Αιμιλία Καραλή
Στην ταινία του Θ. Αγγελόπουλου Το βλέμμα του Οδυσσέα βλέπουμε ένα κομματιασμένο άγαλμα του Λένιν πάνω σε ένα ποταμόπλοιο στον Δούναβη.
Η εικόνα του αποκαθηλωμένου και σπαραγμένου ομοιώματος του Λένιν γίνεται λόγος ενάντια στη σιωπή, γίνεται λόγος της Ιστορίας.
Σε μια από τις σημαντικότερες σκηνές της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου, Το βλέμμα του Οδυσσέα (1995), βλέπουμε ένα κομματιασμένο άγαλμα του Βλαντιμίρ Λένιν να αναπλέει τον Δούναβη πάνω σε ένα ποταμόπλοιο. Προορισμός του η Γερμανία, προκειμένου να πουληθεί σε Γερμανούς συλλέκτες. Το δάχτυλο του αγάλματος δείχνει αόριστα το κενό, σαν να μην έχει τίποτα πια να δείξει, πουθενά να κατευθύνει. Και στις όχθες του ποταμού κόσμος παρακολουθεί το ταξίδι· μερικοί σταυροκοπιούνται σαν να παρακολουθούν μια κηδεία, άλλοι είναι ακίνητοι και σιωπηλοί. «Η σιωπή των αγαλμάτων και η σιωπή της Ιστορίας», γράφει ο Αγγελόπουλος. Η εικόνα όμως του αποκαθηλωμένου και σπαραγμένου ομοιώματος του Λένιν γίνεται λόγος ενάντια στη σιωπή, γίνεται λόγος της Ιστορίας.
100 χρόνια πέρασαν από τον θάνατο του Λένιν τον Γενάρη του 1924, 12 χρόνια από τον θάνατο του Θόδωρου Αγγελόπουλου τον Γενάρη του 2012. Σύμπτωση είναι βέβαια ο μήνας που «έφυγαν» από τη ζωή και τα μεγέθη τους διαφέρουν σε πολλά. Οι τρόποι όμως που διαμόρφωσαν την ιστορία του καθενός και σφράγισαν την πορεία τους έχουν πολλά κοινά στοιχεία. Είναι όλα εκείνα που συνθέτουν μια πολύπλευρη προσωπικότητα που τέμνει καθοριστικά την εποχή της και επηρεάζει την πορεία της, εμπνέει με το παράδειγμά της, τη δύναμη της σκέψης της, την επιμονή και το πείσμα της να κάνει δυνατά τα αδύνατα.
«Η ποίηση, η μουσική και η επανάσταση πάντα θ’ απασχολούν το έργο μου», έλεγε ο Αγγελόπουλος σε μια συνέντευξή του μετά τη βράβευσή του με τον Χρυσό Φοίνικα για την ταινία του Μια αιωνιότητα και μια μέρα, το 1998. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στα έργα του όλες οι τέχνες συμβάλλουν στην ιδιαίτερη επαναστατική κινηματογραφική του σύνθεση. Η κοινωνική και πολιτική επανάσταση σαν αίτημα και σαν στόχος, οι προσδοκίες και οι ματαιώσεις, η συντριβή και η διάψευση, οι ήττες αλλά και ο συνεχής αγώνας, το πείσμα, διαπερνούν το έργο του σκηνοθέτη. Στον Θίασο οι νεαροί επαναστάτες διαβάζουν αποσπάσματα από τη Χρεωκοπία της Β΄ Διεθνούς του Λένιν για τα χαρακτηριστικά των επαναστατικών συνθηκών, προκειμένου να προετοιμαστούν για ό,τι μετέπειτα επέρχεται. Στους Κυνηγούς ο νεκρός αντάρτης του Δημοκρατικού Στρατού γίνεται ο εφιάλτης των εκπροσώπων της αστικής τάξης με τη χαίνουσα πληγή του. Στον Μεγαλέξανδρο οι αναρχικοί «δανείζονται» τα λόγια του Α. Μπέρκμαν για να καταγγείλουν τον δεσποτισμό που απειλεί να συντρίψει το πνεύμα της επανάστασης.
Στην «Αθήνα» είναι ακόμη ορατά στους τοίχους τα αποτυπώματα από τις σφαίρες των Δεκεμβριανών και κρατά ο απόηχος από το «Παιδιά σηκωθείτε…». «Η απάντηση του ονειροπόλου στη λογική των ισορροπιών» γίνεται ένα διαρκές ερώτημα για «όσους μιλούν τη γλώσσα των κυνηγημένων» στο Ταξίδι στα Κύθηρα, για «όσους ξοδεύτηκαν στα ραντεβού με την Ιστορία», «πιστεύοντας πως θ’ αλλάξουν τον κόσμο» στον Μελισσοκόμο. Κι αν «τίποτε δεν ήλθε όπως θέλαμε» όπως ο Σολωμός της Αιωνιότητας εξακολουθεί να θέλει να «τραγουδήσει την επανάσταση, να κλάψει τους νεκρούς και ν’ ανακαλέσει το χαμένο πρόσωπο της ελευθερίας». Και το κάνει και στο Λιβάδι που δακρύζει, όπου οι θυμοί της Ιστορίας μάτωσαν τους αθώους. Και θυμάται τους «πολιορκητές του ουρανού» –όπως ονόμασε ο Μαρξ τους επαναστάτες της Παρισινής Κομμούνας– στη Σκόνη του χρόνου, που αν και «τους σάρωσε η ιστορία», εξακολουθούν να προσπαθούν να φτάσουν το «τρίτο φτερό», τη δύναμη των ιδεών που θα πλάσει έναν κόσμο ανοιχτών οριζόντων.
Σαν εκείνων που προσδοκούσαν και οι ιδέες του Λένιν όταν άκουγε, για παράδειγμα, στον Μπετόβεν τα θαύματα των ανθρώπων, όταν προέτρεπε το 1911 τους εργάτες να διαβάσουν –τον πολιτικά αντιδραστικό Τολστόι– για να καταλάβουν βαθύτερα την εποχή και να μπορέσουν να κάνουν την επανάσταση. Έναν κόσμο όπου οι επαναστάτες δεν θα αναμασούν διατυπώσεις του Μαρξ αλλά θα εμπνέονται από τον τρόπο που ο Μαρξ έγινε Μαρξ: αφομοιώνοντας όλον τον πολιτιστικό πλούτο της ανθρωπότητας (από τις τέχνες, τις επιστήμες, την φιλοσοφία) και διαμορφώνοντας μια κοινωνία όπου όλοι οι άνθρωποι θα είχαν πρόσβαση και δικαίωμα σε αυτόν, για να δημιουργήσουν το δικό τους πρωτότυπο. Όπως έκανε και ο ίδιος στο δικό του έργο· όπως στήριξε και ό,τι πρωτοποριακό έθρεψε η εποχή του.
Και η δική μας εποχή έχει –ακόμη– ποτάμια. Έχει και θάλασσες και φουρτούνες. Έχει και πλοία
Και η δική μας εποχή έχει –ακόμη– ποτάμια. Έχει και θάλασσες και φουρτούνες. Έχει και πλοία. Ποιοι θα είναι οι επιβάτες και πλοηγοί ταυτόχρονα; Και με ποια εφόδια θα πλεύσουν και προς τα πού; Ο Θόδωρος κι ο Βλαντιμίρ μας έδειξαν το δικό τους ταξίδι και τον τρόπο τους. Με αυτούς και χωρίς αυτούς, το ταξίδι συνεχίζεται για όσους δεν θέλουν να γίνονται «λάφυρα του ανέμου που αναστρέφει το πέλαγο» και να βρεθούν «στον βυθό της αβύσσου» (Κ. Καρυωτάκης).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (27.1.24)