Δημήτρης Σταμούλης
▸«Οδηγός μας οι μικρές και μεγάλες νίκες σε χώρους δουλειάς», λένε εργαζόμενοι στο Πριν
«Ο κλάδος της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα της εργασιακής ζούγκλας που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί τεράστια επίθεση από τις πολιτικές που προωθούν κυβερνήσεις και ΕΕ στηρίζοντας τα συμφέροντα της εργοδοσίας», τονίζουν στο Πριν η Κωνσταντίνα Θεοχαροπούλου και ο Θοδωρής Παπαχρόνης, υποψήφιοι με τις Αυτόνομες Ριζοσπαστικές Παρεμβάσεις Κινήσεις Συσπειρώσεις στην ιδιωτική εκπαίδευση-ενωτικό αγωνιστικό ψηφοδέλτιο, με αφορμή τις εκλογές που πραγματοποιούνται στο ΣΕΦΚ-Κλαδικό σωματείο στην ιδιωτική εκπαίδευση στις 1-3 Δεκεμβρίου.
Παρουσιάζοντας την καθημερινότητα των εργαζόμενων στην ιδιωτική εκπαίδευση, η Κωνσταντίνα Θεοχαροπούλου σημειώνει ότι «γίνεται όλο και πιο δύσκολη, με μισθούς που δεν καλύπτουν τις ανάγκες, υπερεργασία και απλήρωτες ώρες εργασίας, μη καταβολή δώρων και επιδομάτων, μαύρη και ανασφάλιστη εργασία, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ακόμα και του ενός μήνα, εργοδοτική αυθαιρεσία και τρομοκρατία». Αναφερόμενη στους νόμους Χατζηδάκη Γεωργιάδη, που νομιμοποιούν την ελαστική εργασία, προσθέτει ότι «η κατάσταση αυτή οξύνεται μιας και πλέον, η εργασία σε παραπάνω από έναν εργοδότη και η δουλειά σε Κυριακές και αργίες αποκτούν νομική κατοχύρωση, ενώ ταυτόχρονα ποινικοποιούνται οι εργατικοί αγώνες και η συνδικαλιστική δράση. Συνολικά, κυβέρνηση και ΕΕ νομοθετούν με βάση τις επιταγές του κεφαλαίου για αύξηση της κερδοφορίας και ξεζούμισμα των εργαζόμενων ανοίγοντας το δρόμο για αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις και στη δημόσια παιδεία».
Σε ερώτηση του Πριν σχετικά με το κατά πόσο η εργοδοτική τρομοκρατία δυσκολεύει τις προσπάθειες συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των εργαζομένων, ο Θοδωρής Παπαχρόνης εξηγεί πως «ένα από τα πιο βασικά προβλήματα αποτελεί η συνεχώς αυξανόμενη τρομοκρατία από την πλευρά των εργοδοτών, οι οποίοι δεν διστάζουν ακόμα και να διώκουν δικαστικά ή/και να απολύουν εργαζόμενους όποτε αυτοί δεν “προσαρμόζονται” στις απαιτήσεις τους, όταν διεκδικούν ακόμα και τα αυτονόητα, δηλαδή τα δεδουλευμένα τους. Κατακτημένα δικαιώματα και αργίες, όπως 17 η Νοέμβρη και Τριών Ιεραρχών, τίθενται διαρκώς υπό αμφισβήτηση και μόνο η αγωνιστική δράση των εργαζόμενων και των σωματείων μπορεί να τις επιβάλλει. Ενώ, ο φόβος της απόλυσης ή της μη ανανέωσης και οι μειωμένες προσδοκίες που συστηματικά καλλιεργούνται από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία οδηγούν συχνά στην αποδοχή του υπάρχοντος πλαισίου στον κλάδο».
Ωστόσο υπάρχουν παραδείγματα ενός άλλου δρόμου που γεμίζουν αισιοδοξία τους αγωνιζόμενους στον κλάδο. «Η μαζικοποίηση του σωματείου τα τελευταία χρόνια, οι σωματειακές επιτροπές σε μεγάλους ομίλους και οι μικρές και μεγάλες νίκες στους χώρους δουλειάς δίνουν ελπίδα και δείχνουν το δρόμο», τονίζει ο Θ. Παπαχρόνης.
Δύο χρόνια «κλαδικός» με κριτήριο την ενότητα
Αναφερόμενη στον απολογισμό από την «κλαδικοποίηση» του ΣΕΦΚ, η Κ. Θεοχαροπούλου σημειώνει: «Στα δύο χρόνια κλαδικοποίησης του σωματείου, έχουν γίνει σημαντικά βήματα ώστε να γειωθεί σε δομές και ειδικότητες της ιδιωτικής εκπαίδευσης που μέχρι πρόσφατα δεν είχε παρέμβαση, αλλά και να συσπειρώσει εργαζόμενους/ες σε αυτά. Ο κατακερματισμός σε τόσους χώρους με διαφορετικές συνθήκες εργασίας δυσκολεύει την προσπάθειά μας, αλλά θεωρούμε ότι μόνο η ενότητα των εργαζομένων και η κοινή πάλη για ίση αμοιβή και ίσα δικαιώματα για ίση εργασία μπορούν να δώσουν απάντηση στα ερωτήματα και τις ανάγκες τους».
Όπως εξηγεί, φιλοδοξία για το επόμενο διάστημα, είναι να ενταχθούν στην καθημερινή πάλη του σωματείου οι διεκδικήσεις για συμβάσεις και δουλειά με δικαιώματα στους κρίσιμους κλάδους των ΙΕΚ, των ιδιωτικών σχολείων και των Κέντρων Ξένων Γλωσσών.
Ποια είναι όμως η θέση ενός κλαδικού σωματείου σαν τον ΣΕΦΚ απέναντι στον αστικοποιημένο συνδικαλισμό και τη γραφειοκρατία; Πώς μπορεί να συμβάλει ώστε να υπάρξουν νίκες για τους εργαζομένους στο σήμερα; Όπως τονίζει ο Θ. Παπαχρόνης, «απέναντι στον κατακερματισμό των εργαζομένων και των αιτημάτων τους, το σωματείο απαντά με την οργάνωση και ενότητα όλων των εργαζομένων, των ελαστικά εργαζομένων, των ανέργων, την ενοποίηση των αιτημάτων τους και την κοινή πάλη για την ικανοποίησή τους. Και η κλαδικοποίηση του σωματείου, σε αντιπαράθεση με τη λογική των συντεχνιακών αγώνων που προβάλλει η γραφειοκρατία, είναι ένα πρώτο βήμα στην κατεύθυνση αυτή».
«Δε μένουμε όμως εκεί», προσθέτει ο Κ. Θεοχαροπούλου. «Από τη μια, παίρνουμε πρωτοβουλίες για την αγωνιστική συνάντηση του κλάδου και τον συντονισμό των σωματείων του κλάδου με κατεύθυνση και κριτήριο τους αγώνες και τη σύγκρουση με την εργοδοσία. Και από την άλλη, έχουμε αταλάντευτη γραμμή συγκρότησης ενός άλλου πόλου σωματείων και επιτροπών αγώνα στο εργατικό κίνημα, ενός κέντρου μάχης που θα συνδέει τις άμεσες διεκδικήσεις με τους συνολικούς ανατρεπτικούς στόχους κόντρα στις λογικές της αναμονής και των κοινοβουλευτικών λύσεων».