Γιάννης Ελαφρός
Στα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών εκφράστηκε στις 8 Οκτωβρίου η συσπείρωση των δυνάμεων της αστικής πολιτικής με συνδυασμούς πολυκομματικούς και πολύχρωμους, αλλά «μονοφωνικούς» όσον αφορά το «ναι» στα επιχειρηματικά συμφέροντα, τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, την υποταγή στην ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο (με τα δεδομένα του πρώτου γύρου) κυριαρχεί η ΝΔ. Αλλά ο χάρτης δεν βάφτηκε κυρίως μπλε, πήρε το «χρώμα του χρήματος»…
Ρεκόρ αποχής, τοπικές αρχές μειοψηφίας και απογοήτευσης
Σε ύψος ρεκόρ έφτασε η αποχή από τις εκλογές της πρώτης Κυριακής 8 Οκτωβρίου. Το πανελλαδικό ποσοστό συμμετοχής ήταν 52,5%, κάτω και από το 53,7% των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου. Στις τοπικές εκλογές του 2019 (μαζί με τις ευρωεκλογές) ήταν 58,5%. Το εντυπωσιακό είναι πως η συμμετοχή ήταν πιο μικρή στην περιφέρεια Αττικής (μόλις 46,2%) κι ακόμα περισσότερο στον δήμο Αθήνας, μόλις 32,3%! Η αποχή δεν οφείλεται κυρίως στη δυσκολία –και οικονομική– μετακίνησης. Σε κάθε περίπτωση, οι εκλεγμένοι περιφερειάρχες και δήμαρχοι, ειδικά με το καλπονοθευτικό εξάμβλωμα Βορίδη, είναι «άρχοντες» μειοψηφίας.
Τι φουσκώνει όμως τα πανιά της αποχής; Πρώτο, υπάρχει μια γενικότερη χρόνια τάση αποστασιοποίησης μέρους του πληθυσμού (κυρίως νεότερων ηλικιών) από το πολιτικό-κομματικό σύστημα, κάτι που συχνά συνδυάζεται με την κοινωνική περιθωριοποίησή τους. Δεύτερο, εκφράζει απογοήτευση ευρύτερων στρωμάτων και μια αίσθηση πως «δεν παίζεται τίποτα», «δεν αλλάζουν τα πράγματα». Αυτή η τάση ενισχύεται και από τις εκφυλιστικές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, το έλλειμμα αντιπολίτευσης κ.λπ. Τρίτο, καταγράφεται, ειδικά σε ορισμένες περιοχές, και μια διαμαρτυρία
ψηφοφόρων της ΝΔ, κάτι που εκφράζεται και στον δήμο Αθήνας κατά του Κ. Μπακογιάννη.
Τέταρτο, επιβεβαιώνεται η αποτυχία και αποξένωση από τα λαϊκά στρώματα των τοπικών (αντιδραστικών) θεσμών, κυρίως των Περιφερειών.
Συνολικά, πάντως, διαμορφώνεται σε ευρύτατα στρώματα μια κατάσταση απογοήτευσης, που παίρνει και χαρακτηριστικά αποπολιτικοποίησης και ιδιώτευσης, απότοκο κυρίως της επιβολής του ΤΙΝΑ, που δυσκολεύει τη δραστηριοποίησή τους (και) στο κίνημα. Από την άλλη, βεβαίως, το γεγονός πως δεν στρατεύονται στη μία ή στην άλλη αστική επιλογή αφήνει ανοικτή τη δυνατότητα ριζοσπαστικοποίησης σε επόμενη φάση.
Δήμαρχοι εργολάβοι των επιχειρηματικών μπλοκ
Μπορούν μέσα στην πληθώρα των «ανεξάρτητων» και των «υπερκομματικών» συνδυασμών στις τοπικές εκλογές να ξεχωρίσουν μερικές βασικές τάσεις; Βεβαίως, και η πρώτη είναι ακριβώς αυτή: Στις φετινές εκλογές κυριάρχησαν (σε πλήθος αλλά και σε εκλογή) οι συνδυασμοί που είχαν υποψηφίους από διάφορα αστικά κόμματα (με μπλε, μαύρους, πράσινους και ροζ κόκκους), που ήταν συνδεδεμένοι με τοπικά ή ευρύτερα επιχειρηματικά συμφέροντα, που δεν αμφισβητούσαν το πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής και των οδηγιών της ΕΕ, αλλά αυτό-διαφημίζονταν ως οι καλύτεροι διαχειριστές τους. Δήμαρχοι «μάνατζερ» και εργολάβοι της κυρίαρχης πολιτικής και των επιχειρηματικών μπλοκ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δυναμώνει και «σφίγγει» συνολικά ο αστικός συνασπισμός εξουσίας, σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο, αναπτύσσεται η συναίνεση και η συνεργασία μεταξύ των διαφορετικών πολιτικών κομμάτων του συστήματος, εμφανίζεται ως αδιαφιλονίκητη η κυρίαρχη πολιτική, διαμορφώνεται ένας αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων. Το αποτέλεσμα είναι τέτοιοι συστημικοί συνδυασμοί να επικρατούν από τον πρώτο γύρο, όχι μόνο με το 43% (που έβαλε ο Μ. Βορίδης) αλλά και με ποσοστά… Τσαουσέσκου, ειδικά εκεί που επιχειρηματικά μπλοκ έριξαν πολλά λεφτά. Έτσι, εφτά περιφερειάρχες (στους 13) βγήκαν από τον πρώτο γύρο, έξι της ΝΔ και ένας από ΠΑΣΟΚ-ΝΔ (Αρναουτάκης στην Κρήτη), καθώς και 247 δήμαρχοι από τους 332 συνολικά.
Η ΝΔ εμφανίζεται (με τα δεδομένα του πρώτου γύρου) κυρίαρχη σε αυτό το αστικό μπλοκ που διαμορφώνεται. Στις περισσότερες περιπτώσεις κινήθηκε με τη δυναμική της εκλογικής νίκης Μάη-Ιούνη και συχνά χωρίς αντίπαλο, μέσα σε κλίμα γενικότερης έλλειψης αστικής αντιπολίτευσης. Παρ’ όλα αυτά, η βουβή δυσαρέσκεια (όπως εκφράστηκε και με την αποχή), η άνοδος των ψηφοδελτίων της Αριστεράς (του ΚΚΕ και της αντικαπιταλιστικής-ριζοσπαστικής Αριστεράς) και μια ορισμένη αποδοκιμασία των υποψηφίων περιφερειαρχών της σε περιοχές που επλήγησαν ιδιαίτερα (Μαγνησία, Καρδίτσα λιγότερο, Έβρος), όπως και η χαμηλή πτήση Μπακογιάννη είναι μάλλον ρωγμές από το μέλλον. Οπότε οι κυβερνητικές κραυγές περί «επιβεβαίωσης» μάλλον δεν θα επιβεβαιωθούν.
Η κατάρρευση της πολιτικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζεται, με πολύ χαμηλά ποσοστά (15% στην Αττική, 7,5% στην Κεντρική Μακεδονία)
και χωρίς υποψηφίους σε πολλές περιοχές. Το ΠΑΣΟΚ καταγράφει ποσοστά ανώτερα των βουλευτικών σε ορισμένες κάλπες, αλλά αυτό έχει να κάνει με την πολύχρονη εμπλοκή του στη διαχείριση των ΟΤΑ και των επιχειρηματικών συμφερόντων. Θα οξυνθεί η μάχη μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ για τη δεύτερη θέση, ενώ θα έρχονται πολιτικά πιο κοντά. Αξιοσημείωτο είναι πως η ακροδεξιά, σε όλες τις παραλλαγές της, ενίσχυσε κυρίως τα ψηφοδέλτια της ΝΔ, αποδεικνύοντας πως είναι μια συστημική δύναμη. Η κάθοδος του νεοναζί Η. Κασιδιάρη στην Αθήνα σημαδεύτηκε από μεγάλη πτώση σε ψήφους και ποσοστό (11.643 ψ. και 8,33% φέτος, έναντι 21.963 ψ και 10,54% το 2019). Η φασιστική απειλή βεβαίως παραμένει ενεργή.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (14.10.23)