Θέμης Λιανός
«Να γιατί δεν το βάζουμε κάτω. Δεν τα παρατάμε επειδή στον ζόφο αυτόν που ζούμε λείπει από τη Βουλή η αντιπολίτευση που, για να είναι αποτελεσματική και επίκαιρη, πρέπει να είναι -περισσότερο από ποτέ- ουμανιστική, ενωτική, οικολογική και ορθολογικά αριστερή». Αυτό είναι ένα μόνο απόσπασμα από την ομιλία του Γιάνη Βαρουφάκη στο πλαίσιο της ΔΕΘ, είναι όμως πολύ χαρακτηριστικό για την αντιπολίτευση που θέλει να κάνει το ΜέΡΑ25 απέναντι στην κυβερνητική πολιτική.
Φυσικά τα περί «ορθολογικής αριστεράς», δεν είναι δα και καμιά καινούρια ανακάλυψη για το ΜέΡΑ25. Είναι ο πυρήνας της πρότασης του. Καθήκον της αριστεράς δεν είναι να παλεύει για να αλλάξει την κοινωνία, αλλά να προτείνει «ρεαλιστικές λύσεις» εντός του πλαισίου του συστήματος, σε τελική ανάλυση να προτείνει διάφορες λύσεις «σωτηρίας» του καπιταλισμού, από τις αγιάτρευτες χαοτικές, κακοφορμισμένες αντιθέσεις του.
Το ΜέΡΑ25 δεν λέει και δεν διεκδικεί κάτι παραπάνω από μια πιο «ορθολογική» και «πράσινη» ανάπτυξη του καπιταλισμού, περίπου όπως τα λένε οι Βρυξέλλες, το «πράσινο λόμπι», αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ με ολίγο «κοινωνικό» και αντιολιγαρχικό πασπάλισμα.
«Πράσινη» και «ορθολογική» ανάπτυξη του καπιταλισμού οραματίζεται ο Βαρουφάκης
Γιατί τι είναι οι προτάσεις του όπως ότι θέλουμε «νέες βιομηχανίες εγχώριας παραγωγής σύγχρονων μπαταριών και φωτοβολταϊκών στέγης, ανακυκλώσιμων πλωτών ανεμογεννητριών, του λογισμικού και πράσινου υδρογόνου για βιομηχανική χρήση»; Τι διαφορετικό λένε και κάνουν ο Μυτιληναίος, ο Κοπελούζος, ο Γερμανός και ο Βαρδινογιάννης, όλες οι μεγάλες εταιρείες απ΄το αναπτύσσουν την «εγχώρια παραγωγή» και την «πράσινη βιομηχανία»;
Όμως το ρεύμα δεν φτάνει πανάκριβο στον λαό γιατί δεν έχουμε «εγχώριες βιομηχανίες», αλλά γιατί, αντίθετα, οι ιδιοκτήτες αυτών των βιομηχανιών φορτώνουν, μέσα από τα χρηματιστήρια ενέργειας και τις οδηγίες της ΕΕ στον λαό το κόστος της «πράσινης ανάπτυξης», όπως φόρτωναν και το κόστος της «μαύρης», εκτινάσσοντας την κερδοφορία τους. Αυτό είναι που μόνιμα, επιτακτικά κρύβει ο Γ. Βαρουφάκης. Η «ρήξη με την ολιγαρχία» για την οποία μιλάει δεν είναι παρά η φιλοδοξία (και η αυταπάτη βέβαια) ότι θα «βάλει τάξη» στις αντιθέσεις του καπιταλισμού, ότι η πράσινη βιομηχανία θα σταματήσει να χτίζει στα καμένα, ότι φτηνό ρεύμα θα έχουμε αν βάλουμε φωτοβολταϊκά στις στέγες, ότι η «τεχνητή νοημοσύνη», θα υπηρετεί τους ανθρώπους αντί για το κέρδος, παραμένοντας στα χέρια του Μπιλ Γκέιτς και του Ίλον Μασκ.
Δεν είναι λοιπόν παράλογο ότι ο λόγος για τον οποίο ο Γιάνης Βαρουφάκης θα συμμετάσχει στις ευρωεκλογές σαν επικεφαλής του ΜέΡΑ25 στην Ελλάδα είναι για να εκφράσει τον «θρήνο» του για την «Ευρώπη που χάσαμε», και ως γνήσιος «φεντεραλιστής» να ενισχύσει το όραμα μιας «Δημοκρατικής Ευρώπης», να αποδείξει ότι «δεν έχει γίνει πλέον τόσο ουτοπικό..».
Αυτή την «αριστερά» θέλει ο αριστερός κόσμος; Μια αριστερά που ονειρεύεται να σώσει την ιμπεριαλιστική ΕΕ και τον ελληνικό καπιταλισμό, μια «αριστερά» συστημική και ακίνδυνη, που έχει ξεμπερδέψει με τα μεγάλα οράματα και κρύβει πίσω από τον δήθεν ρεαλισμό και τεχνοκρατισμό την εδώ και καιρό αποκοπή από τους αναγκαίους στόχους αμφισβήτησης και ρήξης με τις επιλογές του συστήματος;
Το «αντιδεξιό» μέτωπο σημαίνει στην πράξη να αφήσουμε στην άκρη την πάλη για ρήξη με το σύστημα
Η ΛΑΕ συστρατεύεται πίσω από αυτή την πολιτική. Καλλιεργεί αυταπάτες περί δυνατότητας «φιλολαϊκής διαχείρισης» και προβάλλει την πρόταση για μια «τοπική αυτοδιοίκηση» με ρόλο «μοχλού ανάπτυξης στην υπηρεσία του λαού». Δεν θέτει στοιχεία ρήξης με το κυρίαρχο σύστημα και τους πυλώνες του. Στο πρόγραμμα της, όπως και των συνδυασμών που υποστηρίζει, δεν θα βρει κανείς αναφορά στην ΕΕ, το τοπικό κράτος, στις ευθύνες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπηρετεί μια γραμμή πραγματικής σύγκρουσης με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και δεν θέτει στόχους αμφισβήτησης και σύγκρουσης με τα ευρωπαϊκά προγράμματα μέσα από τα οποία «περνάει» και επιβάλλεται η αντιλαϊκή πολιτική.
Όταν δε μπαίνουν στο στόχαστρο η ΕΕ, το χρέος, το ίδιο το κεφάλαιο, όταν δεν βάζουμε απέναντί μας την συναίνεση και όλο το αστικό πολιτικό σύστημα που προφανώς περιλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, τότε αντικειμενικά παίζεις το παιγνίδι του δεύτερου πόλου της αστικής πολιτικής, ρίχνεις νερό στον μύλο της!
Όσο κι αν ντύνεται με μια δήθεν «ενωτική λογική» αυτή η πολιτική, όσο και αν επικαλείται ότι «οι αριστερές δυνάμεις πρέπει να αφήσουν στην άκρη όσα τους χωρίζουν», στην πράξη αυτό που καλούνται να αφήσουν πίσω όσοι θέλουν να συμμετέχουν σε αυτό το «αντιδεξιό» μέτωπο είναι η πάλη για μια πραγματική ρήξη με το σύστημα, η πάλη ενάντια και στον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, και κάθε διαχειριστή τωρινό, ή επίδοξο.
Η διπλή εκλογική μάχη του καλοκαιριού, η εξέλιξη και κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ, ανέδειξε την στρατηγική ήττα μιας πολιτικής που μιλάει στο όνομα της αριστεράς και των εργαζόμενων, αλλά στην πραγματικότητα ηττήθηκε ακριβώς γιατί επικράτησε η λογική του «ρεαλισμού», της αποδοχής της κυρίαρχης πολιτικής και των επιταγών της ΕΕ. Αυτόν τον ίδιο αποτυχημένο δρόμο ακολουθούν οι δυνάμεις αυτές.
Γιατί πώς θα περάσουν στο δημόσιο με κοινωνικό εργατικό-έλεγχο το ρεύμα, οι σιδηρόδρομοι, ή δε θα ιδιωτικοποιηθεί το νερό, αν δεν υπάρξει ρήξη με την ΕΕ; Πώς θα δοθούν λεφτά για τις λαϊκές ανάγκες αντί για όπλα και βάσεις, αν δεν τεθεί εδώ και τώρα η έξοδος από το ΝΑΤΟ, και πολλά άλλα πώς; Η αριστερά και η αντιπολίτευση που έχει ανάγκη η εποχή, οφείλει να ανασυγκροτηθεί προγραμματικά οργανωτικά στην κατεύθυνση μιας λαϊκής-αντικαπιταλιστικής γραμμής, για να δώσει ξανά πνοή στις αντιστάσεις του εργατικού κινήματος, για να φανταστεί ξανά η κοινωνική πλειοψηφία μια ζωή απελευθερωμένη από την εκμετάλλευση του κεφαλαίου, την φτώχεια, τον πόλεμο τον φασισμό.
Και αυτό απαιτεί συσπείρωση των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα και όχι ξαναζεσταμένες νεοσυριζαίικες σούπες που αντικειμενικά καταλήγουν σε κάποιου είδους «Κασσελάκη».