Γιώργος Τσαντίκος
Το περασμένο καλοκαίρι ήρθες Ελλάδα. Πολύ λογικά, πήρες μαζί σου μόνο τα καλοκαιρινά. Έλα όμως που τελικά εκλέχτηκες και πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τώρα πρέπει να μείνεις μόνιμα εδώ χωρίς να έχεις ένα μπουφανάκι για το ύπουλο ελληνικό φθινόπωρο.
Ρωτάνε πολλοί φίλοι/ες, σύντροφοι/ισσες, άσχετοι/ες –ή και δεν ρωτάει και κανείς απλά εξυπηρετείται η ανάγκη της εισαγωγής σε κείμενο– σχετικά με τη φύση και την ουσία της μεταπολιτικής, η οποία έχει ενσκήψει ως πολιτικό φαινόμενο στις μέρες μας. Ή έτσι πιστεύουμε, τουλάχιστον, ότι συμβαίνει.
Περνώντας, λοιπόν, στο «ψητό» με την ακαδημαϊκή μέθοδο ανάλυσης «Παγκράτι πάω, εξυπηρετεί;», ας δούμε τι περίπου είναι η «μεταπολιτική». Από τη μικράν ενασχόλησίν μου με τα κοινά, έχω συμπεράνει ότι στις μέρες μας όλα είναι εφήμερα. Όχι απλά και μόνο η θέση του προπονητή σε ελληνική ομάδα πριν την παρέλαση της 28ης (αυτές πλέον μπορεί να είναι και πιο σταθερές από εκείνη μιας αναπληρώτριας φιλολόγου π.χ.), αλλά και πιο δεδομένα, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, πράγματα.
Για παράδειγμα, είσαι ένας ωραίος τύπος, φέρελπις, έχεις ΚΑΔ εφοπλιστή και ζεις μόνιμα Νέα Υόρκη. Πέρασες τα παιδικά σου χρόνια στο Μαρούσι πολύ πριν εκδράμει και εκεί ο φασεϊσμός, πήγες σε κουλ σχολεία, πήρες μαθηματικά βραβεία και ξαφνικά βρέθηκες στα ξένα, όχι όμως όπως ο Καζαντζίδης στου Βελγίου τις στοές. Το περασμένο καλοκαίρι λοιπόν, ήρθες Ελλάδα. Πολύ λογικά, πήρες μαζί σου μόνο τα καλοκαιρινά. Έλα όμως που τελικά, εκλέχτηκες και πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τώρα πρέπει να μείνεις μόνιμα εδώ χωρίς να έχεις, ρε παιδί μου, ένα στοιχειώδες μπουφανάκι για το ύπουλο ελληνικό φθινόπωρο.
Αν δηλαδή είχες και πιο δυνατό επικοινωνιακό επιτελείο, θα απαντούσες στο κενό της λαϊκότητας λέγοντας «να ρε παιδιά, όπως και οι καθηγητές τρέχουν τελευταία στιγμή να πάνε στο τάδε νησί, να βρούνε σπίτι, να πάνε σχολείο και γενικώς να επιτελέσουν ρόλο στο σύστημα, έτσι και εγώ βρέθηκα εδώ για διακοπές και τώρα πρέπει να κάνω φουλ μετακόμιση».
Η Αριστερά έφτασε να χάνει ραγδαία και τη βασικότερη ικανότητά της: να εξηγεί καλύτερα από άλλους
αυτό που συμβαίνει γύρω τους
Αυτό, περίπου, είναι ένα μεταπολιτικό σύμπτωμα. Δηλαδή, μια δανεική περιγραφή από πιθανό σίριαλ δεκαετίας του ’90 ή και του ’20, τώρα που άνοιξε και η αγορά του Netflix για τα ελληνικά πράγματα. H «προπολιτική», που δεν υπάρχει, αλλά λέμε τώρα για να βγούνε οι λέξεις στο κείμενο, είναι και αυτή γεμάτη δάνεια. Η Αριστερά δάνεισε κατά καιρούς το αίμα και τις ζωές της, της ιδέες της, τη μεθοδικότητα στην ανάλυση κ.ο.κ. απλόχερα, ελπίζοντας ότι θα μπορέσει κάποτε να αποτελέσει την κεντρική επιλογή ενός κόσμου, που πάντα τον θεωρούσε κάτι άλλο από αυτό που (πιθανώς) είναι. Και ταυτόχρονα η ίδια, κάθε φορά που τα δάνεια «έσκαγαν» και δεν λάμβανε τίποτα πίσω, αυτοκαθοριζόταν ξανά και ξανά από αυτά «που δεν ήταν» ή «που δεν έπρεπε να είναι» και όχι από αυτά που θα έπρεπε να είναι σε κάθε απαίτηση, συγκυρία και χρόνο.
Μετά από δεκαετίες δανειοδότησης λοιπόν, ο χώρος έφτασε να χάνει ραγδαία και τη βασικότερη ικανότητά του: να εξηγεί καλύτερα από άλλους αυτό που συμβαίνει γύρω του. Κάπως έτσι, έρχεται ένας τύπος και παίρνει ένα κόμμα, φαινομενικά σαν μηχανικός που αγοράζει κοψοχρονιά αμάξι από μάντρα, που ξέρει όμως ότι θα βγάλει πολύ περισσότερα από τα ανταλλακτικά. Ταυτόχρονα, δεν έχει φέρει μαζί του και την κατάλληλη γκαρνταρόμπα, γιατί όλα έγιναν «τόσο ξαφνικά».
Εντάξει, ο πολιτικός χρόνος είναι μια περίεργη σχετική κατάσταση και εγώ δεν έχω δει ακόμα το Οπενχάιμερ, οπότε δεν διαθέτω και τα απαραίτητα εργαλεία. Αλλά μάλλον έτσι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, για να συμπληρωθεί ο ερανισμός εκνευριστικών φράσεων της τελευταίας δεκαετίας και κάτι ψιλά. Όταν ο επόμενος ηγέτης μας ζητήσει να (ξανα)βάλουμε πλάτη, θα έχει περάσει ήδη μια δεκαετία (και κάτι ψιλά) από την προηγούμενη φορά και η πλάτη, δεν θα είναι καν το ίδιο ανθεκτική και ευθυτενής.
Με μια μικρή και όχι περιεκτική ανάλυση για τις γεωπολιτικές επιπτώσεις της μεταπολιτικής, ότι δηλαδή έχουν μετατοπιστεί πλέον τα κέντρα εξουσίας από τη δυτική Πελοπόννησο και τις παλιές πρωτεύουσες των κλαδικών μηχανισμών προς τα νότια της χώρας, μπορούμε να κλείσουμε αυτό το ελαφρό κειμενάκι με μια γλωσσική εξυπνακίστικη αναλογία: Everything is going south.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (30.9.23)