Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ Συντονίζεται αλλά με ασαφείς στόχους η «εσωκομματική αντιπολίτευση»
Σε μία πολύμηνη εσωκομματική αντιπαράθεση με (εικαζόμενη) κορύφωση το έκτακτο συνέδριό του οδηγείται ο ΣΥΡΙΖΑ. Με τον νέο του πρόεδρο Στέφανο Κασσελάκη να επιχειρεί την «καθιέρωσή» του ως «μόνιμο θέμα» στα τηλεοπτικά κανάλια, ώστε να εδραιωθεί έτσι η κυριαρχία της ομάδας Πολάκη-Παππά στο εσωτερικό του κόμματος. Δηλαδή των δύο προσώπων που συνεχώς τα προηγούμενα χρόνια μιλούσαν για «διαπλοκή» και «βοθροκάναλα». Παράλληλα, φαίνεται να οικοδομείται συντονισμός ανάμεσα στα στελέχη που στήριξαν την Έφη Αχτσιόγλου και στην «Ομπρέλα», δίχως όμως να καθίσταται σαφές αν η προοπτική του αφορά κάτι περισσότερο από τη δημιουργία καλύτερων όρων πολιτικής «συγκατοίκησης» με την ηγεσία Κασσελάκη. Συνολικά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης φαίνεται να «κοιμάται όπως έστρωσαν» οι πολιτικές επιλογές της προηγούμενης ηγεσίας του, με τη συναίνεση της πλειοψηφίας.
Η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ που θα συνεδριάσει στις 22 Οκτωβρίου θα λάβει λογικά τις αποφάσεις για το αν και πότε θα γίνει το Έκτακτο Συνέδριο του κόμματος. Μια διαδικασία που προβλέπει εκ νέου εκλογή συνέδρων, άρα νέους συσχετισμούς, και δυνητικά μπορεί να λάβει αποφάσεις για οποιοδήποτε ζήτημα. Ένα βασικό ερώτημα είναι ο χρόνος διεξαγωγής, αφού έχουν ακουστεί απόψεις για τον Νοέμβριο (όπως αποφάσισε στην τελευταία συνεδρίαση της η ΚΕ), τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο, ακόμη και μετά τις ευρωεκλογές.
Είναι εμφανές ότι όσο αυξάνεται ο χρόνος για τη διεξαγωγή του συνεδρίου, πληθαίνουν οι δυνατότητες εσωκομματικών συμβιβασμών. Ιδίως από τη στιγμή που η νέα ηγετική ομάδα του κόμματος φιλοδοξεί να «στρογγυλοκαθίσει» στα κομματικά αξιώματα, ενώ οι εσωκομματικοί αντίπαλοι δεν μοιάζουν πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τον προνομιακό χώρο ενός κόμματος που βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτά, ενώ υφίσταται και ένας ενδιάμεσος χώρος στελεχών που επιθυμεί να λειτουργήσει «ενωτικά» ή σε ρόλο «διαιτητή» ανάμεσα στα αντιμαχόμενα τμήματα. Ήδη, άλλωστε, έχουν φανεί τα πρώτα δείγματα, με το άτυπο «μορατόριουμ» ανάμεσα σε όλες τις πλευρές έως την ολοκλήρωση των δημοτικών εκλογών, καθώς και με κοινές κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες με τη συμμετοχή όλων των τάσεων.
Οι στόχοι των δύο πλευρών στην επικείμενη συνεδριακή διαδικασία είναι αντίθετοι, μεν, μοιάζουν όμως στη λογική. Η νέα ηγετική ομάδα επιθυμεί να διαμορφώσει ένα «προεδροκεντρικό» πλαίσιο λειτουργίας, έτσι ώστε να μηδενίσει οποιαδήποτε δυνατότητα αμφισβήτησής της. Στον αντίποδα, η εσωκομματική αντιπολίτευση με ενιαίο τρόπο θα αναζητήσει πιθανότατα «δεσμευτικό πλαίσιο» για τον πρόεδρο του κόμματος και τους παράγοντες που συσπειρώνονται γύρω του, αναζητώντας παράλληλα πλήρη ανατροπή των συσχετισμών στους συνέδρους. Σε αυτές τις λογικές θα εμπλακεί και το θέμα του γραμματέα του κόμματος ως παράγοντα εξισορρόπησης. Θυμίζουμε ότι έχει προταθεί από τον Διονύση Τεμπονέρα ο γραμματέας του κόμματος να εκλέγεται απευθείας από το συνέδριο, προκειμένου να έχει «αυξημένη νομιμοποίηση». Θέση με την οποία μέχρι στιγμής δεν έχει διαφωνήσει κανείς δημοσίως.
Το παραπάνω κλίμα αντικατοπτρίζεται και στις κινήσεις που κάνει η νέα ηγεσία του κόμματος, με τον Στέφανο Κασσελάκη να επιμένει στην «αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό», προκειμένου να προσπεράσει τα εμπόδια των εσωκομματικών δομών. Επίσης, από τις συνδιασκέψεις και τις διεργασίες που γίνονται τόσο στον πολιτικό χώρο των 6+6 (Αχτσιόγλου, Ηλιόπουλος, Χαρίτσης κ.λπ.) αλλά και της «Ομπρέλας», όπου ξεκαθαρίστηκε πως δεν υφίσταται θέμα άμεσης αποχώρησης αλλά προκρίθηκε «να δοθεί η μάχη του Συνεδρίου».
Πάντως, ανεξαρτήτως από τις κινήσεις που γίνονται σε επίπεδο των κεντρικών στελεχών, στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει σημαντικές διαστάσεις ένα κύμα φυγής μελών η μεσαίων στελεχών και ψηφοφόρων. Σε αυτό άλλωστε αναφέρθηκαν με δημόσιες δηλώσεις τους τόσο ο Νίκος Βούτσης όσο και ο Νίκος Φίλης, μετά τη συνάντηση που είχε την Τρίτη με τον Στέφανο Κασσελάκη. Μάλιστα, ο τελευταίος απεύθυνε έκκληση για να σταματήσουν οι «τάσεις φυγής», λέγοντας «τους καλώ να παραμείνουν συσπειρωμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ να δώσουν τη μάχη στις δημοτικές εκλογές και τη μάχη της ανασυγκρότησης του κόμματός μας, διότι όταν χάνουμε στον χώρο της Αριστεράς, αυτό δεν ισοφαρίζεται από άλλους πολιτικούς χώρους».