Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ Ακρίβεια και ενίσχυση ανισοτήτων πίσω από τη «μεγέθυνση» της οικονομίας
Το επισφράγισμα της σκληρής ταξικής πολιτικής που εφάρμοσε η κυβέρνηση της ΝΔ και την είσοδο σε μία νέα περίοδο δημοσιονομικής πειθαρχίας, με όχημα τα πρωτογενή πλεονάσματα, θα αποτελέσει ο προϋπολογισμός του 2024, που κατατέθηκε ήδη στη Βουλή. Πρόκειται να ψηφιστεί στις 16 Δεκεμβρίου, μετά από 4ήμερη συζήτηση, και φυσικά να εγκριθεί με ονομαστική ψηφοφορία.
Βασικά χαρακτηριστικά και του προϋπολογισμού του 2024 θα είναι ο περιορισμός των δημόσιων δαπανών σε υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση και πολιτική προστασία. Μια επιλογή που θα υποστηριχτεί και από τα νομοσχέδια ιδιωτικοποίησης των τομέων αυτών, κάποια από τα οποία ίσως προηγηθούν της ψήφισης του προϋπολογισμού. Βασικό εργαλείο αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος θα είναι και για αυτήν τη χρονιά η έμμεση φορολογία, αφού θα ακολουθηθεί η γνωστή συνταγή της υπεραπόδοσης φόρων σε συνθήκες συνεχώς διογκούμενης ακρίβειας.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει έναν προϋπολογισμό ανάπτυξης (την εκτιμά στο 2,9%) και συνετής διαχείρισης, υποστηρίζοντας πως οι δαπάνες του είναι ανάλογες με τις αποδόσεις των δημοσιονομικών εσόδων. Όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει ο υφυπουργός Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, «οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού αυξήθηκαν το 2023 σε 72,7 δισ., έναντι 69,9 δισ., αλλά αντίστοιχα, αυξήθηκαν και τα καθαρά έσοδα από 62,1 δισ. σε 65,2 δισ. ευρώ. Τα έσοδα, όπως και οι δαπάνες, αυξάνονται, γιατί μεγαλώνει η οικονομία μας. Από μία οικονομία με 183 δισ. ΑΕΠ το 2019, έχουμε φέτος μία οικονομία με 224 δισ. ΑΕΠ και του χρόνου με 235 δισ. ΑΕΠ. Δηλαδή, περίπου, 30% μεγαλύτερη».
Αυξημένοι κατά 6,2 δισ. φόροι. Λιγότερα κονδύλια για κοινωνικές δαπάνες.
Ωστόσο, αυτό που αποκρύπτει η κυβέρνηση είναι πως η όποια «μεγέθυνση» της οικονομίας, αφενός, έρχεται με ενίσχυση των ανισοτήτων και, αφετέρου, στηρίζεται όχι στην παραγωγική ανάπτυξη αλλά… στην ακρίβεια. Αφού στη διατήρησή της, άρα και στην ύπαρξη αυξημένων έμμεσων φόρων, εδράζεται η πρόβλεψη για μεγάλα δημοσιονομικά έσοδα. Όπως ακριβώς έγινε και το 2023. Αυτά, ενώ αυξάνεται συνεχώς το ιδιωτικό χρέος, με τα δάνεια που έχουν περάσει σε funds να φτάνουν τα 87 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε τράπεζες τα 13,2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η φορολογική αφαίμαξη των ασθενέστερων κοινωνικά στρωμάτων καταγράφεται και στον προϋπολογισμό του 2024, αφού προβλέπει νέα αύξηση των εσόδων, παρά το γεγονός ότι υπάρχει υπεραπόδοση των εσόδων των φορολογικών για το 2023 από 56,7 δισ. που προϋπολογιζόταν εκτιμάται ότι θα εισπραχθούν 61,3 δισ. — δηλαδή 5 δισ. παραπάνω. Επίσης, προβλέπεται υπεραπόδοση και των τόκων, με αποτέλεσμα η συνολική αύξηση των δημοσιονομικών εσόδων να φτάνει τα 62,9 δισεκατομμύρια. Η συνολική περεταίρω φορολογική επιβάρυνση θα είναι 6,2 δισ. ενώ μόνον ο ΦΠΑ προβλέπεται αυξημένος κατά 2,2 δισεκατομμύρια. Αυτά, σε μία περίοδο συνεχών αυξήσεων που κάθε άλλο παρά αναμένεται να καμφθούν το 2024.
Όσον αφορά την κατανομή των φορολογικών βαρών, για πολλοστή φορά αυτή επιβαρύνει κατά κύριο λόγο τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους ανέργους και τους μικροεπαγγελματίες. Παρά τις αλχημείες του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο τοποθετεί τους μικρομεσαίους στην ίδια κατηγορία Φόρου Εισοδήματος Νομικών Προσώπων, ενώ στην πραγματικότητα οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και εταιρίες θα καταβάλουν ελάχιστα, ιδίως αν συνυπολογιστούν οι φοροαπαλλαγές.
Παράλληλα με τον προϋπολογισμό, η κυβέρνηση «τρέχει» ήδη ένα επικοινωνιακό πρόγραμμα προκειμένου να παρουσιάσει μία… φιλολαϊκή διανομή των πρωτογενών πλεονασμάτων που προέκυψαν και φέτος, με βάση τους στόχους που θέτει η ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, ανακοίνωσε τη διανομή 352 εκατομμυρίων, που προέρχονται φυσικά από την «υπεραπόδοση της οικονομίας» — (δηλαδή τη φοροληστεία της χρονιάς που εκπνέει). Στην ουσία πρόκειται για ένα πενιχρό ποσό αν το συγκρίνει κανείς με τα προαναφερθέντα δεδομένα της υπεροφορολόγησης. Αυτό θα διανεμηθεί σε ένα μικρό τμήμα των συνταξιούχων αφού με κριτήριο την προσωπική διαφορά και το εισόδημα θα εξαιρεθούν από το επίδομα που θα δοθεί περίπου 750.000 συνταξιούχοι. Επίσης μία μικρή εφάπαξ άυξηση θα υπάρξει στο μηνιαίο επίδομα όσων είναι ενταγμένοι στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα.