Παναγιώτης Ξοπλίδης
Η αποχώρηση της Σάρα Βάγκενκνεχτ και άλλων εννέα βουλευτών, μαζί και αρκετών στελέχών, με στόχο τη δημιουργία νέου κόμματος, δημιουργεί νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας.
H αναμενόμενη διάσπαση του γερμανικού Die Linke (Η Αριστερά) είναι πλέον γεγονός. Άλλωστε, το πολιτικό μόρφωμα που είχε σχηματιστεί το 2007 από την ένωση του πρώην κυβερνώντος κόμματος της ΓΛΔ με τμήμα που αποχώρησε από το δυτικογερμανικό SPD βρίσκονταν σε βαθιά και ανεπόδραστη κρίση. Έχοντας περάσει από κυβερνητικές θέσεις σε ομόσπονδα κρατίδια, σήμερα δεν έχει την παραμικρή σχέση με οτιδήποτε αφορά την εργατική τάξη, τον συνδικαλισμό, το αντιπολεμικό κίνημα. Ηγέτιδα του υπό διαμόρφωση νέου κόμματος είναι η Σάρα Βάγκενκνεχτ και προσωρινός τίτλος το «Για Λογική και Δικαιοσύνη».
Υπενθυμίζεται ότι ως τμήμα κυβερνητικών συνασπισμών, το Die Linke είχε προωθήσει ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, τις οποίες κάλυπτε με κάποια μέτρα «κοινωνικής ευαισθησίας», κυρίως σε ζητήματα δικαιωμάτων. Τα τελευταία χρόνια είδε την άλλοτε ισχυρή επιρροή του στην Ανατολική Γερμανία να καταρρέει, με την ταυτόχρονη άνοδο της ακροδεξιάς AfD. Η Βάγκενκνεχτ είχε δηλώσει ότι η Αριστερά πρέπει να επανέλθει στην κοινωνική της βάση, την εργατική τάξη, εγκαταλείποντας την ατζέντα του αταξικού δικαιωματισμού.
Το νέο κόμμα εκφράζει, έτσι, μια επαναφορά σε μια παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική ρητορική, την οποία συνδυάζει με την αντίθεσή της προς την στάση της Γερμανίας στον πόλεμο της Ουκρανίας. Συμμετείχε ενεργά στη διορ-
γάνωση αντιπολεμικών διαδηλώσεων, κόντρα στη στάση του Die Linke που συντάσσεται πλέον απόλυτα με το ΝΑΤΟ, προτείνοντας την άμεση άρση των κυρώσεων ενάντια στη Ρωσία. Αυτές, άλλωστε, έχουν προκαλέσει μεγάλη ζημιά στη γερμανική οικονομία και η θέση της Βάγκενκνεχτ επικοινωνεί με τμήματα ακόμα και της αστικής τάξης που βλέπουν ότι χάνουν κέρδη και επιρροή.
Στο πρόγραμμα που δημοσιοποίησε η ίδια, υπογραμμίζεται ότι η Γερμανία πρέπει να παραμείνει ισχυρή, βιομηχανικά ανεπτυγμένη και ανταγωνιστική, προσθέτοντας θέσεις για δικαιότερη κατανομή, καλύτερους μισθούς, αναβάθμιση των κοινωνικών παροχών με αντίθεση στις ιδιωτικοποιήσεις. Στην εξωτερική πολιτική γίνεται ευθεία παραπομπή στις «παραδόσεις του Βίλι Μπραντ και του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ». Τονίζει πως η Ρωσία πρέπει να είναι τμήμα της «αρχιτεκτονικής ασφαλείας της Ευρώπης», ενώ δεν κάνει οποιαδήποτε αναφορά στο ΝΑΤΟ, δηλώνοντας μόνο αντίθεση στη στρατιωτικοποίηση και τη συμμετοχή σε επεμβάσεις εκτός συνόρων, μια γραμμή που το γερμανικό κράτος είχε για δεκαετίες. Για την ΕΕ, υποστηρίζεται πως πρέπει να αποτελεί «μια αυθύπαρκτη οντότητα που συγκροτούν (εθνικά) κυρίαρχα κράτη σε ένα πολυπολικό κόσμο, η οποία δεν θα αναγκάζεται να διαλέγει στρατόπεδο στον ανταγωνισμό ανάμεσα σε ΗΠΑ και
Ρωσία-Κίνα».
Η Βάγκενκνεχτ επιχειρεί να επικοινωνήσει, επίσης, με το πολύ ισχυρό στη Γερμανία ρεύμα σκεπτικισμού προς τα περιοριστικά μέτρα και τα lockdown, το οποίο κυριαρχήθηκε από την ακροδεξιά. Γίνεται αναφορά σε μια πολιτική «που θέλει να επιβάλει στους ανθρώπους πώς θα ζουν, πώς θα θερμαίνονται, πώς θα σκέφτονται, πώς θα μιλούν». Προσπαθεί να εμφανιστεί ως αντισυστημική, χωρίς καμιά αναφορά στον καπιταλισμό, αλλά δηλώνοντας ότι «πολλοί έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στο κράτος και αισθάνονται πως δεν εκπροσωπούνται από κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα».
Το νέο κόμμα εκφράζει μια επαναφορά σε παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική ρητορική, ενώ φτιάχνει γέφυρες για τους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς
Όσον αφορά το μεταναστευτικό-προσφυγικό, αν και διακηρύττει πως «απορρίπτουμε ακροδεξιές, ρατσιστικές και βίαιες ιδεολογίες κάθε είδους», ταυτόχρονα δηλώνει πως «η μετανάστευση δεν αποτελεί τη λύση για τη φτώχεια στον κόσμο μας», τονίζοντας την αναγκαιότητα μη διατάραξης των ισορροπιών και των υποδομών της Γερμανίας. Προτείνει αύξηση της αναπτυξιακής βοήθειας προς τις χώρες καταγωγής των μεταναστών και προσφύγων, ενώ ζητά φορολόγηση των πλουσίων, ώστε να εξασφαλιστούν πόροι που να ενισχύσουν τις γεννήσεις και τις νέες γενιές στην ίδια τη Γερμανία.
Οι θέσεις αυτές όχι μόνο δεν είναι περιθωριακές αλλά ήδη φαίνεται πως βρίσκουν απήχηση σε σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης. Για του λόγου το αληθές, σε δημοσκόπηση το κόμμα της Βάγκενκνεχτ υποστηρίζεται από το 12,5% των ερωτηθέντων, ενώ το 27% δηλώνει ότι θα μπορούσε να το ψηφίσει. Καταγράφονται μετατοπίσεις κυρίως από ψηφoφόρους της AfD, τους οποίους η Βάγκενκνεχτ επιδιώκει να πάρει, χωρίς όμως να τους προσεγγίσει μέσω του κινήματος και της ταξικής τους θέσης. Στόχος της είναι πιο πολύ να δώσει «αριστερό» χρώμα στην αντιμεταναστευτική τους θέση και αυτό, στην ιστορία της Γερμανίας, έχει αποδειχτεί προβληματικό κι επικίνδυνο.
Στην Ευρώπη σήμερα αναδεικνύεται –στο κενό που αφήνει η κατάρρευση της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας–
ένα πλέγμα σχηματισμών με προσωποκεντρικό χαρακτήρα, οι οποίοι κινούνται στα όρια του συστήματος, προβάλλοντας έναν λόγο και ένα σύνολο θέσεων που κινούνται από το απλό έως το απλοϊκό, που σε πολλές περιπτώσεις χαϊδεύουν αυτιά. Όμως στη Γερμανία, την ηγεμονική δύναμη της ΕΕ, η θέση αυτή είναι εξαρχής πολύ πιο ολισθηρή.