας βοήθησαν να γίνει κατανοητή η κοινωνική καταστροφή από την ιδιωτικοποίηση-επιχειρηματικοποίηση των δημόσιων αγαθών. Μαζί τους οι εργαζόμενοι στα τρόφιμα, στην καθαριότητα και οι ντελιβεράδες, που στήριξαν την κοινωνία. Όλα αυτά έφεραν το κρυμμένο μυστικό του καπιταλισμού στην επιφάνεια. Αυτοί που παράγουν και βαστούν τη ζωή αξίζουν όλο τον πλούτο αντί να τον κλέβουν όσοι παρασιτούν και κερδίζουν πάνω στην εργασία τους.
Ταυτόχρονα ήρθαν στην επιφάνεια οι ανάγκες της πραγματικής ζωής. Οι κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις που έχουν αλλοτριωθεί, η νοηματοδότηση αξιών και πραγμάτων μακριά από τον χώρο εργασίας. Μια νέα πεποίθηση του ρόλου, μια νέα εκτίμηση των ικανοτήτων αλλά και μια νέα τοποθέτηση της αξίας της ζωής και του ανθρώπου απέναντι στην καπιταλιστική κρίση αχνοφάνηκε. Γι’ αυτό η καταστολή εν μέσω πανδημίας έγινε πιο άγρια. Όλα αυτά οδήγησαν στο μεγάλο κύμα παραίτησης που ακολούθησε την πανδημία, το οποίο η κυρίαρχη πολιτική προσπάθησε να το μετατρέψει σε κύμα παραμονής στη θέση εργασίας, με το σλόγκαν «Πώς να παραμένεις ενώ θέλεις να φύγεις». Τώρα είναι η ώρα της «Μεγάλης απαίτησης» ή «μεγάλης διαπραγμάτευσης». Παίρνει τη θέση της στις σημαίες πολλών διεκδικητικών αγώνων σαν μείωση του χρόνου εργασίας ή δημοκρατία. Η ποιότητα και η προοπτική της εργασίας αποκτά νέο κύρος και στα πιο πληττόμενα στρώματα της εργατικής τάξης, που μετά την πανδημία διεκδικούν καλύτερους όρους με την πεποίθηση ότι δεν αποτελούν τους κοινωνικά απόκληρους αλλά αυτούς που «έσωσαν» την κοινωνία από τον πανδημικό θάνατο. Το μπόλιασμα αυτών των αναζητήσεων του κόσμου της εργασίας με τη βαθύτερη αμφισβήτηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και η ανάπτυξη αιτημάτων στον ορίζοντα της κοινωνικής απελευθέρωσης μπορεί να μετατρέψει την πεποίθηση σε ανατρεπτική πράξη της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Γιατί το λυκόφως κράτησε πολύ…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (4.2.24)