Στο δεύτερο μέρος, (εδώ το πρώτο μέρος), της συνέντευξής μας τον Δρ Σιρ Χέβερ, συντονιστή της εκστρατείας για Μποϊκοτάζ, Απόσυρση Επενδύσεων, Κυρώσεις (BDS) κατά του κράτους του Ισραήλ, συζητάμε για τις ιδιαιτερότητες του ισραηλινού μιλιταρισμού και της πολεμικής βιομηχανίας. «Δεν έχουμε πλέον κυρίως κρατικά αιτήματα για ανάπτυξη εξοπλισμού, αλλά αιτήματα ιδιωτικών εταιριών προς την κυβέρνηση να προσαρμόσει την εξωτερική πολιτική προς διευκόλυνση των πωλήσεών τους»(!), λέει ο ισραηλινός αγωνιστής. Ο Σ. Χέβερ μιλά για τον κυρίαρχο ρατσισμό, την ιδιωτικοποίηση της βίας, τον νόμο που απαγορεύει να διαβάζει κανείς υλικά της «Χαμάς», οδηγώντας σε μια «αστυνομία σκέψης».
Συνέντευξη στον Έκτορα-Χαβιέ Δελαστίκ
Ποια θεωρείτε βασικά στοιχεία της σύγχρονης ισραηλινής εθνικής ταυτότητας;
Ο ισραηλινός μιλιταρισμός έχει αλλάξει πολύ. Αρχικά, η ραχοκοκαλιά στρατού και κυβέρνησης ήταν ένα μικρό ομοιογενές σύνολο ανθρώπων, αποκλειστικά ανδρών, μη θρησκευόμενων, κατά κύριο λόγο από ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως Πολωνία και Ρωσία (Ασκενάζι Εβραίοι). Δημιούργησαν ένα σύστημα όπου συναποφάσιζαν στρατηγοί, κυβέρνηση και πολεμική βιομηχανία, με την οικονομία να δομείται αναλόγως. Υπάρχει ένα βιβλίο που λέγεται Όχι ένα κράτος με στρατό, αλλά ένας στρατός με κράτος. Στo πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων περικοπών, οικονομικών και τεχνολογικών αλλαγών, πολλοί από την παλαιά φρουρά στρατηγών μένουν άνεργοι και ξεπερασμένοι, δημιουργώντας ένα επιθετικά απογοητευμένο στρώμα. Ταυτοχρόνως μεταβάλλεται και η ισραηλινή κοινωνία, με νέα κύματα μεταναστών από αραβικές ή μουσουλμανικές χώρες (Μιζράχι Εβραίοι), να ζητούν εκπροσώπηση στην πολιτική εξουσία, χωρίς να έχουν αυτή τη βαθιά σύνδεση με τον στρατό.
Μην κάνετε το λάθος να υποθέσετε πως λιγότερος μιλιταρισμός σημαίνει λιγότερη βία. Αντιθέτως, η βία ιδιωτικοποιήθηκε. Μετατράπηκε σε ιδιωτικές εταιρίες ασφαλείας, τάγματα εφόδου, εποίκους που δημιουργούν τις δικές τους οπλισμένες πολιτοφυλακές οι οποίες δρουν παράλληλα, αλλά εκτός στρατιωτικού ελέγχου, και ιδιώτες οπλοφορούντες πολίτες. Πρόκειται για πολύ επικίνδυνη κατάσταση, με την κυβέρνηση να δυσκολεύεται στην άσκηση ελέγχου στη βία. Βλέπουμε τον υπουργό Ασφαλείας, Μπεν-Γκβιρ, να μοιράζει όπλα σε πολιτικούς υποστηρικτές του, δημιουργώντας προσωπική, ανεπίσημη πολιτοφυλακή. Αυτό δεν είναι μιλιταρισμός – είναι ένας στρατός εκτός ελέγχου, είναι συνταγή για εμφύλιο.
Η κυβέρνηση Νετανιάχου, έχει λόγω και έργω, τα χαρακτηριστικά ακροδεξιάς, ολοκληρωτικής κυβέρνησης. Ήταν συνεχής ο δρόμος προς αυτήν ή υπήρξαν ποιοτικά άλματα;
Το κεντρικό σημείο της ακροδεξιάς της ταυτότητας είναι ο ρατσισμός. Είναι η ιδέα πως το εβραϊκό κράτος ανήκει αποκλειστικά στους Εβραίους και πως κάθε μη Εβραίος δεν είναι πολίτης με πλήρη δικαιώματα. Αυτό φυσικά δεν δημιουργεί ένα απλό δίπολο, αλλά μια περίπλοκη ιεραρχία εντός του εβραϊκού πληθυσμού και μια διαφορετική για τον μη εβραϊκό. Είναι απαρτχάιντ, το οποίο δεν είναι απαραίτητα ολοκληρωτικό. Υπάρχει ένα ποιοτικό άλμα: τον Σεπτέμβριο θα είχα απαντήσει «όχι, δε μιλάμε για ολοκληρωτισμό, το καθεστώς είναι χαοτικό και η ελευθερία του λόγου για τους Εβραίους δεν περιορίζεται δια νόμου, αλλά εξωθεσμικά». Τώρα, όμως, η ισραηλινή κυβέρνηση χρησιμοποιεί το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης -το οποίο πολύ σπάνια έχει χρησιμοποιηθεί από το 1948- ώστε να σωπάσει δημοσιογράφους που δεν είναι με την κυβέρνηση. Ένας νέος νόμος που πέρασε στις αρχές Νοέμβρη ποινικοποιεί την κατανάλωση υλικού της Χαμάς — και η κυβέρνηση αποφασίζει τι είναι «Χαμάς». Η δυνατότητα μιας κυβέρνησης να κρίνει πώς σας επηρεάζει ένα κείμενο που διαβάσατε ή να κρίνει πώς σκέφτεστε γι’ αυτό, αποτελεί «αστυνομία σκέψης» και ως εκ τούτου εξ ορισμού ολοκληρωτική. Είναι κίνηση πολιτικού πανικού και απώλειας ελέγχου.
Θα θέλατε να μας δώσετε μια γενική εικόνα των σχέσεων μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στην εξοπλιστική βιομηχανία;
Το ισραηλινό μοντέλο αρχικά είχε κρατική ιδιοκτησία των εταιριών παραγωγής εξοπλισμού. Για να χρηματοδοτηθεί η έρευνα οπλικών συστημάτων, επιτράπηκε η εξαγωγή παλαιού οπλισμού, επιτρέποντάς τους για πρώτη φορά επιχειρηματικές αποφάσεις. Το επόμενο βήμα λαμβάνει χώρα στον απόηχο του πολέμου του 1967, όταν ο μεγαλύτερος προμηθευτής του Ισραήλ, η Γαλλία, αποφάσισε να σταματήσει την προμήθεια όπλων, με το Ισραήλ να ανταποκρίνεται αποφασίζοντας να παράγει το ίδιο τον οπλισμό του. Ο πόλεμος του 1973 αποτέλεσε καταλύτη εξελίξεων. Μεσούντος του πολέμου, οι ΗΠΑ ξεκίνησαν να προμηθεύουν το Ισραήλ με δωρεάν εξοπλισμό και του επέτρεψαν να αναπτύξει πολεμική βιομηχανία με όρο μη ανταγωνισμού. Τότε ξεκίνησε το Ισραήλ να έχει πλήρως ιδιωτικές βιομηχανίες όπλων. Το 2018 η πρώτη σε μέγεθος Elbit Systems εξαγόρασε την τέταρτη, IMI, ώστε (ιδιωτική ούσα) έγινε η μεγαλύτερη παραγωγός όπλων εντός Ισραήλ. Σήμερα υπάρχουν περίπου 600 ιδιωτικές εξοπλιστικές εταιρίες, κάποιες ελεγχόμενες από πρώην στρατηγούς, μερικοί εκ των οποίων είχαν και πολιτική σταδιοδρομία.
Ο ιδιωτικός τομέας χρησιμοποιεί την κατοχή της Γάζας για λόγους προώθησης. Για να πουλήσουν εξοπλισμό σε άλλες χώρες, όπως π.χ. στην Ελλάδα, μιλούν για σύστημα ασφαλείας, το οποίο τις αφορά
Αυτό μας οδηγεί στη χρήση της κατοχής της Γάζας από τον ιδιωτικό τομέα για λόγους προώθησης. Για να πουλήσουν εξοπλισμό σε χώρες χωρίς απαρτχάιντ, όπως π.χ. στην Ελλάδα, δημιουργούν ένα διαφημιστικό οικοσύστημα το οποίο καλείται να παρουσιάσει την κατοχή ως μέρος ενός συστήματος ασφαλείας το οποίο αφορά και τις ελληνικές ανάγκες. Αυτό έχει γίνει πυλώνας της εξωτερικής πολιτικής, με την ιδιωτικοποίηση της εξοπλιστικής βιομηχανίας να επιβάλλει αλλαγή προτεραιοτήτων: Δεν έχουμε πλέον κυρίως κρατικά αιτήματα για ανάπτυξη εξοπλισμού, αλλά αιτήματα ιδιωτικών εταιριών προς την κυβέρνηση να προσαρμόσει την εξωτερική πολιτική προς διευκόλυνση των πωλήσεών τους. Εξηγούνται έτσι οι ισχυρές σχέσεις με τη Βραζιλία του Μπολσονάρο, την Ινδία του Μόντι, την Ουγγαρία του Ορμπάν κλπ.
Πώς ανταποκρίνεται ο ιδιωτικός τομέας στη γενοκτονία στη Γάζα;
Τώρα βλέπουμε μερικές από αυτές τις εταιρίες να προσεγγίζουν την κυβέρνηση προσφέροντας υποστήριξη στους σκοτωμούς στη Γάζα (υλική υποστήριξη, εντοπισμό ανθρώπων, παραπληροφόρηση κ.α.), φαινομενικά δωρεάν ή με μελλοντικά ανταλλάγματα. Ιδιωτικές εταιρίες αποκτούν στρατιωτική διαβάθμιση ασφαλείας και συμμετέχουν άμεσα στη χάραξη στρατιωτικής πολιτικής. Πρόκειται για μισθοφορική σχέση.
Πώς θα περιγράφατε τη διεθνή πλευρά της οικονομίας του εμπορίου όπλων;
Οι ιδιωτικές ισραηλινές εταιρίες, παρά το ότι θα περιμένατε, δεν πηγαίνουν ιδιαίτερα καλά. Αντιθέτως, με το που ξεκίνησε η επίθεση στη Γάζα, οι μετοχές των εταιριών πολεμικού εξοπλισμού των ΗΠΑ, όπως η Boeing, η Northrop Grumman, η Raytheon, αυξήθηκαν κατά 30%. Ευρισκόμενες στην άλλη άκρη του κόσμου, μπορούν να επενδύσουν στον πόλεμο στην Παλαιστίνη, παρά τις ανθρώπινες απώλειες και την πιθανή κατάρρευση της ισραηλινής οικονομίας. Δημόσιο χρήμα των ΗΠΑ χρηματοδοτεί την πολεμική αυτή μηχανή με όπλα πάλι των ΗΠΑ. Μέχρι το 2016, το Ισραήλ ήταν η μόνη χώρα στον κόσμο με ειδική χρηματοδότηση από τις ΗΠΑ η οποία έδινε το δικαίωμα έως και 20% των χρημάτων να κατευθυνθεί σε ισραηλινές εταιρίες όπλων. Η κυβέρνηση Ομπάμα το χαμήλωσε σταδιακά σε 0%, διασφαλίζοντας πως το κονδύλι θα πηγαίνει αποκλειστικά σε εταιρίες των ΗΠΑ. Ας μην ξεχνάμε τη ρήση του Χένρι Κίσινγκερ, πως «για κάθε τανκ που αγοράζει το Ισραήλ, οι γείτονές του αγοράζουν άλλα τέσσερα από τις ΗΠΑ». Πρόκειται για πολεμοκαπηλία και συνδέεται άμεσα με τις αρνητικές ψήφους των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη όσον αφορά ανθρωπιστική βοήθεια και εκεχειρία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (2.12.23)