Έκτωρ-Ξαβιέ Δελαστίκ
▸ Πολιτική απόφαση το τεράστιο περιθώριο κέρδους
Η κυβέρνηση προσπάθησε ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών και θα συνεχίσει να προσπαθεί ενόψει του χειμώνα φτώχειας που έρχεται να δημιουργήσει μια εικόνα τεχνητής ευημερίας. Πρώτη λίθος αυτής είναι ο ισχυρισμός της μείωσης του πληθωρισμού. Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) φαίνεται να κινείται από τον Μάρτιο μέχρι τον Σεπτέμβρη χαμηλότερα από τη μέση τιμή του 2022. Ταυτόχρονα, από τον Αύγουστο μέχρι τον Σεπτέμβριο φαίνονται μειώσεις στις κατηγορίες «Μεταφορά επιβατών με αεροπλάνο», «Άλλα είδη ατομικής φροντίδας», «Γαλακτοκομικά και αυγά» κατά σειρά επίπτωσης.
Η εικόνα αυτή καταρρέει κυριολεκτικά με το που γυρίσουμε στην επόμενη σελίδα της έκθεσης. Σε σχέση με τον περσινό Σεπτέμβριο, βλέπουμε αμέσως πως οι μοναδικές μειώσεις βρίσκονται στις κατηγορίες «Φυσικό αέριο», «Πετρέλαιο θέρμανσης», «Τηλεφωνικές υπηρεσίες» και «Ηλεκτρισμός». Με άλλα λόγια, ακριβώς στις κατηγορίες όπου ο κρατικός μηχανισμός έχει άμεση επικοινωνία με ελάχιστους ολιγάρχες που καθορίζουν κατά το δοκούν τις τιμές και των οποίων ο πλουτισμός σε βάρος μας ήταν μείζον πολιτικό ζήτημα το προηγούμενο διάστημα. Το ειδικό βάρος που έχουν αυτές οι κατηγορίες κατά τον υπολογισμό του ΔΤΚ επιτρέπει να πέφτει η γενική του εικόνα και να αποκρύπτονται οι αυξήσεις της τάξεως 4,8% έως και 17,7% (!) στις κατηγορίες τροφίμων από Σεπτέμβριο σε Σεπτέμβριο. Πρωταθλήτριες των αυξήσεων ήταν οι κατηγορίες «Λαχανικά» (17,7%), «Έλαια και Λίπη» (16,1%), «Φρούτα» (13,9%), «Μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμοί φρούτων» (13,9%), με τις υπόλοιπες αυξήσεις να κινούνται κάτω του 10%. Αυτές θα είναι οι «τιμές αναφοράς για ένα εξάμηνο», που η κυβέρνηση διαφημίζει ως έλεγχο επί των τιμών.
Μπορεί άραγε να υποθέσει κανείς πως αυτές οι αυξήσεις έχουν να κάνουν με την ξαφνική κίνηση προϊόντων προς τους πλημμυροπαθείς (όπως ο κρατικά προστατευόμενος μαυραγοριτισμός στο πόσιμο νερό); Στην προηγούμενη έκθεση, από Αύγουστο 2022 σε Αύγουστο 2023,
είχαμε ανάλογες αυξήσεις τιμών στα «Λαχανικά» (17,6%) και το «Μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμοί φρούτων» (14,4%), ενώ τα «Έλαια και Λίπη» εκτοξεύτηκαν τον Σεπτέμβριο.
Οι υπόλοιπες κατηγορίες εμφάνισαν κατά κύριο λόγο τη μείωση αυξήσεων που ακολουθεί συνήθως το τέλος της θερινής τουριστικής περιόδου. Μπορεί άραγε να πιστέψει κανείς πως στη βάση των διαφημιζόμενων μειώσεων στην ενέργεια (-1,3% στον «Ηλεκτρισμό», -20,7% στο «Πετρέλαιο θέρμανσης» και -80,2% στο «Φυσικό αέριο»), θα δούμε άμεσες μειώσεις κατά δεκάδες εκατοστιαίες μονάδες στις τιμές των τροφίμων και των ειδών λαϊκής κατανάλωσης, με ανάλογη ταχύτητα με την αύξησή τους; Η μέχρι στιγμής εμπειρία μας και το υλικό συμφέρον των μεσαζόντων και των εταιρειών παραγωγής λέει με σαφήνεια
πως αυτή η πορεία θα συνεχιστεί με αυξανόμενο ή μειούμενο ρυθμό, μέχρι να αδειάσουν και τα τελευταία αποθέματα των οικογενειών και να «κοκκινίσουν» και τα τελευταία δάνεια φτωχών.
Εν κατακλείδι, πώς περιγράφουμε μια τέτοια διαδικασία από πλευράς μαρξιστικής ανάλυσης; Υπάρχουν δυο διαφορετικά αλλά εξαιρετικής σημασίας ερωτήματα που πρέπει ως κομμουνιστές να έχουμε καλώς διαχωρισμένα στον νου μας:
α) Είναι φυσιολογικό το να ανεβαίνουν οι αξίες των τροφίμων χωρίς να αλλάζει η φύση τους; Στο μέτρο που οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων που εργάζονται στην παραγωγή και τη διανομή γίνονται καλύτερες, πράγματι, είναι δυνατό να ανεβαίνει η αξία των παραγόμενων τροφίμων. Είναι αυτό που παλαιότερες γενιές έζησαν ως συλλογική, κοινωνική αύξηση της ευημερίας.
β) Είναι φυσιολογικό το να ανεβαίνουν οι αξίες των τροφίμων και ταυτόχρονα να καλούμαστε να σφίγγουμε όλο και περισσότερο το ζωνάρι; Η μία περίπτωση είναι να αλλάξει κάτι ξαφνικά στη διαδικασία παραγωγής τους —όταν π.χ. επιβλήθηκε η παστερίωση στην παραγωγή γάλακτος, αυξήθηκε το κόστος παραγωγής. Επειδή όμως δεν ζούμε κάτι τέτοιο, βρισκόμαστε στην άλλη περίπτωση, την πατροπαράδοτη επιχειρηματική απληστία.
Οποιαδήποτε συζήτηση για άνοδο των τιμών λόγω μειωμένης προσφοράς αποτελεί αναδιατύπωση ενός πολύ απλού ερωτήματος: «πόσο μπορούν να αυξηθούν οι τιμές χωρίς να μείνουν απούλητα τα προϊόντα;». Όταν μιλούμε για βασικά είδη διατροφής, η απάντηση είναι πάντα «πολύ». Το περιθώριο κέρδους στα είδη λαϊκής κατανάλωσης ήταν και είναι πάντα πολιτική απόφαση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (14.10.23)