Γιώργος Μουρμούρης / Αποστολή στη Θεσσαλία
Πλημμυροπαθείς και ξεχασμένοι
«Μας ξέχασαν» είναι η μόνιμη επωδός των πλημμυροπαθών στα χωριά της Καρδίτσας, όταν αναφέρονται στο κεντρικό και το τοπικό κράτος, αλλά και τα ΜΜΕ. Σαράντα μέρες μετά τη σαρωτική επέλαση του «Daniel», η καταστροφή στη Θεσσαλία μοιάζει να έχει εξαφανιστεί από τη δημόσια ατζέντα. οι σποραδικές αναφορές στα μέσα ενημέρωσης αφορούν πλέον αναπαραγωγή των δελτίων Τύπου του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας για τα ποσά που καταβάλλονται στο πλαίσιο της πρώτης αρωγής.
Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, τα θύματα της κλιματικής κρίσης και της παντελούς αδιαφορίας της πολιτείας για την ανθρώπινη ζωή παλεύουν με τις λάσπες. Οι περισσότεροι δεν έχουν πάρει τα 6.600 ευρώ που δίνονται ως βοήθημα για τα τρέχοντα έξοδα. Τα χωριά της Καρδίτσας που επλήγησαν σφοδρά από την πλημμύρα παραμένουν βυθισμένα στο σκοτάδι. Οι κάτοικοί τους που τα εγκατέλειψαν, προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα όπως-όπως στις γύρω πόλεις και κωμοπόλεις. Γυρίζουν με κάθε ευκαιρία στα σπίτια τους και προσπαθούν να βρουν πού θα πατήσουν για να κάνουν μια νέα αρχή. Μόνοι ή με τη βοήθεια εθελοντών πετούν έξω από το σπίτι έπιπλα, στρώματα, ρούχα, συσκευές, κάδρα και παιχνίδια. Κάποιοι με γάντια και μάσκες, άλλοι απλώς με πρόχειρα ρούχα, πλένουν με όση πίεση έχει το λάστιχο τους εσωτερικούς τοίχους των σπιτιών τους. Οι γραμμές της λάσπης περνούν το κλιματιστικό και φτάνουν ως το ταβάνι. Πολλά παράδοξα θυμίζουν τι προηγήθηκε: Αχυρόμπαλες στις στέγες, δεξαμενές πετρελαίου πεταμένες σαν παιχνίδια, ακόμα και ένας κάδος στην ταράτσα κατοικίας.
Τα χωράφια παραμένουν πλημμυρισμένα ή γεμάτα λάσπη, πέτρες, ξύλα και άλλα φερτά υλικά. Καλλιέργειες με βαμβάκι καταστράφηκαν λίγο πριν τη συγκομιδή και έχουν μετατραπεί σε ατελείωτες καφέ εκτάσεις. Καρούλια και λάστιχα είναι διάσπαρτα παντού. Στην επόμενη ημέρα του «Daniel» κυριαρχούν εικόνες προσφυγιάς.
Παναμάς Καρδίτσας: Μια κωμόπολη που ακόμα μετρά τις πληγές της
Δύο τεράστιες χωματερές καλωσορίζουν τον επισκέπτη στον Παλαμά Καρδίτσας. Έχοντας ξεφυτρώσει μια στα ανατολικά και μία στα νότια της κωμόπολης των 6.000 κατοίκων, περιλαμβάνουν το εσωτερικό των εκατοντάδων σπιτιών που πλημμύρισαν στις αρχές Σεπτεμβρίου. Καναπέδες, στρώματα, χαρτιά και έγγραφα, ξύλα και παιχνίδια, στοιβάζονται σε τεράστιους σωρούς. Οι μύγες, που φαίνεται πως στα στάσιμα νερά και τον ζεστό καιρό βρήκαν ιδανικό πεδίο αναπαραγωγής, είναι το κυρίαρχο είδος. Παρά τη δυσωδία, πολλοί Ρομά, πιθανότατα πλημμυροπαθείς και οι ίδιοι, ψάχνουν στα σκουπίδια οτιδήποτε μπορεί να μεταπωληθεί.
Στον Παλαμά η ζωή μοιάζει να έχει μπει σε μια νέα κανονικότητα. Τα σκουπίδια που πετάχτηκαν έξω από τον οικιστικό ιστό έχουν αφήσει τους δρόμους καθαρούς. Τα μαγαζιά και οι καφετέριες άνοιξαν ξανά και σε πολλά σπίτια το αποτύπωμα της πλημμύρας δεν είναι πια έντονο. Όμως πίσω από την επιφανειακή κανονικότητα η πόλη μετρά τις πληγές της. «Ο κόσμος προσπαθεί να βρει κάποια πατήματα, αλλά τα φώτα έχουν σβήσει: Το τι συμβαίνει εδώ σε μεγάλο βαθμό έχει ξεχαστεί στην υπόλοιπη Ελλάδα και η κατάσταση πάει πλέον στον αυτόματο πιλότο» λέει στο Πριν ο Κώστας Μπούτας, κάτοικος του Παλαμά που από τα πρώτα εικοσιτετράωρα συμμετείχε στις πρωτοβουλίες αλληλεγγύης που στήθηκαν από εθελοντές. «Είναι ελάχιστη η μέριμνα από το κράτος, την περιφέρεια και τον δήμο. Κυρίως δίνουν κάποια τρόφιμα κάθε εβδομάδα με βάση το ΑΜΚΑ και αναλόγως τον αριθμό των μελών κάθε οικογένειας». «Υπάρχει ακόμα κόσμος που δεν έχει σπίτια και μένει στο κλειστό γυμναστήριο. Είναι γύρω στα 25 άτομα από τον Παλαμά και τα γύρω χωριά, κυρίως φτωχοί και μεγάλης ηλικίας άνθρωποι, που δεν έχουν σπίτι ή συγγενείς ούτε την οικονομική δυνατότητα να νοικιάσουν», εξηγεί, τονίζοντας ότι υπάρχουν ακόμα και περιπτώσεις κατοίκων που εξακολουθούν να ζουν στα γκρεμισμένα σπίτια.
Στον Παλαμά η πλημμύρα σάρωσε σχεδόν όσα πλινθόκτιστα οικήματα βρήκε στον δρόμο της. Σε πολλά σημεία της κωμόπολης υπάρχουν σπίτια μερικώς ή ολικώς γκρεμισμένα από το ύψος και την ορμή του νερού.Στο σπίτι της Βαγγελιώς Ράγια το νερό μπήκε από το κύμα που προκάλεσε η κατάρρευση του πλίθινου σπιτιού του γείτονά της. Εθελόντρια και η ίδια μαζί με τον Κώστα Μπούτα, καταγγέλλει έλλειψη συντονισμού ήδη από τις πρώτες ώρες της πλημμύρας. «Ακόμα και ο στρατός, όταν ήρθε, αν δεν ήμασταν εμείς που ξέρουμε την περιοχή για να τους κατατοπίσουμε, δεν θα μπορούσε να προσανατολιστεί με το GPS σε μια άγνωστη, πλημμυρισμένη περιοχή», εξηγεί.
Παντελή έλλειψη ενημέρωσης το βράδυ της πλημμύρας καταγγέλλει και ο Κώστας Μπούτας. «Δεν ενημερωθήκαμε το βράδυ της καταστροφής. Μήνυμα από το 112 ήρθε στις 6 το πρωί, όμως τότε είχαμε ήδη 2 μέτρα νερό», μας λέει. «Από πιο νωρίς έγραφαν διάφοροι στο facebook ότι έχει σπάσει το ανάχωμα στον Σοφαδίτη ποταμό και έρχεται μεγάλος όγκος νερού προς τον οικισμό. Εγώ κοιμόμουν. Με ξύπνησε η αδελφή μου στις 4 και μισή το πρωί, λέγοντάς μου ότι το νερό ανεβαίνει», περιγράφει. «Οι πρώτες ώρες ήταν δραματικές. Έβλεπες το νερό διαρκώς να ανεβαίνει και αναρωτιόσουν πού θα σταματήσει», θυμάται. Η βασική ευθύνη των αρχών, λέει, είναι ότι δεν ενημέρωσε κανείς τους κατοίκους για τον κίνδυνο που ερχόταν, με αποτέλεσμα να χαθούν ζωές. «Μια γυναίκα πνίγηκε επειδή ήταν κατάκοιτη και δεν μπορούσε να την πλησιάσει κανείς. Κινδύνευσε πάρα πολύς κόσμος από την έλλειψη ενημέρωσης»,
τονίζει.
Όταν πια το ύψος του νερού σταθεροποιήθηκε, στον Παλαμά επικράτησε μια απόκοσμη σιωπή. Το σκοτάδι και την ησυχία διατάρασσαν μόνο τα φώτα από τις βάρκες και, την πρώτη μέρα, οι φωνές των εγκλωβισμένων που δεν είχαν ούτε ένα μπουκάλι νερό. Οι βάρκες που διένειμαν βοήθεια έπρεπε να γυρνούν συνέχεια στη βάση τους για ανεφοδιασμό. «Μόνο στην τύχη αποδίδω το γεγονός ότι είχαμε τόσο λίγους νεκρούς», λέει ο Κώστας. Στην πραγματικότητα, τον Παλαμά τον έσωσε η αυτοοργάνωση των κατοίκων του, «οι γείτονες που αναρωτιόντουσαν ο ένας για τον άλλον αν είναι καλά», εξηγεί.
Από τις πρώτες ώρες μετά τον απεγκλωβισμό άλλωστε, όταν στους πλημμυρισμένους ακόμα δρόμους μπορούσαν να κινηθούν τρακτέρ, άρχισε η διανομή ειδών πρώτης ανάγκης που έφταναν από όλη την Ελλάδα από τους ίδιους τους κατοίκους και εθελοντές που έσπευσαν να βοηθήσουν τους πλημμυροπαθείς. «Από τη δεύτερη ή τρίτη μέρα της καταστροφής έφτασαν εθελοντές στον Παλαμά. Ήρθε η κοινωνική κουζίνα Άλλος Άνθρωπος, που μαγείρευαν από το πρωί ως το βράδυ πάνω από 9.000 μερίδες φαγητό ημερησίως», λέει ο Κώστας. Τις νταλίκες που έφταναν στον οικισμό ξεφόρτωναν οι ίδιοι οι ντόπιοι εθελοντές, που κατόπιν έκαναν τη διανομή, φτάνοντας ακόμη και σε απομακρυσμένα σημεία της κωμόπολης, που δεν είχε φτάσει βοήθεια.
Σαράντα μέρες μετά την καταστροφή, τα νερά μπορεί να έχουν υποχωρήσει όμως ο Παλαμάς βρίσκεται μπροστά σε έναν δύσκολο χειμώνα. «Το 40% των κατοίκων του δήμου Παλαμά δεν έχει πάρει την πρώτη αρωγή», λέει η Βαγγελιώ Ράγια. «Πώς θα κινηθεί αυτός ο κόσμος; Η πλημμύρα χτύπησε τη χειρότερη στιγμή, λίγο πριν οι αγρότες μαζέψουν το βαμβάκι. Με το που θα παρέδιδαν το βαμβάκι θα έπαιρναν μια προκαταβολή με την οποία θα μπορούσαν να κινηθούν. Ο κόσμος περίμενε να πουλήσει την παραγωγή, που ήταν έτοιμη, για να εισπράξει», εξηγεί. «Σιγά σιγά μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα πρέπει οι κάτοικοι να ανάψουν τη θέρμανση. Πώς θα γίνει αυτό;», διερωτάται.
Ηχηρή η απουσία τοπικού και κεντρικού κράτους, ασπίδα η αλληλεγγύη
Άλλωστε, δίπλα στον κόσμο της αλληλεγγύης δεν λείπουν και οι περιπτώσεις ανθρώπων που πατούν στον λαιμό αυτόν που βρίσκεται σε ανάγκη. Στην Καρδίτσα τα ενοίκια έχουν πάρει φωτιά, λένε οι συνομιλητές μας, ενώ και στον Παλαμά κάποια σούπερ μάρκετ ανέβασαν τις τιμές από την πρώτη μέρα που άνοιξαν ξανά. Όσο για τους εκπροσώπους του κεντρικού και τοπικού κράτους, δεν εμφανίστηκαν στην περιοχή μετά τον προπηλακισμό που δέχτηκε ο απερχόμενος περιφερειάρχης Κώστας Αγοραστός.